Επιστήμονες θεράπευσαν τροφικές αλλεργίες στοχεύοντας το μικροβίωμα

Όλο και περισσότεροι άνθρωποι ανακαλύπτουν ότι έχουν κάποια δυσανεξία ή αλλεργία σε κάποιες τροφές όπως το γάλα ή τα φυστίκια. Αν και πολλοί εμφανίζουν ήπια συμπτώματα όταν εκτίθενται σε τροφές που προκαλούν αλλεργία, ορισμένοι αντιμετωπίζουν δυνητικά θανατηφόρες συνέπειες.

Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι τα βακτήρια του εντέρου – το μικροβίωμα – μπορεί να παίζουν ρόλο στις τροφικές αλλεργίες. Η έλλειψη ορισμένων ωφέλιμων βακτηρίων στο μικροβίωμα του εντέρου έχει συνδεθεί με τροφικές αλλεργίες κάθε είδους, από ήπιες έως απειλητικές για τη ζωή.

Το μικρόβιο Clostridia που συνδέεται με τροφικές αλλεργίες, παράγει τον μεταβολίτη βουτυρικό οξύ, ο οποίος συμβάλλει στη διατήρηση της ισορροπίας του μικροβιώματος, προωθώντας την ανάπτυξη ωφέλιμων βακτηρίων. Βοηθά επίσης στην προστασία των τοιχωμάτων που επενδύουν το έντερο, ώστε να μην διαρρέουν οι τροφές και να μην προκαλούν ενδεχομένως αλλεργική αντίδραση στον εντερικό βλεννογόνο. Το πρόβλημα με το βουτυρικό οξύ είναι ότι έχει πολύ άσχημη γεύση.

Τώρα, μια ομάδα ερευνητών στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο ανέπτυξε έναν νέο τρόπο χορήγησης του βουτυρικού οξέος. Δημιούργησαν σφαιρίδια τα οποία γέμισαν με βουτυρικό οξύ τκαι το χορήγησαν στα ποντίκια. Οι μελέτες τους έδειξαν ότι η λύση τους προλαμβάνει τις τροφικές αλλεργίες και σταματά τις ήδη υπάρχουσες. Η θεραπεία αυτή θα μπορούσε μελλοντικά να αντιμετωπίσει πολλούς τύπους τροφικών αλλεργιών και φλεγμονωδών ασθενειών.

Ορισμένα από τα βακτήρια του μικροβιώματος του εντέρου παράγουν μεταβολίτες, όπως το βουτυρικό οξύ, που ευνοούν την ανάπτυξη ωφέλιμων βακτηρίων και διατηρούν την επένδυση του εντέρου. Εάν το μικροβίωμα ενός ατόμου είναι ανθυγιεινό και στερείται των βακτηρίων που παράγουν βουτυρικό οξύ, θραύσματα μερικώς χωνευμένης τροφής μπορεί να διαρρεύσουν από το έντερο και να προκαλέσουν ανοσολογική αντίδραση που καταλήγει σε αλλεργική αντίδραση.

«Σκεφτήκαμε λοιπόν, γιατί να μην χορηγήσουμε απλά τους μεταβολίτες – όπως το βουτυρικό οξύ που παράγει ένα υγιές μικροβίωμα; Το πρόβλημα είναι ότι το βουτυρικό οξύ έχει πολύ άσχημη μυρωδιά και γεύση, οπότε οι άνθρωποι δεν θα θέλουν να το καταπιούν», εξήγησε ο Shijie Cao, μέλος της ερευνητικής ομάδας του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Ακόμη και αν οι άνθρωποι μπορούσαν να το πάρουν, το βουτυρικό οξύ θα χωνευόταν πριν φτάσει στον προορισμό του στο κατώτερο έντερο.

Για να ξεπεράσουν αυτές τις προκλήσεις, οι ερευνητές σχεδίασαν ένα νέο σύστημα διανομής. Τα πολυμερή που προέκυψαν αυτοσυναρμολογήθηκαν σε συσσωματώματα, ή πολυμερή μικκύλια, που έκρυβαν τις πλευρικές αλυσίδες βουτυρικού άλατος στον πυρήνα τους, καλύπτοντας έτσι την άσχημη οσμή και γεύση της ένωσης.

Οι ερευνητές χορήγησαν αυτά τα μικκύλια στο πεπτικό σύστημα ποντικών που είτε δεν είχαν υγιή βακτήρια του εντέρου είτε ο εντερικός βλεννογόνος τους είχε υποστεί βλάβη. Αφού τα πεπτικά υγρά απελευθέρωσαν το βουτυρικό οξύ στο κατώτερο έντερο, τα αδρανή πολυμερικά αποβλήθηκαν με τα κόπρανα. Η θεραπεία αποκατέστησε τον προστατευτικό φραγμό και το μικροβίωμα του εντέρου, εν μέρει αυξάνοντας την παραγωγή πεπτιδίων που σκοτώνουν τα επιβλαβή βακτήρια, γεγονός που δημιούργησε χώρο για τα βακτήρια που παράγουν βουτυρικό οξύ.

Το πιο σημαντικό είναι ότι η χορήγηση των μικκυλίων σε αλλεργικά ποντίκια απέτρεψε μια απειλητική για τη ζωή αναφυλακτική αντίδραση όταν εκτέθηκαν σε φιστίκια.

«Θεωρητικά, αυτός ο τύπος θεραπείας μπορεί να εφαρμοστεί ευρέως σε οποιεσδήποτε τροφικές αλλεργίες μέσω της διαμόρφωσης της υγείας του εντέρου», σημείωσε ο Cao.

Οι ερευνητές θα ξεκινήσουν άμεσα δοκιμές σε μεγαλύτερα ζώα και στη συνέχεια, θα πραγματοποιήσουν κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους.

Η ομάδα διερευνά επίσης την πιθανότητα της ενέσιμης χορήγησης. Οι ερευνητές έχουν δείξει ότι αυτή η μέθοδος επιτρέπει στα μικκύλια και το βουτυρικό φορτίο τους να συσσωρεύονται στους λεμφαδένες, οι οποίοι αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος. Διαπίστωσαν ότι αυτή η προσέγγιση είναι αποτελεσματική στη θεραπεία της αλλεργίας στα φιστίκια σε ποντίκια, αλλά θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για την καταστολή της ενεργοποίησης του ανοσοποιητικού τοπικά – και όχι σε όλο το σώμα. Για παράδειγμα, η ενέσιμη χορήγηση θα μπορούσε να ωφελήσει ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση οργάνου ή που πάσχουν από μια τοπική αυτοάνοση και φλεγμονώδη πάθηση, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

ΠΗΓΗ: Eurekalert, Medical News Today

 

 

 

www.ertnews.gr

Εύη Τσιριγωτάκη

Αφήστε μια απάντηση