Γιατί η Πολίν Αρμάνζ μισεί τους άνδρες; Γράφει η Βασιλική Κοκκίνου

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ, ΜΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

Στο βιβλίο Μισώ τους άντρες, η Πολίν Αρμάνζ εξετάζει την πιθανότητα οι γυναίκες να έχουν όντως λόγο να μισούν τους άντρες και ο θυμός τους να είναι στην πραγματικότητα ένα «χαρούμενο ταξίδι προς τη χειραφέτηση», εφόσον τον αφήσουν να εκφραστεί. Στην ουσία πρόκειται για ένα φεμινιστικό και εικονοκλαστικό κείμενο που υπερασπίζεται τη μισανδρία ως μέσο για να δημιουργηθεί χώρος για την αλληλεγγύη μεταξύ των γυναικών. Ο τίτλος είναι όντως προκλητικός, αλλά ο σκοπός λογικός. Σε καμία περίπτωση η συγγραφέας δεν υποκινεί τη βία. Αυτό που προτρέπει τις γυναίκες είναι να φανταστούν έναν νέο τρόπο ύπαρξης, να μην παίρνουν τοις μετρητοίς τις γνώμες των αντρών και να ανακαλύψουν τη δύναμη των γυναικείων σχέσεων, που είναι γεμάτες αμοιβαιότητα, ευγένεια και δύναμη.

Αυτό που έκανε, λοιπόν, την Πολίν Αρμάνζ να γράψει το εν λόγω βιβλίο είναι η συνειδητοποίηση ότι μόνο ενωμένες οι γυναίκες μπορούν να διεκδικήσουν και να πετύχουν την πραγματική ισότητα μεταξύ των δύο φύλων (αίτημα των γυναικών από τον 19ο αιώνα) κι ακόμη να αποφύγουν να γίνουν θύματα κακοποίησης (σεξουαλικής ή βιαιοπραγιών). Βάσει ερευνών, μία στις πέντε γυναίκες στην Ελλάδα θα υποστεί σεξουαλική επίθεση στην ζωή της, ενώ ένας στους οκτώ ή εννέα άντρες θα πάθει τα ίδια. Το ίδιο ισχύει και για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Όσον αφορά το μίσος που δηλώνει ότι τρέφει για τους άντρες, η έννοια της μισανδρίας δεν είναι κάτι νέο. Αναφέρεται για πρώτη φορά στο έργο του Αισχύλου και κυρίως στις τραγωδίες του «Επτά επί Θήβας» και «Ικέτιδες». Σε αντίθεση με τον μισογυνισμό, δεν έχει παγιωθεί συστημικά, ιστορικά και θεσμικά, κι αυτό γιατί, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, δεν έχει αποκτήσει διαστάσεις κοινωνικού πεπραγμένου, αναγνωρισμένου πολιτισμικά.

«Αν η μισανδρία είναι στόχος», λέει η συγγραφέας, «δεν έχει θύματα του οποίου τον νοσηρό λογαριασμό κάνει κάποιος σχεδόν καθημερινά. Η μισανδρία δεν σκοτώνει ούτε πληγώνει κανέναν, δεν εμποδίζει κανέναν άντρα να έχει το επάγγελμα και τα πάθη που θέλει, να ντύνεται όπως θέλει, να περπατάει στον δρόμο όταν πέσει το σκοτάδι και να εκφράζεται όπως του καπνίσει, πράγματα που δεν ισχύουν για τις γυναίκες. Η κατηγορία της μισανδρίας είναι ένας μηχανισμός αποσιώπησης : ένας τρόπος για να φιμωθεί ο θυμός, βίαιος καμιά φορά, αλλά πάντοτε νόμιμος, των καταπιεζομένων προς τους καταπιεστές τους».

Και συνεχίζει: «Πάντως αν η μισανδρία χαρακτηρίζει όποιον απεχθάνεται τους άντρες και ο μισογυνισμός όποιον απεχθάνεται τις γυναίκες, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι στην πραγματικότητα οι δύο αυτές έννοιες δεν είναι ισότιμες. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τη μισανδρία και τον μισογυνισμό, γιατί απλούστατα η πρώτη υπάρχει μόνο ως αντίδραση στον δεύτερο. Θυμίζουμε ότι οι μισογύνηδες χρησιμοποιούν όπλα από την απλή παρενόχληση μέχρι το έγκλημα. Τα στατιστικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά και τρομάζουν πραγματικά».

