«Η επιστήμη της αγκαλιάς» – Γιατί επιθυμούμε τόσο να αγγίξουμε τους αγαπημένους μας στον καιρό της πανδημίας

Προκειμένου να κατανοήσουμε γιατί οι περισσότεροι από εμάς λαχταρούμε τόσο το ανθρώπινο άγγιγμα –στον καιρό της πανδημίας που επιβάλλει την εφαρμογή μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης- χρειάζεται να ανατρέξουμε στην ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους. Η Δρ. Susannah Walker είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στον τομέα της συμπεριφοριστικής νευροεπιστήμης, στο πανεπιστήμιο John Moores του Λίβερπουλ. Η ίδια δίνει χρήσιμες πληροφορίες αναφορικά με την «επιστήμη της αγκαλιάς», σε άρθρο της εφημερίδας The Guardian στο διαδίκτυο.

Λαχτάρα για μια αγκαλιά

Με αφορμή τις συζητήσεις των συναδέλφων της, σχετικά με το πόσο τους λείπει η αίσθηση της αγκαλιάς, η επιστήμονας επισημαίνει πως στον καιρό του κορονοϊού και των υποχρεωτικών αποστάσεων μεταξύ ανθρώπων, η λαχτάρα να αγγίξει κάποιος τα αγαπημένα του πρόσωπα εξακολουθεί να βρίσκεται στην κορφή της «λίστας» των επιθυμιών-συνηθειών, που είναι απαραίτητες για πολλούς. Η ανάγκη για επαφή παραμένει το ίδιο έντονη σήμερα, έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του ιού SARS-CoV-2, αναφέρει η ειδικός.

Για του λόγου το αληθές, σύμφωνα με τα ευρήματα μιας πρόσφατης έρευνας, οι αγκαλιές καταλαμβάνουν την τέταρτη θέση στη «λίστα» με όσα ανυπομονούν οι Βρετανοί να κάνουν όταν η ζωή τους επιστρέψει στην «κανονικότητα». Η έξοδος σε ένα εστιατόριο, η επίσκεψη στο σπίτι ενός συγγενή και στο σπίτι ενός φίλου είναι οι τρεις πρώτες επιθυμίες των περισσότερων, όπως φαίνεται από τα στοιχεία της μελέτης.

Φωτό: AP /Thomas Peipert

Επιχειρώντας να δώσει μια εξήγηση στο γιατί οι εικονικές συναντήσεις με τα οικεία μας πρόσωπα (μέσω διαδικτύου) δεν αρκούν για να καλύψουν μέσα μας το συναισθηματικό «κενό» που δημιουργεί η απώλεια του αγγίγματος, η Walker αναφέρει: «Οι άνθρωποι γεννιούνται αβοήθητοι. Από τη γέννησή μας βασιζόμαστε σε άλλους για να μας δώσουν τροφή, να μας εξασφαλίσουν ζεστασιά και να μας παρηγορήσουν όταν είμαστε στεναχωρημένοι. Όπως όλα τα θηλαστικά, έχουμε την έμφυτη προδιάθεση να αναζητήσουμε σωματική επαφή προκειμένου να εξασφαλίσουμε την επιβίωσή μας. Το άγγιγμα παίζει σημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια των αλληλεπιδράσεων μας. Η επαφή, δέρμα με δέρμα, μεταξύ μιας μητέρας και του βρέφους της βοηθά στη σωστή λειτουργία της καρδιάς και της αναπνοής του μωρού, μειώνει τα επίπεδα ορμονών του στρες, συμβάλει στην ανάπτυξη του εγκεφάλου».

»Όσο πιο αξιόπιστη και γεμάτη ευαισθησία είναι η φροντίδα του παιδιού (από τα πρώτα στάδια της ζωής του) τόσο μεγαλύτερο θα είναι το όφελος σε σχέση με την υγεία και την ευημερία του αργότερα στη ζωή», σημειώνει η καθηγήτρια και προσθέτει: «Το άγγιγμα στέλνει το “μήνυμα” στα μωρά ότι υπάρχει υποστήριξη και ότι αυτά είναι ασφαλή. Καθώς μεγαλώνουμε, το άγγιγμα παίζει σημαντικό ρόλο στη σύναψη και διατήρηση των κοινωνικών μας σχέσεων ως ενήλικες. Όταν στεναχωριόμαστε, επιστρέφουμε σε προηγούμενες εμπειρίες αγγίγματος, βασιζόμενοι σε μη λεκτικές υποστηρικτικές συμπεριφορές όπως οι αγκαλιές, το κράτημα του χεριού και τα χάδια».

Δέρμα και αφή

Όπως επισημαίνει και η Δρ. Susannah Walker, τα ανακουφίστηκα οφέλη του αγγίγματος έχουν τις «ρίζες» τους στο δέρμα μας. Οι αισθητηριακοί υποδοχείς στο δέρμα μάς πληροφορούν για το τι συμβαίνει στην επιφάνεια του σώματός μας. Για παράδειγμα, όταν μια μύγα προσγειώνεται στη μύτη μας, το «γαργαλητό» της μάς προκαλεί φαγούρα. Νιώθουμε πάνω μας τη ζεστασιά του ήλιου ή την πίεση όταν κάποιος μας σφίγγει το χέρι. Αυτά τα «σήματα» συνδυάζονται στον εγκέφαλό μας, μαζί με πληροφορίες σχετικά με το πώς αισθανόμαστε, ποιους αγκαλιάζουμε κλπ. Έτσι δημιουργούνται οι ευχάριστες αισθήσεις που πολλοί λαχταρούμε.

