Ο ποιητής γιατρός των φτωχών Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς

Ο ποιητής γιατρός των φτωχών Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς

Διάβασα το βιβλίο «Ιστορίες ενός γιατρού», εκδόσεις Αρμός, με τις ιατρικές ιστορίες του Γουίλιαμς επειδή μου αρέσει να  διαβάζω οτιδήποτε γράφει ο ψυχίατρος και ποιητής Γιάννης Ζέρβας, ο οποίος προλογίζει την ελληνική του έκδοση. Και εκεί με τη βοήθεια της εξαιρετικής μετάφρασης της Ειρήνης Παπαθανασίου συνάντησα «έναν γιατρό, σπουδαίο ποιητή, που νοιαζόταν για τους ανθρώπους και που ήξερε να ξεχωρίζει όλες τις αποχρώσεις της ανθρωπιάς και της απανθρωπιάς…».

Θέλησα να φανταστώ τον γιατρό Γουίλιαμς στο σήμερα, στις μέρες και στους μήνες που ο κορονοϊός απειλεί τη ζωή μας :

«Είναι σίγουρο ότι οι διάφοροι «αρνητές» της πανδημίας, «αρνητές» των εμβολίων, «αρνητές» των διαθέσιμων θεραπειών, μαζί με τους άλλους, τους υποκριτές, που προσπαθούν να κερδίσουν οτιδήποτε μπορέσουν από τον ανθρώπινο πόνο, δεν θα πέρναγαν καλά από την αιχμηρή του πέννα», μας λέει η Ειρήνη Παπαθανασίου.  

Η μεταφράστρια Ειρήνη Παπαθανασίου

-Ο Γουίλιαμς είναι ένας σημαντικός αγγλόφωνος ποιητής. Υπήρξε φίλος του Έζρα Πάουντ και άλλων μεγάλων ποιητών και βραβεύτηκε με το βραβείο Πούλιτζερ. Γιατί ένας τέτοιος λογοτέχνης έχει μεταφραστεί ελάχιστα στα ελληνικά;

O Williams έγινε ευρύτερα γνωστός στην Ελλάδα μετά το κινηματογραφικό έργο «Paterson» που προβλήθηκε το 2016. Μέχρι τότε είχε μεταφραστεί ελάχιστα και αποσπασματικά, παρόλο που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς λογοτέχνες. Αυτό δεν είναι περίεργο, αν λάβουμε υπόψη ότι διαχρονικά, οι ελληνικές μεταφράσεις των σημαντικότερων έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας, έρχονται αξιοσημείωτα αργά: Η «Έρημη χώρα» εκδόθηκε το 1921- εδώ η πρώτη μετάφραση έγινε το 1936, το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» εκδόθηκε ολοκληρωμένα το 1927- εδώ η μετάφραση άρχισε το 1969 και ολοκληρώθηκε το 2015, ο «Οδυσσέας» εκδόθηκε το 1922 και μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1990, τα «Φύλλα χλόης» έκαναν την τελευταία έκδοσή τους το 1891 και η πρώτη ελληνική μετάφραση παρουσιάστηκε μέσα στην δεκαετία του 1950. Αυτή η καθυστέρηση οφείλεται, κατά την γνώμη μου, κυρίως σε δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι η Ελλάδα σπάνια απολαμβάνει ομαλές και μακροχρόνιες ιστορικές περιόδους, που δίνουν χώρο, χρόνο και διάθεση για λογοτεχνική παραγωγή, ειδικά όταν μιλάμε για μετάφραση και για έργα του μεγέθους που προαναφέρθηκε. Ο δεύτερος είναι ότι είναι πολύ λίγοι οι διαθέσιμοι «εθελοντές» που θα αναλάμβαναν ευχαρίστως τέτοιου είδους εγχειρήματα, δεδομένου ότι μία μετάφραση απαιτεί πολύ περισσότερα προσόντα από την άριστη γνώση μιας ξένης γλώσσας και τα κίνητρα που προσφέρονται στους μεταφραστές στην χώρα μας είναι συνήθως αποθαρρυντικά. Άλλωστε το ευρύ κοινό δείχνει μια σαφή προτίμηση σε πιο εύπεπτα αναγνώσματα και αυτό μετράει πολύ στις εκδοτικές επιχειρήσεις που, βέβαια, θέλουν πρωτίστως να πουλήσουν. Να σημειωθεί, πάντως εδώ ότι το «ουδείς προφήτης στον τόπο του» ίσχυσε και για τον Williams: Η αναγνώριση και το Πούλιτζερ ήρθαν μετά τον θάνατό του, μέχρι τότε αντιμετωπίζονταν από το λογοτεχνικό κατεστημένο της εποχής μάλλον απαξιωτικά.