Πού οφείλεται όμως η βία κατά των γυναικών (και όχι μόνο) από μέρους των αντρών; Μα επειδή στην κοινωνία, χωρίς αμφιβολία, κυρίαρχη δύναμη παραμένει η Πατριαρχία, η οποία έχει δομηθεί εδώ και αιώνες. Από πολύ νωρίς η γυναίκα μαθαίνει να παίζει τον φυλετικό ρόλο που της έχει επιβάλλει η κοινωνία. Είναι το «ασθενές» φύλο και οφείλει να ασχολείται μόνο με τις κούκλες της όταν είναι μικρή, κι όταν μεγαλώσει (μετά τον ερχομό του Πρίγκιπα που θα την ξυπνήσει με ένα φιλί) με τα παιδιά της. Ακόμα κι όταν βγήκε στη δουλειά, τα περισσότερα βάρη έπεσαν στους δικούς της ώμους, ενώ οι ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται. Για παράδειγμα, στον εργασιακό χώρο εξακολουθεί να υπάρχει μισθολογική απόκλιση αντρών και γυναικών στην ίδια κλίμακα εργασιακής ιεραρχίας.

Γι’ αυτό τον λόγο το πάγιο αίτημα των γυναικών για ισότητα παραμένει πάντα επίκαιρο και συνδέεται άμεσα με όλες τις οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις που επικρατούν στη χώρα τους. Χρειάζεται πολύς αγώνας ακόμα για να πραγματοποιηθεί το όνειρο της Πολίν Αρμάνζ και των φεμινιστριών γενικότερα, για έναν κόσμο ισότητας, σεβασμού και δικαιοσύνης.

Η 26χρονη Πολίν Αρμάνζ, μαχητική φεμινίστρια, ακτιβίστρια και μπλόγκερ, ζει στη Λιλ της βόρειας Γαλλίας με τον σύζυγό της και τον γάτο της.

Το Μισώ του άντρες είναι το πρώτο της βιβλίο. Ένα βιβλίο που προκάλεσε την αντίδραση ενός συμβούλου στο Υπουργείο Ισότητας της Γαλλίας, ο οποίος επιχείρησε να εμποδίσει την κυκλοφορία του απειλώντας τον εκδοτικό οίκο με νομικές κυρώσεις επί τη βάσει της «υποκίνησης μίσους». Όπως ήταν φυσικό, η απόπειρα λογοκρισίας καταδικάστηκε επισήμως και σε όλους τους τόνους – και όπως ήταν επίσης φυσικό, εκτίναξε τις πωλήσεις του βιβλίου πέρα από κάθε προσδοκία των εκδοτών, αλλά και της συγγραφέως.

Βασιλική Κοκκίνου

Το βιβλίο της Πολίν Αρμάνζ (Pauline Harmange) ΜΙΣΩ ΤΟΥΣ ΑΝΤΡΕΣ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Οξύ, σε μετάφραση από τα γαλλικά της Βασιλικής Κοκκίνου (σελ.: 96, τιμή: €9,99).

Η Βασιλική Κοκκίνου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά μεγάλωσε και ζει στο Κερατσίνι. Μετά την αποφοίτησή της από την Ελληνογαλλική Σχολή Jeanne d’Arc του Πειραιά, συνέχισε τις σπουδές της στις ξένες γλώσσες (Γαλλικά και Αγγλικά), γεγονός που την ώθησε αργότερα να ασχοληθεί με τη μετάφραση. Η μεταφραστική δουλειά της αριθμεί εκατοντάδες βιβλία, πολλών σημαντικών κλασικών και συγχρόνων συγγραφέων όπως: Γκυστάβ Φλομπέρ, Τσαρλς Ντίκενς, Βιρτζίνια Γουλφ, Έμιλι Μπροντέ, Χέρμαν Μέλβιλ, Όσκαρ Ουάιλντ, Ιούλιος Βερν, Ναθάνιελ Χόθορν, Ελίζαμπεθ Γκάσκελ, Ζιλμπέρ Σινουέ, Στίβεν Πρέσφιλντ κ.ά. Έχει συνεργαστεί με πολλούς γνωστούς εκδοτικούς οίκους και οι μεταφράσεις της αφορούν βιβλία για παιδιά, εφήβους και ενήλικες. Το 2002 πήρε βραβείο μετάφρασης από την Ελληνική Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας για το βιβλίο Οι πύλες της φωτιάς, του Στίβεν Πρέσφιλντ.
Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές, Η Ελένη της φωτιάς και των ανέμων και Η αέναη πορεία του φεγγαριού. Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας, πρόεδρος της Εταιρείας Τεχνών Επιστήμης και Πολιτισμού Κερατσινίου, και μέλος άλλων κοινωνικών φορέων. Για την προσφορά της στα κοινά έχει τιμηθεί επανειλημμένως από τη Δημοτική αρχή και φορείς της πόλης όπου διαμένει.

 

www.ertnews.gr

Μαρία Σφυρόερα