Αλφρέδο Ντι Στέφανο: Υπήρξε ένας από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών

Alfredo Di Stéfano, left, playing for Real Madrid at the Bernabéu stadium in 1962. Photograph: EPA

Ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο (Alfredo Di Stéfano, 4 Ιουλίου 1926 – 7 Ιουλίου 2014) ήταν Αργεντινός ποδοσφαιριστής και προπονητής. Θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους και πληρέστερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών, ενώ μερικοί τον χαρακτηρίζουν ως τον κορυφαίο. Η ΦΙΦΑ τον έχει αναγνωρίσει ως ένα από τους τέσσερις μεγαλύτερους του 20ού αιώνα μαζί με τους Πελέ, Μαραντόνα και Κρόιφ. Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής σταδιοδρομίας ακολούθησε επιτυχημένη καριέρα προπονητή. Το 2000 στην ψηφοφορία της FIFA “Football family” και των αναγνωστών του περιοδικού FIFA Magazine για την ανάδειξη του καλύτερου ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα ο Ντι Στέφανο ήρθε δεύτερος, πίσω μόνο από τον Πελέ. Ήταν το πρώτο μέλος της αίθουσας φήμης της ΦΙΦΑ.

Ο Αλφρέδο Στέφανο Ντι Στέφανο Λαουλέ (Alfredo Stéfano Di Stéfano Laulhé), γεννήθηκε στις 4 Ιουλίου 1926 στο Μπουένος Άιρες, ήταν γιος του Αλφρέδο και εγγονός του Μισέλ, Ιταλού που μετανάστευσε από το Κάπρι. Ο πατέρας του ήταν και αυτός ποδοσφαιριστής, που αγωνίστηκε για δύο χρόνια στη Ρίβερ Πλέιτ, αλλά ένας σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο τον ανάγκασε να αποχωρήσει πρώιμα από την ενεργό δράση. Η μητέρα του, Eulalia Laulhe Gilmont, έχει ιρλανδική και γαλλική προέλευση.

Η πρώτη περίοδος της καριέρας στη Νότια Αμερική

Ξεκίνησε από μικρή ηλικία και αγωνιζόμενος στην ερασιτεχνική ομάδα νέων της Λος Καρντάγιες ήταν πρωταθλητής από την ηλικία των 12 ετών. Στην περιοχή αυτή βορειοδυτικά του Μπουένος Άιρες είχε μετακομίσει η οικογένεια το 1940 και ο Αλφρέδο βοήθησε τους γονείς του ως εργάτης στα χωράφια και στη συνέχεια στα κοπάδια αγελάδων. Πήγε για δοκιμή στη Ρίβερ Πλέιτ στα 15 μετά από προτροπή της μητέρας του και την μεγάλη επιθυμία του να παίξει ποδόσφαιρο, πέτυχε (ένα από τους δύο εφήβους που τα κατάφεραν σε σύνολο 32), προωθήθηκε στη δεύτερη ομάδα το 1944 και γρήγορα έφτασε στην πρώτη ομάδα, η οποία βρισκόταν από τις αρχές της δεκαετίας του 1940 στη χρυσή εποχή της.

Έτσι έγινε κομμάτι του μηχανισμού της La Máquina (η μηχανή), διδάχτηκε την σημασία της κινητικότητας στο γήπεδο και έφτασε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1945 και το 1947. Το πρώτο του παιχνίδι ήταν στις 12 Ιουλίου 1945 εναντίον της Ουρακάν με ήττα 2-1, ενώ μέχρι τότε αγωνιζόταν για ένα χρόνο στη δεύτερη ομάδα του συλλόγου. Δόθηκε δανεικός στην Ουρακάν την επόμενη αγωνιστική χρονιά όπου σημείωσε 10 γκολ σε 25 αγώνες πρωταθλήματος αλλά η ομάδα δεν μπορούσε να τον κρατήσει μη δυνάμενη να ανταπεξέλθει οικονομικά και επέστρεψε στη Ρίβερ. Κατά ειρωνικό τρόπο σημείωσε το γρηγορότερο τέρμα στην ιστορία του πρωταθλήματος Αργεντινής, στα 10 δευτερόλεπτα με την Ουρακάν εναντίον της Ρίβερ. Στη βασική ενδεκάδα καθιερώθηκε στις αρχές του 1947 αποτελώντας τη δύναμη πυρός της ομάδας μαζί με το Χοσέ Μανουέλ Μορένο και τον Άνχελ Λαμπρούνα, ξεκινώντας αρχικά ως μέσα δεξιά, αλλά στη συνέχεια προωθήθηκε ως κεντρικός επιθετικός με εξαιρετικά αποτελέσματα. Την πρώτη του χρονιά στη βασική ενδεκάδα κερδίζει τον τίτλο του πρωταθλήματος και τον τίτλο του πρώτου σκόρερ με 27 γκολ σε 30 συναντήσεις, με το πρώτο χατ-τρικ στις 20 Ιουλίου εναντίον την Ατλέτικο Τίγρε.

