O Ángel de la Calle παρουσιάζει τα «Χρώματα πολέμου»

ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ENA GRAPHIC NOVEL, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ (με πολλές προεκτάσεις)
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

Αυτό το γκράφικ νόβελ αποτελεί ένα έργο αναγνώρισης, ίσως και αγάπης, σε μία γενιά καλλιτεχνών, προηγούμενη από τη δική μου, που αποφάσισε πως η Τέχνη δεν θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή και ότι θα ήταν ο ένοπλος αγώνας αυτός που θα την άλλαζε.

Είναι η ιστορία, οι ιστορίες δηλαδή, των απελευθερωτικών πολέμων της Αποικίας της Λατινικής Αμερικής.

Είναι οι δεύτεροι πόλεμοι, που γίνονται αυτή τη φορά όχι ενάντια στο ισπανικό στέμμα αλλά ενάντια στον μεγάλο εχθρό από τον Βορρά, τις Ηνωμένες Πολιτείες.Και είναι επίσης ένας συλλογισμός γύρω από τα βασανιστήρια και τα στρατόπεδα θανάτου των δικτατοριών των χωρών του νοτίου μισού της Λατινικής Αμερικής κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.

Είναι η ζωή των εξόριστων και συγκεκριμένα τεσσάρων καλλιτεχνών οι οποίοι αφού πρώτα πήραν τα όπλα, στη συνέχεια οδηγήθηκαν στα παράνομα κέντρα φυλάκισης. Κατάφεραν, ωστόσο, να επιβιώσουν από τα βασανιστήρια και κατέληξαν εξόριστοι στο Παρίσι, που όμως δεν είχε πλέον τη ζωντάνια της δεκαετίας του 1950, είχε πάψει να είναι μια πόλη-γιορτή.

Τρεις νοτιοαμερικάνοι, ένας Ουρουγουανός tupamaro [1] ένας Αργεντίνος montonero [2] και μια Χιλιανή mirista [3] σμίγουν για μερικούς μήνες στην πρωτεύουσα της Γαλλίας για να δημιουργήσουν αυτοπροσωπογραφίες, να τις αναπαράγουν και να τις κρεμούν στους τοίχους κάποιων συνοικιών του Παρισιού.[4] Στο μεταξύ, ένας ζωγράφος που έχει επιζήσει από τη σφαγή στην Πόλη του Μεξικού [5] ζωγραφίζει τον ομορφότερο πίνακα του κόσμου ενώ βρίσκεται κρυμμένος σε ένα στούντιο στην Πόλη του φωτός.

Και ύστερα τίποτα. Εξαφανίζονται από το πρόσωπο της γης. Πλέον κανείς δεν μαθαίνει κάτι γι’ αυτούς.

Ένας Ισπανός ο οποίος φέρει το όνομα του συγγραφέα αυτού του γκράφικ νόβελ φθάνει στο Παρίσι για να γράψει μία βιογραφία της Αμερικανίδας ηθοποιού Τζιν Σίμπεργκ (1938-1979), της αδιαμφισβήτης μούσας της Nouvelle Vague, που είχε βρεθεί νεκρή στο αυτοκίνητό της, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.

Και όλο αυτό περιστοιχίζεται από την ιστορία της Σύγχρονης Τέχνης. Τις αρετές της και τα ελαττώματά της. Και η ποίηση να διαχέεται παντού. Και δύο μυθιστορήματα που κατέχουν σημαντική θέση σε αυτό το μικρό σύμπαν των εκπατρισμένων στην Πόλη του Φωτός. Το Κουτσό του Χούλιο Κορτάσαρ, που θεωρείται το καλύτερο μυθιστόρημα του 20ού αιώνα στα ισπανικά, ένα βιβλίο-έμβλημα για τη Μάργκα, την καλλιτέχνιδα από τη Χιλή που προσπαθεί να μην ξεχάσει τον τρόμο, γιατί δεν θέλει να περάσουν τα χρόνια και να ξεχαστεί ο βρώμικος πόλεμος. Και Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο [6] του Αμερικανού συγγραφέα Philip Κ. Dick, ίσως το πιο επιδραστικό μυθιστόρημα της δεκαετίας του 1970 στη Μητρόπολη της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας.

Το πρώτο από τα βιβλία αυτά, το Κουτσό, αναφέρεται στην κουλτούρα της εξορίας και των πρωταγωνιστών της, δηλαδή τους εξόριστους που, όπως ο Οδυσσέας, πλέουν γεμάτοι φόβο και δίχως πυξίδα σε αχαρτογράφητα νερά. Το δεύτερο, Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο, είναι ένα δυστοπικό μυθιστόρημα που περιγράφει έναν κόσμο στον οποίο, οι Σύμμαχοι έχασαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και νίκησε ο Άξονας.

Σε έναν κόσμο δίχως κέντρο, χωρίς βεβαιότητες, η τύχη είναι ο Θεός. Όμως τα βιβλία μπορούν να είναι, σε αλλόκοτα χρόνια, οι οδηγοί που καθορίζουν την πραγματικότητα, εκεί όπου το αληθινό δεν φτάνει.

