ΟΟΣΑ για ελληνική οικονομία: Στο 1,1% η ανάπτυξη το 2023 – Στο 3,7% ο πληθωρισμός

Μείωση του πληθωρισμού και προσγείωση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας «βλέπει» ο ΟΟΣΑ. Ακόμη, σε έκθεσή, η οποία δημοσιοποιήθηκε πριν λίγο εκτιμά ότι θα υπάρξει επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Στην έκθεσή του ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι ο ετήσιος εναρμονισμένος δείκτης πληθωρισμού θα συρρικνωθεί δραστικά φέτος στο 3,7% από 9,5% το 2022 και θα επιστρέψει σε φυσιολογικά επίπεδα στο 2,3% το επόμενο έτος.

Αναφορικά με το ελληνικό ΑΕΠ, εκτιμάται επέκταση της ελληνικής οικονομίας κατά 1,1% φέτος και 1,8% το 2024 από 5,1% το 2022, με τις εξαγωγές να υποχωρούν φέτος κατά 0,5% και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να διευρύνεται σε 8,9% φέτος από 7,1% πέρυσι.

Χρέος και πλεόνασμα

Την ίδια στιγμή, το δημόσιο χρέος από 175,1% του ΑΕΠ το 2022 θα υποχωρήσει στο 170,7% φέτος και στο 163,6% το 2024 με τον ΟΟΣΑ να σημειώνει πως παρά τη μείωσή του παραμένει υψηλό αν και η δομή του σε συνδυασμό με τα σταθερά επιτόκια που είναι κλειδωμένα σε χαμηλά επίπεδα για την εξυπηρέτησή του περιορίζουν την άμεση έκθεση στις αυξήσεις των επιτοκίων στην αγορά.

Όσον αφορά το πρωτογενές αποτέλεσμα, ο ΟΟΣΑ υιοθετεί την κυβερνητική εκτίμηση για πρωτογενές έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ το 2022 βάζοντας οριακά χαμηλότερα τον πήχη των προβλέψεων για το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,5% του ΑΕΠ. Για το 2024 προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ πρόβλεψη την οποία συνοδεύει με συστάσεις για διατήρηση ετήσιου πρωτογενούς πλεονάσματος μεταξύ 1,5% και 2% για τα χρόνια μετά το 2023.

Επενδυτική βαθμίδα

«Η αποκατάσταση των πρωτογενών πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό είναι αναγκαία, δεδομένου του αυξανόμενου πληθωρισμού, σημειώνει ο ΟΟΣΑ. Η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, η επιδίωξη ενός ευρύτερου και πιο ισότιμου μείγματος εσόδων και η βελτίωση της αποδοτικότητας του δημοσίου τομέα, θα επιτρέψουν τα δημόσια οικονομικά να στηρίξουν τις επενδύσεις, τα εισοδήματα και τη συμπερίληψη» αναφέρει ο ΟΟΣΑ.

Τονίζει δε πως ο περιορισμός των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας και η σταθερή μείωση του δημοσίου χρέους είναι καθοριστικής σημασίας ώστε η Ελλάδα να δει το αξιόχρεό της να αναβαθμίζεται στην επενδυτική βαθμίδα. Αυτό με τη σειρά του θα διευκόλυνε τη χρηματοδότηση και τις επενδύσεις.

Τράπεζες

Οι τράπεζες έχουν να επιδείξουν σημαντική πρόοδο στη μείωση των κόκκινων δανείων, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Ωστόσο, αυτά τα κεφάλαια των τραπεζών παραμένουν χαμηλά και αποτελούμενα κυρίως από αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις. Αυτό «λειτουργεί ως βαρίδι στις χορηγήσεις νέων δανείων και αποδυναμώνει τη δυνατότητα των τραπεζών να επενδύσουν». Ο ΟΟΣΑ συστήνει στην κυβέρνηση να ενθαρρύνει τις τράπεζες να ενισχύσουν περαιτέρω την κεφαλαιακή τους βάση με αύξηση της οργανικής κερδοφορίας.

Από εκεί και πέρα, κατά τον Οργανισμό, τα μέτρα στήριξης, οι ενισχυτικές ενέσεις από τον τουρισμό και τις εξαγωγές επανέφεραν το ΑΕΠ σε επίπεδα προ κοροναϊού. Παράλληλα, λειτούργησε ενισχυτικά η βελτίωση του καταναλωτικού και επενδυτικού κλίματος, όπως οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες λειτούργησαν υπέρ του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και συνέβαλαν στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων. Αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν στην ισχυρή αύξηση των θέσεων εργασίας και τη μείωση του ποσοστού ανεργίας σε χαμηλό 12 ετών.

Οι συνέπειες του πολέμου

Ωστόσο η εκτίναξη των τιμών ενέργειας, τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες, ειδικά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έρχονται να  δημιουργήσουν προβλήματα στην ανάκαμψη.