Το προσωνύμιο που τον συνόδευε ήταν “saeta rubia” (ξανθό βέλος), λόγω της ξανθής κόμης και της μεγάλης ταχύτητας των κινήσεων του και του το έδωσε ο δημοσιογράφος Roberto Neuberge. Διέθετε τακτική παιδεία μέσα στο γήπεδο και μπορούσε να παίξει σε όλες τις θέσεις. Τυπικά αγωνιζόταν ως σέντερ φορ, αλλά οι τεχνικές του ικανότητες, η ταχύτητα, η εξαιρετική φυσική κατάσταση και η διορατικότητά του στο γήπεδο του έδιναν μεγάλη ευελιξία στην παρουσία του, τη δυνατότητα να αναλαμβάνει την πρωτοβουλία στην ανάπτυξη του παιχνιδιού και έτσι να είναι αυτός η αρχή των επιθέσεων διευκολύνοντας άλλους συμπαίκτες του να γίνουν αυτοί οι τελικοί αποδέκτες της μπάλας. Δίπλα στο Μορένο, παίζει το ρόλο του ως ενορχηστρωτής, εμπνέει και εφευρίσκει το παιχνίδι για όλους, προσπαθεί να είναι πάντα απαρατήρητος για να ακολουθήσει, ο άνθρωπος-ομάδα είναι αυτός. Ο Λαμπρούνα ήταν ο κύριος σκόρερ της ομάδας, αλλά ο Ντι Στεφάνο ήταν η τέχνη της “διοίκησης”. Τον διέκρινε επίσης αυστηρός επαγγελματισμός, στοιχείο που επηρέασε τις μετέπειτα αποφάσεις στη σταδιοδρομία του.

Έκανε το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της Αργεντινής το 1947, παίζοντας και κερδίζοντας το Κόπα Αμέρικα σημειώνοντας έξι γκολ. Ταξιδεύοντας για τη διοργάνωση ήταν στους αναπληρωματικούς, αλλά επωφελήθηκε του τραυματισμού του Πορτόνι στο πρώτο αγώνα με την Βολιβία και βλέποντας δίχτυα στο ντεμπούτο του έμεινε στη βασική ενδεκάδα. Το 1948 είχε την ευκαιρία να συμμετάσχει στο Κύπελλο πρωταθλητών της Νότιας Αμερικής (αυτό που αργότερα μετονομάστηκε σε (Κόπα Λιμπερταδόρες) με την Ρίβερ, σημειώνοντας τέσσερα γκολ σε έξι αγώνες και την ομάδα να καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση.