-Ο Γουίλιαμς συνδέθηκε και με νεότερους ποιητές. Υπήρξε μέντορας και φίλος του Γκίνσμπεργκ. Τι έφερε κοντά αυτούς τους δυο ποιητές, τι άντλησαν από τον Γουίλιαμς οι ποιητές της γενιάς των Μπήτ ;

O Williams έγραψε την εισαγωγή στο έργο του Allen Ginsberg «The Howl», και αυτό συνέβαλλε αρκετά στην επιτυχία του βιβλίου, (με τον ίδιο τον Ginsberg να το επικαλείται διαρκώς), όμως φαίνεται ότι η ποιητική σχέση του Ginsberg και γενικότερα η σχέση των Beats με τον Williams δεν ήταν αμφίδρομη: Ο μεν Williams κρατούσε μια μάλλον επιφυλακτική στάση απέναντι στην γενιά των Beats , ενώ οι τελευταίοι ένιωθαν ιδιαίτερα δεμένοι μαζί του και τον θεωρούσαν μέντορά τους. Μάλιστα ο Barry Miles, Βρεττανός συγγραφέας και μελετητής του κινήματος των Beats, έφθασε στο σημείο να υποστηρίξει ότι ο Williams στην εισαγωγή του για το «The Howl», φαινόταν σαν να είχε μπερδέψει τον Ginsberg με κάποιον άλλον. Πράγματι, σε συνέντευξή του το 1960, ο Williams λέει ότι οι πολύ μεγάλες φράσεις του Ginsberg δεν φαίνεται να εναρμονίζονται με τις μοντέρνες τάσεις στην ποίηση και ότι γενικά δεν έμεινε ικανοποιημένος διαβάζοντας τα ποιήματά του.
Αδιαμφισβήτητα, πάντως, οι Beats μπόρεσαν να στηριχθούν σε μια ισχυρότατη, καινούργια, ποιητική «υποδομή», χάρη στον Williams που εισήγαγε στα αμερικανικά γράμματα μια τελείως διαφορετική και φρέσκια γραφή. Στην δική του επιρροή, στους δικούς του πειραματισμούς στην ποιητική φόρμα αλλά και στη δική του στάση ζωής οφείλονται οι μικρές και κοφτές φράσεις που συναντά ο αναγνώστης στα γραφτά τους και η γενικευμένη αμφισβήτηση των αξιών και των κυρίαρχων θεωρήσεων της μεταπολεμικής Αμερικανικής κοινωνίας. Σαφέστατα μιλάμε για μια σκυτάλη που παρέλαβαν, την οποία κατά σειρά πέρασαν ο ένας στον άλλον οι Whitman, Pound, Elliot και Williams.

-To βιβλίο του «Οι ιστορίες ενός γιατρού» μας φέρνει κοντά και στον γιατρό Γουίλιαμς, ο οποίος περιγράφει την ακραία φτώχεια στην Αμερική της δεκαετίας της Μεγάλης Ύφεσης (Great Depression 1929-1939). Πρόκειται για έναν εντελώς ανιδιοτελή γιατρό. Πολλές φορές δεν αμοίβεται επειδή οι ασθενείς του είναι φτωχοί. Εργάτες, αγρότες, μετανάστες. Τους προσφέρει τα φάρμακα. Περίεργος γιατρός;

Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς

Όχι, απλώς γιατρός. Πέρα από την ανιδιοτέλεια και τον ιδεαλισμό που τον διέκρινε από φοιτητή και από την εγγενή ευγένεια και ανθρωπιστική του κουλτούρα λόγω της αστικής του καταγωγής, ο Williams ασκούσε το ιατρικό επάγγελμα σε μια πολύ δύσκολη εποχή: Αυτή της μεγάλης αμερικανικής ύφεσης που ταλάνισε την αμερικανική κοινωνία για μια δεκαετία. Σ’ αυτό πρέπει να προστεθεί ότι το πελατολόγιό του αποτελείτο κυρίως από φτωχούς μετανάστες που στην καλύτερη περίπτωση δούλευαν περιστασιακά σε κακοπληρωμένες δουλειές. Το σημαντικό με τον Williams ήταν ότι αυτό το επέλεξε συνειδητά, μια και είχε κάθε δυνατότητα να ασκήσει άλλου είδους ιατρική σε πιο εύπορες κοινωνικές ομάδες, σε πιο οργανωμένα νοσοκομεία και σε πιο «τυχερές» περιοχές. Στις «Ιστορίες ενός Γιατρού», άλλωστε, φαίνεται καθαρά ότι κρατά εντελώς άλλη στάση από ορισμένους συναδέλφους του που εκμεταλλεύονταν, στιγμάτιζαν ή δεν ασχολούνταν αρκετά με τους ασθενείς μόνο και μόνο επειδή ήταν φτωχοί και δεν είχαν να τους πληρώσουν.

-« Ήξερα ότι είχα να αντιμετωπίσω πρωτόγονες καταστάσεις, όμως πάντα θαυμάζω τη γνησιότητα με την οποία ο απλοϊκός άνθρωπος αντιμετωπίζει τον κόσμο, ειδικά εάν τη συγκρίνω με τη φτήνια της επικρατούσας άποψης που εκφράζεται μέσα από τον δημόσιο λόγο».
Είναι ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια στο βιβλίο. Είναι από την αυτοβιογραφία του (εκδόθηκε το 1951). Παραμένει επίκαιρος και διαχρονικός ο λόγος του;

Όσο ποτέ. Τα τελευταία χρόνια είμαστε αντιμέτωποι και αισθανόμαστε ανίσχυροι απέναντι σε μια ευτέλεια που, μάλιστα, μοιάζει να γιγαντώνεται με τον καιρό, καταπίνοντας ό,τι καλό βρει μπροστά της. Αυτό που με άλλα λόγια θα λέγαμε κοινωνική παρακμή. Βλέπουμε να επιβάλλεται σταδιακά μια υποκουλτούρα αντιστροφής κοινωνικών προτύπων και θεμελιωδών αξιών, η υποκουλτούρα της κατανάλωσης, της ευκολίας, του εύπεπτου, του εφήμερου. Βολεύει, προφανώς. Νομίζω ότι η λέξη «γνησιότητα» που χρησιμοποιεί ο Williams αναφέρεται στον ίδιο τον πυρήνα του ανθρώπου, εκείνον τον πυρήνα που αποκαλύπτεται όταν αναγκαστικά απογυμνώνεται από κάθε τι το επίπλαστο, όταν μένει μόνος με τον εαυτό του και τις βασικές του ανάγκες (ένα ενδεικτικό διήγημα στο βιβλίο σχετικά με την μαγεία της ανθρώπινης ύπαρξης είναι το «Η αρχαία αβρότητα»).

-Ένας άνθρωπος που «ποτίστηκε» από διάφορες κουλτούρες και έζησε την ισπανική γρίππη. Πως τον φαντάζεστε σήμερα να ζει την πανδημία;

Είναι σίγουρο ότι θα πήγαινε να δουλέψει εθελοντικά, είναι σίγουρο ότι θα διάλεγε το πιο δύσκολο, το πιο επιβαρυμένο, το πιο φτωχό πλαίσιο φροντίδας. Είναι σίγουρο ότι οι διάφοροι «αρνητές» της πανδημίας, «αρνητές» των εμβολίων, «αρνητές» των διαθέσιμων θεραπειών, μαζί με τους άλλους, τους υποκριτές, που προσπαθούν να κερδίσουν οτιδήποτε μπορέσουν από τον ανθρώπινο πόνο, δεν θα πέρναγαν καλά από την αιχμηρή του πέννα. Και είναι ακόμα πιο σίγουρο ότι στο τέλος όλου αυτού του κακού, ο γιατρός Williams κι ο ποιητής Williams, οι δύο όψεις, δηλαδή, αυτού του σπάνιου νομίσματος θα μας χάριζαν ένα υπέροχο λογοτεχνικό κείμενο αφιερωμένο στον απολογισμό αυτής της πορείας.

www.ert.gr

Έφη Ζέρβα