«Ο πόλεμος επηρεάζει άμεσα τον ενεργειακό εφοδιασμό και το ενεργειακό κόστος της Ελλάδας. Οι έμμεσες επιπτώσεις είναι η συμπίεση των δαπανών και η καθυστέρηση επενδύσεων και προσλήψεων» σημειώνει ο ΟΟΣΑ.

«Η αποδέσμευση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η επέκταση της δημοσιονομικής στήριξης σε ενεργειακούς καταναλωτές λειτουργούν ως ανάχωμα σε αυτά τα σοκ και θα βοηθήσουν στο να επιστρέψει η οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης όταν οι ενεργειακές τιμές σταθεροποιηθούν» σημειώνει.

Ο κατώτατος και οι κλαδικές συμβάσεις

Αναφορικά με τους μισθούς, ο ΟΟΣΑ αναφέρει πως η κυβέρνηση αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά σχεδόν 10% το πρώτο εξάμηνο του 2022, ενώ προσθέτει ότι σε ορισμένες ειδικότητες, όπως είναι οι εργαζόμενοι σε ICT και κατασκευές, οι μισθολογικές αυξήσεις είναι μεγαλύτερες. Αν και ο ΟΟΣΑ αναγνωρίζει πως η αύξηση του κατώτατου μισθού «προσφέρει δίχτυ ασφαλείας για εργαζομένους που δεν έχουν διαπραγματευτική ισχύ», σημειώνει επίσης ότι έχει καταστεί και η «πρωταρχική πηγή μισθολογικών προσαρμογών για πολλούς εργαζομένους που αμείβονται υψηλότερα από τον κατώτατο μισθό».

Ωστόσο, σύμφωνα με τον Οργανισμό, η ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων στην Ελλάδα δε γίνεται να προέρχεται αποκλειστικά από τον κατώτατο. Η έκθεση δίνει βάρος στις κλαδικές δυμβάσεις, αναφέροντας ότι «Οι κλαδικές συλλογικές διαπραγματεύσεις για τους μισθούς και τις εργασιακές συνθήκες θα στήριζαν καλύτερο τόσο τα εισοδήματα όσο και την παραγωγικότητα».

«Πρόβλημα» η ανεργία νέων και γυναικών

Το ποσοστό απασχόλησης παραμένει χαμηλό, ειδικά για γυναίκες και νέους, αναφέρεται στην έκθεση, με τον Οργανισμό να προτείνει την προώθηση της συμμετοχής των γυναικών σε αμειβόμενη απασχόληση συμπεριλαμβανομένης της ενθάρρυνσης των εργοδοτών να υιοθετήσουν πιο ευέλικτους διακανονισμούς εργασίας, αλλά και την ενίσχυση των κινήτρων για εργοδότες προκειμένου να προσλάβουν νέους εργαζομένους με περιορισμένη εμπειρία.

Διεύρυνση φορολογικής βάσης

Την ίδια στιγμή, ο ΟΟΣΑ ζητά συνέχιση των αλλαγών στον φορολογικό τομέα με διεύρυνση της φορολογικής βάσης.

Κατ’ ουσίαν ζητά αύξηση του πραγματικού φορολογικού συντελεστή για τα διανεμόμενα κέρδη κεφαλαίου (τα οποία, όπως σημειώνεται, είναι από τα χαμηλότερα στις χώρες του ΟΟΣΑ), με παράλληλη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τα μεσαία εισοδήματα.

Ακόμη, προτείνει να υπάρξουν τακτικές και ολοκληρωμένες ανασκοπήσεις του κόστους και των οφελών όλων των φορολογικών απαλλαγών και επιδοτήσεων,  επισημαίνοντας αυτές που ισχύουν για τα ορυκτά καύσιμα, αλλά και ορισμό ενός χρονοδιαγράμματος στο οποίο αυτές οι φορολογικές δαπάνες θα μηδενιστούν.

Προτείνει επίσης τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας για τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, κυρίως των αυτοαπασχολούμενων.

Συγκράτηση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων

Επιπρόσθετα, ο ΟΟΣΑ ζητά συγκράτηση του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων με την προώθηση ανακατανομής προσωπικού σε τομείς που υπάρχουν ελλείψεις. Ακόμη, προτείνει:

– Ενίσχυση των προσλήψεων στις δημόσιες υπηρεσίες, διασφαλίζοντας ότι η διαδικασία ανταποκρίνεται στις ανάγκες δεξιοτήτων των διαφόρων φορέων και στον αυξανόμενο ανταγωνισμό για δεξιότητες.

– Ενοποίηση κατακερματισμένων δραστηριοτήτων, όπως οι δημόσιες συμβάσεις σε ειδικούς φορείς. Ανάπτυξη και απαίτηση χρήσης συμφωνιών – πλαισίων για κοινές δημόσιες προμήθειες.

Αφήστε μια απάντηση