Την επόμενη χρονιά η σύγκρουση των ποδοσφαιριστών με την πολιτική ηγεσία της χώρας που ήθελε να θέσει ανώτατους μισθούς και η επακόλουθη απεργία των πρώτων, τον οδήγησαν να μετακομίσει στην Κολομβία. Την εποχή εκείνη η διοργάνωση του αθλήματος στη χώρα ήταν εκτός ΦΙΦΑ και της Συνομοσπονδίας Ποδοσφαίρου της Νότιας Αμερικής (CSD) και οι σύλλογοι δεν υποχρεούνταν να πληρώνουν για μεταγραφές άλλους συλλόγους. Έτσι οι Κολομβιανές ομάδες πληρώνοντας αδρά για μισθούς είχαν γίνει πόλος έλξης για πολλούς σημαντικούς ποδοσφαιριστές από την Αργεντινή όπως και άλλες λατιναμερικάνικες χώρες. Ο Ντι Στέφανο δέχτηκε δελεαστική πρόταση και αγωνίστηκε συγκεκριμένα στον πιο εύρωστο ίσως συλλόγο, στη Μιγιονάριος Μπογκοτά. Στη νέα του ομάδα συναντήθηκε ξανά με τον παλαιό συμπαίκτη του Αντόλφο Πεντερνέρα και μαζί με άλλους λεγεωνάριους (όπως ο Ουρουγουανός Ραούλ Πίνι και ο Αργεντίνος Νέστορ Ρόσι) δημιούργησαν μία από τις ισχυρότερες ποδοσφαιρικές δυνάμεις της ηπείρου που της δόθηκε το προσωνύμιο Ballet Azul (μπλε μπαλέτο). Η πρεμιέρα του ήταν στις 14 Αυγούστου 1949 σε συνάντηση του νέου συλλόγου του με την Μπαρανκίλα, όπου σημείωσε δύο τέρματα στη νίκη με 5-0. Μια εβδομάδα αργότερα, ο Ντι Στέφανο σημείωσε ξανά δύο γκολ σε νέο εντός έδρας αγώνα ενάντια στην Ατλέτικο Μπουκαραμάνγκα στη νίκη με 5-1. Ήδη από την πρώτη χρονιά η ομάδα κέρδισε τον τίτλο με δύο νίκες στους αγώνες μπαράζ του πρωταθλήματος λόγω ισοβαθμίας στην κανονική περίοδο επί της Ντεπορτίβο Κάλι με 1-0 και 3-2 (ένα γκολ του Ντι Στέφανο και συνολικά 16 σε 14 αγώνες). Στους εκατομμυριούχους της Μπογκοτά σημείωσε συνολικά 267 τέρματα σε 294 παιχνίδια, βοηθώντας την ομάδα να κερδίσει τρία πρωταθλήματα και ένα Κολομβιανό Κύπελλο μέσα σε τέσσερα χρόνια, ενώ ο ίδιος αναδείχθηκε δύο φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος (1951 με 31 γκολ, 1952 με 19 γκολ), και συνολικά αναρριχήθηκε στη δεύτερη θέση των σκόρερ στην ιστορία της ομάδας.

ομάδας.[36][37][38]

Με τον Χοσέ Μανουέλ Μορένο στα χρόνια της Ρίβερ Πλέιτ

Το 1950 χάνει την πρώτη ευκαιρία να αγωνιστεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο, αφού η Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου της Αργεντινής παραιτείται της συμμετοχής στη διοργάνωση της Βραζιλίας, με τα εσωτερικά προβλήματά της να μην έχουν βρει καμία λύση, ενώ βρισκόταν και σε διαμάχη με τις αρχές του αθλήματος της γειτονικής χώρας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η σύγκρουση της ανεξαρτοποιημένης ένωσης των ποδοσφαιρικών συλλόγων της Κολομβίας (DIMAYOR) με την επίσημη αρχή της χώρας και τη ΦΙΦΑ αποδιοργάνωσε την εσωτερική δραστηριότητα και οδήγησε την ομάδα σε πολλαπλές περιοδείες πολυάριθμων φιλικών συναντήσεων και έτσι η φήμη του επεκτάθηκε σημαντικά και στην Ευρώπη, κυρίως με τις εντυπωσιακές εμφανίσεις στην ευρωπαϊκή τουρνέ της Μιγιονάριος το 1952 : σε φιλικό αγώνα με την Ρεάλ για τον εορτασμό των 50 χρόνων της, η ομάδα της Μπογκοτά την κέρδισε με 4-2 με δύο γκολ του Ντι Στέφανο, ο οποίος είχε ήδη σημειώσει σε προηγούμενο συνάντηση του τουρνουά άλλα δύο τέρματα σε βάρος της σουηδικής Νόρσεπινγκ σε αγώνα που έληξε 2-2.