Μέχρι πρόσφατα, οι νευροβιολόγοι που μελετούν την αίσθηση της αφής επικεντρώνονταν στα αισθητήρια νεύρα, τα οποία μάς επιτρέπουν να εντοπίζουμε και να εξερευνούμε επιφάνειες, υφές και αντικείμενα. Οι αισθητηριακοί υποδοχείς, που βρίσκονται στο δέρμα των χεριών και των δακτύλων μας, στέλνουν άμεσα σήματα σε περιοχές του εγκεφάλου που επεξεργάζονται τις πληροφορίες σε σχέση με την αφή. Τελευταία ωστόσο, οι επιστήμονες επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στη λειτουργία νεύρων, ευαίσθητων στην αφή, σε άλλα μέρη του σώματος όπως η πλάτη.

Τα εν λόγω αισθητήρια νεύρα στέλνουν σήματα σε περιοχές του εγκεφάλου μας που σχετίζονται με την επεξεργασία των συναισθημάτων. Αντιδρούν περισσότερο στη θερμοκρασία του δέρματος και στο απαλό άγγιγμα. Μελέτες έχουν δείξει ότι όταν οι άνθρωποι χαϊδεύουν το παιδί τους ή τον/την σύντροφό τους χρησιμοποιούν αυθόρμητα απαλές κινήσεις. Το άγγιγμα αυτού του είδους θεωρείται ευχάριστο. Μας ηρεμεί, μειώνει τους παλμούς της καρδιάς μας, καθώς και τις επιπτώσεις του στρες.

Ωκυτοκίνη: Η ορμόνη της αγάπης

Στο άρθρο της εφημερίδας The Guardian επισημαίνεται ότι, όταν διεγείρονται, τα συγκεκριμένα αισθητήρια νεύρα στέλνουν σήματα -μέσω του νωτιαίου μυελού– στον εγκέφαλο όπου απελευθερώνουν, μεταξύ άλλων, την ορμόνη ωκυτοκίνη (γνωστή και ως ορμόνη της ηρεμίας ή της αγάπης). Η ορμόνη αυτή απελευθερώνεται και όταν κάποιος μας αγκαλιάζει, επισημαίνει η επιστήμονας στην προσπάθειά της να μας βοηθήσει να καταλάβουμε γιατί μας λείπουν τόσο οι αγκαλιές στην εποχή του νέου κορονοϊού.

Φωτό: AP /Jose Luis Magana

Εντούτοις αξίζει να σημειωθεί πως η ωκυτοκίνη (Oxytocin) απελευθερώνεται -κατά τη διάρκεια των κοινωνικών μας αλληλεπιδράσεων- υπό συγκεκριμένες συνθήκες/ προϋποθέσεις, εντός του πλαισίου στο οποίο βρισκόμαστε κάθε φορά: Μόνο όταν μια αγκαλιά είναι επιθυμητή γίνεται αισθητή η ανακουφιστική της επίδραση. Όταν το άγγιγμα είναι επιθυμητό, τα οφέλη από αυτό μοιράζονται μεταξύ όσων το αισθάνονται. Αλλά η παραπάνω εμπειρία δεν είναι απαραίτητο να αφορά μόνο την αλληλεπίδραση ανθρώπου με άνθρωπο. Τα επίπεδα της ωκυτοκίνης αυξάνονται επίσης σε έναν σκύλο και στον ιδιοκτήτη του, όταν ο δεύτερος χαϊδεύει τον τετράποδο φίλο του. Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί, την περίοδο της υποχρεωτικής παραμονής στο σπίτι εξαιτίας της πανδημίας, αυξήθηκε ο αριθμός εκείνων που υιοθέτησαν κατοικίδια.

Εδώ και έναν χρόνο, οι περιορισμοί εξαιτίας της Covid-19 επηρέασαν αρνητικά την ευημερία πολλών ανθρώπων. Αρκετοί είναι αυτοί που αισθάνονται μοναξιά και δυσάρεστα συναισθήματα. Ταυτόχρονα χρειάζεται να καταπιέσουν τα φυσικά τους ένστικτα, τα οποία είναι συνυφασμένα με την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους εδώ και εκατομμύρια χρόνια· χρησιμοποιούμε το άγγιγμα για να ηρεμήσουμε, να δείξουμε ότι νοιαζόμαστε για τον άλλον. Καταλήγοντας, η Δρ. Susannah Walker σημειώνει: «Με τη λήξη των περιοριστικών μέτρων, θα αρχίσουμε γρήγορα να εκδηλώνουμε πάλι τις συνηθισμένες μας συμπεριφορές. Η διαφορά είναι ότι, πλέον, ίσως τις εκτιμούμε λίγο περισσότερο σε σύγκριση με παλαιότερα».


Πηγή: The Guardian

Φωτογραφίες: Associated Press

www.ertnews.gr

Νικόλαος Περδικάρης

Αφήστε μια απάντηση