Γι’ αυτό μιλάει αυτό το γκράφικ νόβελ. Με πολύ αίνιγμα και ευκολία στην ανάγνωση.

Εάν το πιο βαθύ είναι το δέρμα, αυτό το κόμικ έχει ένα δέρμα πολύ βαθύ.

Ελπίζω να σας αρέσει.

Ángel de la Calle

Σημειώσεις:
[1]: Movimiento de Liberación Nacional-Tupamaros, MLN-T. Το κίνημα των Τουπαμάρος δημιουργήθηκε στην Ουρουγουάη το 1965 από ομάδες σοσιαλιστών, μαοϊκών και αναρχικών που πίστευαν στη σοσιαλιστική επανάσταση και στην ανάγκη του ένοπλου αγώνα (Δαμηλάκου 175).
[2]: Movimiento Peronista Montonero. Η οργάνωση των Μοντονέρος ήταν η πιο σημαντική από τις φιλοπερονικές αντάρτικες οργανώσεις που δημιουργήθηκαν στην Αργεντινή στα τέλη της δεκαετίας του 1960 (Δαμηλάκου 176).
[3]: Movimiento de Izquierda Revolucionaria (MIR). Επαναστατική οργάνωση της Αριστεράς στη Χιλή. Η δικτατορία του Πινοτσέτ εξόντωσε μαζικά και συστηματικά τα μέλη της.
[4]: Καλλιτεχνική ομάδα αυτορεαλιστών, που πίστευαν ακράδαντα ότι η τέχνη θα μπορούσε να αλλάξει τη ζωή, ή τουλάχιστον να τη βελτιώσει (σελ. 244). Θεωρούσαν επίσης ότι οι τοίχοι της πόλης θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως υπόβαθρο για αυτοπροσωπογραφία (σελ. 179) και η αυτοπροσωπογραφία σαν καθρέφτης του κοινωνικού σώματος (σελ. 205).
[5]: Αναφέρεται στη Σφαγή του Τλατελόλκο, 1968.
[6]: Στα ελληνικά το μυθιστόρημα εναλλακτικής ιστορίας του Φίλιπ Κ. Ντικ έχει κυκλοφορήσει με τους τίτλους Ο άνθρωπος στο ψηλό κάστρο και Ο άνθρωπος στο απόρθητο κάστρο. Το βιβλίο διακρίθηκε με το βραβείο Hugo (1963) και έκανε γνωστό τον συγγραφέα του στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας.

Το γκράφικ νόβελ του Άνχελ ντε λα Κάγιε Χρώματα πολέμου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις red n’ noir (σελ.: 296, τιμή: €22,00). Τον πρόλογο υπογράφει ο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ και τη μετάφραση ο Κρίτων Ηλιόπουλος.
Το βιβλίο τιμήθηκε με το A’ βραβείο του Salón Internacional del Cómic στη Βαρκελώνη.

Ο Άνχελ Δε Λα Κάγε (Ángel de la Calle) δημιουργεί κόμικ από το 1979. Σύντομες ιστορίες του έχουν δημοσιευτεί σε αρκετά έντυπα, όπως Zona 84, El Víbora, Comic Internacional, Heavy Metal. είναι διευθυντής του ισπανικού λογοτεχνικού φεστιβάλ Semana Negra. Το 2003 εξέδωσε το Tina Modotti, Από την τέχνη στην επανάσταση, ένα γκράφικ νόβελ που κέρδισε πολλά βραβεία και μεταφράστηκε σε έξι γλώσσες μεταξύ των οποίων και στα ελληνικά από τις Εκδόσεις ΚΨΜ.

Απόσπασμα από το κάτι σαν πρόλογο που έγραψε ο Paco Ignacio Taibo II για τα Χρώματα Πολέμου:

Ο Άνχελ ξέρει ότι τελικά, ένα γκράφικ νόβελ είναι ουσιαστικά μυθιστόρημα, και ένα μυθιστόρημα (η μητέρα όλων των λογοτεχνικών μαχών) είναι μια περιπέτεια που συνδέει χίλιες ιστορίες και μία εποχή, όπου ένας από τα πρόσωπα του έργου θα πει: «Εμείς θέλαμε να γίνουμε η χώρα αλλά γίναμε απλώς το τοπίο».

Μην ξεγελαστείτε από το σημείωμα ετούτο. Ο Άνχελ οργανώνει το χάος: συνέχειες, επιστροφές στο παρελθόν, αφηγήσεις σε πρώτο ή τρίτο πρόσωπο, επιστολές, γεγονότα που πηγαινοέρχονται μέσα στο χρόνο, δευτερεύουσες αστυνομικές πλοκές (όπως η ύπαρξη ενός πλαστογράφου τέχνης).Και παρεμβάλλει αληθινά πρόσωπα, όπως ο Χουάν Γκοϊτισόλο, ο Ζαν Πολ Σαρτρ, οι καταστασιακοί, οι Γάλλοι σκηνοθέτες του νέου κύματος στον κινηματογράφο, μαζί με τα φανταστικά του πρόσωπα, που μερικές φορές δείχνουν πιο αληθινά από τα προηγούμενα. Και, την ώρα της αφήγησης, επιτρέπει τα πάντα στον εαυτό του: ονειρισμό, παράπλευρες διαδρομές και παράπλευρες στο παράπλευρο, ή πηγαίνει από το ρεαλισμό στον μαγικό ρεαλισμό, για παράδειγμα, στις υπέροχες σελίδες της φυγής του Μπαραγκάν μετά τη σφαγή του Τλατελόλκο με τον Φον Παάλεν, όπου παραλίγο να πιστέψω ότι το αεροπλάνο που τον έβγαζε από το Μεξικό το κυβερνούσε ο Μαρλό ή ο Σεν Εξιπερί.