Το Σεπτέμβριο του 1953 ο Αλφρέδο μεταγράφηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης, που κατάφερε να τον υφαρπάξει από την αντίπαλο Μπαρτσελόνα : υπήρχε αρχική συμφωνία του παίκτη και των συλλόγων της Μπογκοτά και της Βαρκελώνης, αλλά η διεκδικήτρια ομάδα της Μαδρίτης (που σημειωτέον δεν είχε ακόμα καθιερωθεί ούτε καν ως ο ισχυρότερος σύλλογος της πρωτεύουσας) χρησιμοποιώντας και την πολιτική εξουσία της εποχής, καθώς και τη ΦΙΦΑ (που γνώριζε την ιδιαιτερότητα της συνιδιοκτησίας του ποδοσφαιριστή με τους δύο λατινο-αμερικάνικους συλλόγους) πέτυχε το μοίρασμα του Ντι Στέφανο για δύο χρόνια σε κάθε ομάδα. Η απόφαση αυτή βρίσκονταν στα πλαίσια της συμφωνίας γνωστής ως ” Σύμφωνο Λίμα” (1951) που επέτρεπε την αποκατάσταση της Κολομβίας στις διεθνείς ομοσπονδίες, υπό την προϋπόθεση ότι οι παίκτες αγοράστηκαν από Κολομβιανούς συλλόγους θα επέστρεφαν στο προηγούμενο σύλλογό τους την 1η Ιανουαρίου 1955. Εν τω μεταξύ, απαγορευόταν οποιαδήποτε μεταφορά παίκτη έως αυτήν την προθεσμία. Πολύ σύντομα η Μπαρτσελόνα (με την οποία ο Ντι Στέφανο συμμετείχε και σε τρία φιλικά παιχνίδια) παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της. Έτσι έληξε μία από τις σημαντικότερες και πιο πολύκροτες μεταγραφές του 20ού αιώνα, που ανέτρεψε τα μέχρι τότε δεδομένα στο ισπανικό ποδόσφαιρο και πολύ σύντομα και στην Ευρώπη.

Despite playing for Argentina, Spain and Colombia, Alfredo Di Stéfano, pictured in 1956, never appeared in the World Cup finals. Photograph: AFP/Getty Images

Η δεύτερη περίοδος της καριέρας στην Ευρώπη

Το ντεμπούτο του με τη Ρεάλ χρονολογείται από τις 23 Σεπτεμβρίου 1953, σε ένα παιχνίδι που η ισπανική ομάδα έχασε με 4 – 2 από την Νανσί, με το δεύτερο γκολ να είναι από τον νεοαποκτηθέντα Αργεντινό. Και τα επόμενα τέσσερα παιχνίδια οι εμφανίσεις του δεν ήταν πειστικές, παρά τα τρία τέρματα που σημείωσε. Η εικόνα βελτιώθηκε μετά τη νίκη επί της συμπολίτισσας Ατλέτικο εκτός έδρας και το πρώτο του χατ-τρικ. Παρά την κατώτερη του αναμενόμενου αρχή, ο Ντι Στέφανο κερδίζει τα πάντα με τους Ισπανούς, οι οποίοι έκτισαν μια παγκόσμια ποδοσφαιρική κυριαρχία  συγκεντρώνοντας δίπλα σε σημαντικούς Ισπανούς όπως οι Φρανσίσκο Χέντο και Χοσέ Σανταμαρία, μερικούς από τους καλύτερους παίκτες του κόσμου : Φέρεντς Πούσκας, Ρεϊμόν Κοπά, Ντίντι κα. Όταν ήρθε για πρώτη φορά μετά από επτά μήνες αδράνειας και έκανε το ντεμπούτο του με τη λευκή φανέλα τον Οκτώβριο του 1953, στο πρώτο clásico εναντίον των πρωταθλητών της Μπαρτσελόνα, η Ρεάλ κέρδισε με 5-0 και ο ίδιος σημείωσε τέσσερα τέρματα. Ήταν τα πρώτα από τα 18 σε τέτοιες συναντήσεις, ρεκόρ που διατηρήθηκε για μισό αιώνα. Η Ρεάλ Μαδρίτης είχε μέχρι τότε μια μέτρια ομάδα και δεν είχε κερδίσει τον τίτλο από την δεκαετία του 1930, ενώ το τελευταίο της τρόπαιο ήταν το Κύπελλο του 1947. Στους πρώτους μήνες που πέρασε στη Μαδρίτη, ο Αργεντινός δεν προσαρμόστηκε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, αλλά επέβαλε το δικό του στυλ, παίζοντας σε όλο τον αγωνιστικό χώρο με ταχύτητα και με την μπάλα χαμηλά στο γήπεδο. Καταστρέφοντας την τακτική ορθοδοξία του σχηματισμού WM που ήταν ο κυρίαρχος σχηματισμός για δεκαετίες με τη συνεχή κίνηση, προώθησε το άθλημα στη σύγχρονη εποχή. Η Ευρώπη γνώρισε επίπεδο του δημοφιλέστερου σπορ, αντίστοιχο του οποίου δεν είχε βρεθεί στο παρελθόν.

