Οι αρειμάνιοι μύστακες, οι πολέμιοι και το τέλος τους

  • Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς.

Το μουστάκι στις μέρες μας είναι διασκεδαστική παρένθεση, αλλά κάποτε αποτελούσε τον κολοφώνα της ανδρικής ομορφιάς και της υπερηφάνειας. Έως τις αρχές του 20ού αιώνα δεν ήταν δυνατόν να νοηθεί άνδρας στην ελληνική πρωτεύουσα χωρίς μουστάκι. Καλοστριμμένο, καλοσιδερωμένο, κατάμαυρο και αρειμάνιο. Η εμφάνιση άνδρα με γυμνό το πάνω χείλος του προσέδιδε αμέσως το χαρακτηρισμό του «ξουρισμένου».

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α

Ο ανταγωνισμός ήταν σκληρός, ιδιαίτερα για το πάχος και το μάκρος του. Από τα διασημότερα μουστάκια ήταν του βασιλιά Γεωργίου Α, το οποίο ακολουθούσε τη μόδα του καλού κόσμου με οριζόντια κατεύθυνση, και του βασιλιά Κωνσταντίνου που το ήθελε «τσιγκελωτό», σύμφωνα με τα γούστα του λαού.

Η περιποίηση του μουστακιού ξεκινούσε με καλό λούσιμο, ακολουθούσε το πασάλειμμα με άφθονη μαντέκα, χτενιζόταν με ειδικό χτενάκι και στριβόταν μέχρι του σημείου όπου τα άκρα του να αποτελούν αιχμή καρφίτσας. Ακολουθούσε το σφίξιμο του μουστακοδέτη, μια ταινία με την οποία δενόταν το μουστάκι για να κρατήσει το σχήμα του. Εκείνοι που έπρεπε να φέρουν μεγαλοπρεπές μουστάκι ήταν οι φοιτητές, οι οποίοι όπως ήταν φυσικό αρκετά συχνά παρασπονδούσαν. Έτσι, οι θεματοφύλακες της παράδοσης, που ήταν οι καθηγητές, τους παρακολουθούσαν στενά.

Οι πρώτοι τολμηροί πολέμιοι του μουστακιού εμφανίστηκαν μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αποφάσισαν να απαρνηθούν το σύμβολο του ανδρισμού και τη μόνιμη εστία μικροβίων από την είσοδο του στόματός τους.

Παρά τις αντιδράσεις των πουριτανών της εποχής τα πρώτα δειλά ξυρίσματα πήραν τη μορφή ομαδικής… σφαγής. Τους νέους της εποχής ακολούθησαν δειλά δειλά και οι μεγαλύτεροι, για να μπουν στο… κλίμα. Στην αρχή έφυγαν οι σουβλερές μύτες και καθιερώθηκε η μόδα του «ταγκό» όπως την αποκαλούσαν. Μετά το μουστάκι αλά Ντάγκλας Φέρμπανκς –από τον πρωταγωνιστή της οθόνης– και στο τέλος μια γραμμή από τρίχες στο επάνω χείλος.

Πηγή: mikros-romios.gr


Αφήστε μια απάντηση