Τελευταίοι και Πρώτοι Άνθρωποι: Ένα υβριδικό έργο μεταξύ μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και εικαστικής ταινίας

Ένα υβριδικό έργο μεταξύ μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και εικαστικής ταινίας, που απευθύνεται σε κοινό έτοιμο για όλα. Μια πρωτότυπη μεταφορά βιβλίου στην μεγάλη οθόνη, με το voice over να κινητοποιεί την φαντασία του θεατή, συν-συνθέτοντας ένα οιονεί audio book το οποίο συνοδεύει την αναπαραγωγή μιας βίντεο-εγκατάστασης.

Μια μονότονη αφήγηση «παραδίδει» μια σειρά μαθημάτων που θα έπρεπε εδώ και 2000 χρόνια να έχουμε διδαχθεί για το σύμπαν μας. Οι πληροφορίες είναι συγκεκριμένες και επινοημένες. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ακόμα και αν έχουμε να κάνουμε με ένα mockumentary, αυτό δεν είναι από εκείνα του συρμού. Το απόλυτο ασπρόμαυρο διακόπτεται ενίοτε από μια πράσινη κουκίδα που γίνεται ακτίνα, και που μας επαναφέρει στην ηχητική διάσταση των εικόνων. Θα ξαναέρθει και θα ξαναέρθει μέχρι εκείνη η κουκίδα να γίνει το κόκκινο του ηλίου ή ενός λιγότερο θερμού πλανήτη. Αργόσυρτα πλάνα καταγραφής επεμβαίνουν στην παρατηρητικότητά μας.

Επί έναν μήνα ο σκηνοθέτης με τον διευθυντή φωτογραφίας όργωσαν τα Βαλκάνια,
εξοπλισμένοι με μια μηχανή λήψης 16 χιλιοστών κι έναν μικρό γερανό, καταγράφοντας spomenik (στα σέρβικα και κροατικά η λέξη σημαίνει «μνημείο») διάσπαρτα σε όλες τις περιοχές της τέως Γιουγκοσλαβίας, σε τοποθεσίες στρατοπέδων συγκέντρωσης, μεγάλων μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, σφαγών από τους Ναζί ή και συγκρούσεων με τους Οθωμανούς κατακτητές τους προηγούμενους αιώνες.

Δέχεσαι μια σύμβαση επιλέγοντας να δεις αυτό το –κυριολεκτικό, καθότι γυρισμένο σε 16 mm– φιλμ: δεν είναι ταινία σαν αυτές με τις οποίες είσαι εξοικειωμένος. Στην πραγματικότητα διαβάζεις (για τους αγγλόφωνους, ακούς) ένα φωτοβιβλίο, που η κινηματογραφική ροή του καθορίζει και τον χρόνο και τον ρυθμό ανάγνωσης, χωρίς τη δυνατότητα επανάληψης τμημάτων που σε προβληματίζουν. Πρόκειται για ένα πρωτογενές βίωμα που ενστερνίζεται τόσο την παθητική παρατήρηση όσο και την ενεργητική κατανόηση. Είναι απέραντο σαν το σύμπαν αλλά και μια κουκίδα στο άπειρο όσο κάθε έμβιο πλάσμα που κρίνει εαυτό ως σπουδαίο και μέγα.

Με σύμμαχο την απουσία χρωμάτων, στο απόλυτο κιαροσκούρο, κάθε εικόνα ή αντικείμενο κινητοποιεί τη φαντασία: το χώμα μοιάζει με σύννεφο, οι λεπτομέρειες μιας ταλαιπωρημένης πέτρας με λεπτομέρειες ενός πέτρινου φύλλου, με το φλεβικό μας σύστημα. Ένα απομεινάρι αρχαίου πολιτισμού με μεταμοντέρνα αρχιτεκτονική παρέμβαση.

Η αφήγηση συνεχίζεται με τα μεγέθη να παλεύουν με το άπειρο: λίγα φιλμικά λεπτά είναι χιλιάδες χρόνια, όπως και κάθε εικόνα χίλιες λέξεις.

Το αβέβαιο και το προσδιορισμένο μάχονται σε μια πάλη που ούτε το έπαθλο ούτε η αιτία της έχουν οριστεί. Γεωμετρική συμμετρία ακατέργαστης τελειότητας.

«Βιώσαμε όλα τα σφάλματα που έκαναν όλοι οι άνθρωποι και πλέον είμαστε έτοιμοι να οδηγηθούμε στην ωριμότητα».

Τί είναι τελικά αυτό το αχαρτογράφητο κινηματογραφικά ποιητικό αφήγημα; Μοιάζει με διανοητικό παιχνίδι χωρίς κανόνες για παίκτες που δεν τζογάρουν. Ή ακόμα καλύτερα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Είναι μια ξεκάθαρη άμυνα για την πραγματικότητα».

Αν και το κείμενο της ταινίας είναι σαφέστατο, σε περίπτωση που αδυνατείτε να κατανοήσετε κείμενο ή ταινία (όταν τη δείτε), να είστε περήφανοι. Είναι σαν το πρώτο λογοτεχνικό βιβλίο που θα πιάσει στα χέρια του ένα παιδί το οποίο μόλις έμαθε την αλφαβήτα: δυσνόητο και απλό, που τονίζει το εύρος ελλείψεων που οφείλει να έχει όποιος το προσλάβει με τη φαντασία ως συντακτικό και τη λογική ως ορθογραφικό λάθος.

Το «Τελευταίοι και Πρώτοι Άνθρωποι» του –φευγάτου σε άλλους γαλαξίες πια, μετά τον πρόωρα αδόκητο χαμό του ακριβώς προ τετραετίας– ηλεκτροκλασικιστή μουσικοσυνθέτη Γιόχαν Γιόχανσον, με τη φωνή της Τίλντα Σουίντον, μας ταξιδεύει στο σύμπαν τού ομώνυμου βιβλίου του sui generis σκαπανέα του sci-fi Όλαφ Στέιπλεντον από το 1930.

Εύκολα μεταμορφώνεται στο dune μιας Ισλανδικής art house ποιητικής τρέλας με μοναδικό αρχιτέκτονα έναν συμπαντικό θεό, μαέστρο που ενορχηστρώνει μια σκηνοθετική απιθανότητα που αναπαύεται με διαφορετικά υλικά στο μυαλό κάθε μεμονωμένου θεατή.

Σε κυκλική δομή θα κάνει μια πλήρη περιστροφή γύρω από τον εαυτό της αυτή η αταξινόμητη μα τόσο ξεχωριστή ταινία.

Όμως δεν έχει έρθει το τέλος, ακόμα και μετά την πλήρη περιστροφή. Το σύμπαν, πονεμένο, έχει έναν οικολογικό επίλογο που, χωρίς να τον βλέπουμε, τον αισθανόμαστε. Ο παραγκωνισμός τού οικουμενικού πνεύματος σα φάντασμα ενσωματώνεται στις ενοχές μας όσο θα σκεφτόμαστε ξανά και ξανά την ταινία.

www.ertnews.gr

Αλέξανδρος Ρωμανός Λιζάρδος