Όσο πιο βαθιά μπαίνω στο «Χρώματα πολέμου», τόσο περισσότερο εντάσσομαι κι εγώ στην περιπλοκότητα μιας εποχής, φτάνουν στ’ αφτιά μου απόηχοι παλιών λογομαχιών, αρχίζω να βλέπω ξεχασμένα πρόσωπα και συζητήσεις. Και πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Άνχελ για τα αστικά τοπία του, τις συνεχείς αναπαραγωγές πινάκων, φωτογραφιών και τοιχογραφιών, τον έρωτα του για τις λεπτομέρειες, τη λογοτεχνική του ικανότητα να συγκεντρώνει την ιστορία σ’ ένα χαμένο παπούτσι…

Με εκπλήσσει το πόσο αργά διαβάζω, αρπάζοντας λεπτομέρειες, απολαμβάνοντας τα κρυφά νεύματα, ξανακοιτάζοντας μια σελίδα, προσπαθώντας να συρράψω ιστορία με αναμνήσεις, κάνοντας ερωτήσεις στον εαυτό μου. Τίποτα δεν είναι σαν το μυθιστόρημα για να δημιουργήσεις έναν κόσμο και όταν λέω μυθιστόρημα εννοώ, μερικές φορές, και το εικονογραφημένο μυθιστόρημα ή γράφικ νόβελ.

Το κείμενο του συγγραφέα για το website της ΕΡΤ:

Pinturas de guerra.

Esta novela gráfica es una carta de reconocimiento, tal vez amor, a una generación de artistas, anterior a la mía, que decidieron que el Arte no podría cambiar la vida y que serían las armas la que la cambiasen.
Es la historia, las historias, de las guerras de liberación de la Colonia latinoamericana. Las segundas guerras, esta vez no contra la corona española sino contra el gran enemigo del norte, los USA.
Y es también una reflexión sobre la tortura y los campos de la muerte de las dictaduras del Cono Sur en los años sesenta y setenta.
Es la vida de exiliados de cuatro de esos artistas que tras empuñar las armas acabaron en los centros de detención ilegal pero lograron sobrevivir y terminaron exiliados en París, que no era ya una fiesta.
Tres sudamericanos, un tupamaro uruguayo, un montonero argentino y una chilena mirista se unen durante un par de meses en la capital de Francia para realizar autoretratos, reproducirlos y pegarlos por las paredes de algunos barrios de París. Mientras un sobreviviente de la matanza de la Plaza mexicana de Tlatelolco pinta y se esconde en un estudio de la ciudad luz, mientras pinta el cuadro más bello del mundo.
Y luego nada. Ya no se vuelve a saber de ellos.
Un español que responde al nombre del autor de la novela gráfica llega a París para escribir una biografía de la actriz norteamericana, recién fallecida en extrañas circunstancias, Jean Seberg. La musa de la Nouvelle Vague.
Y rodeándolo todo la historia del Arte Contemporáneo. Sus virtudes y sus miserias.
Y la poesía contaminándolo todo. Y dos novelas que rigen ese pequeño universo de desterrados en la Ciudad Luz. La mejor novela del siglo XX en español, Rayuela de Julio Cortázar, emblema para Marga, la artista chilena que busca no olvidar el horror, porque no quieren que pasen los años y se le olvide la guerra sucia. Y El hombre en el castillo, del escritor norteamericano Philip K. Dick, probablemente la novela más determinante de los años sesenta en la metrópoli del imperio norteamericano.
El primero de esos libros habla de la cultura del exilio y de sus protagonistas, los exiliados que como Ulises navegan sin brújula por un mar desconocido y llenos de espanto.
El hombre en el castillo es una distopía donde el Eje ganó la Segunda guerra mundial y los Aliados la perdieron.
En un mundo sin centro, sin certezas, el azar es el Dios. Pero los libros pueden ser, en tiempos dislocados, las guías que fijen la realidad donde lo real no alcanza.
De eso habla esta novela gráfica. Con mucho enigma y facilidad de lectura.
Si lo más profundo es la piel, este cómic tiene una piel muy profunda.
Espero que les guste.

Ángel de la Calle

Υστερόγραφο: Η στήλη ευχαριστεί θερμά τον εκδοτικό οίκο red n’ noir για την ευγενική παραχώρηση των εικόνων από το εσωτερικό του βιβλίου Χρώματα πολέμου, για την παρουσίασή του.

www.ertnews.gr

Μαρία Σφυρόερα