Στην πρώτη του αγωνιστική περίοδο, ο Ντι Στέφανο ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και οδήγησε την ομάδα στο πολυαναμενόμενο τρίτο πρωτάθλημα μετά από 21 χρόνια. Οι εκπληκτικές αποδόσεις του προκαλούσαν σχεδόν σε κάθε άμυνα τα μεγαλύτερα προβλήματα. Με την έμφυτη ηγεσία του, το υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού και την εισαγωγή του παιχνιδιού μικρής διάρκειας , σημείωσε μια θεμελιώδη αλλαγή στο παιχνίδι της Ρεάλ Μαδρίτης και την έκανε την καλύτερη ομάδα του κόσμου την εποχή εκείνη.

Με τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης

Η ομάδα των πενήντα και αρχών της δεκαετίας του εξήντα, κυριάρχησε σύντομα και στην Ευρώπη εκτός από τις εγχώριες διοργανώσεις. Την αγωνιστική περίοδο 1955-1956 η Ρεάλ κέρδισε το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης και ο Αργεντινός ήρθε δεύτερος στην ψηφοφορία για τον κορυφαίο Ευρωπαίο ποδοσφαιριστή που για πρώτη φορά διοργανώθηκε από το γαλλικό περιοδικό France Football, τη Χρυσή Μπάλα. Η λέσχη υποστήριξε με μεγάλη θέρμη την διοργάνωση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών από την αρχική ιδέα προέλευσης του διευθυντή της γαλλικής εφημερίδας L’Équipe Γκαμπριέλ Ανό, πρώην ποδοσφαιριστή και προπονητή. Πρότεινε τη διοργάνωση ενός ηπειρωτικής επίσημης διοργάνωσης, μια ιδέα που πήρε από ηγέτες 15 συλλόγων, συμπεριλαμβανομένου του Σαντιάγκο Μπερναμπέου, προέδρου της ισπανικής λέσχης της πρωτεύουσας. Έτσι σχεδιάστηκε το πρώτο Ευρωπαϊκό Κύπελλο, το οποίο αντικατέστησε τα Κύπελλα Λατινικής και Μιτρόπα, τα οποία ήταν πιο περιορισμένα σε αριθμό συμμετεχόντων. Η εξαιρετική ιδέα υλοποιήθηκε και η Ρεάλ πέρασε τις Σερβέτ, Παρτιζάν και Μίλαν, έφτασε στο Παρίσι να αντιμετωπίσει τη Σταντ ντε Ρενς. Ο πρώτος ημιτελικός με την πρωταθλήτρια Ιταλίας Μίλαν διεξήχθη στις 19 Απριλίου 1956 συγκέντρωσε 129.690 θεατές στο Στάδιο Σαντιάγο Μπερναμπέου, αριθμός ρεκόρ στην ιστορία των ευρωπαϊκών διοργανώσεων για 14 χρόνια (και όλων των εποχών για τη Ρεάλ) και έληξε με νίκη της μαδριλένικης ομάδας με 4-2 με ένα τέρμα του Αργεντινού. Η ήττα της δεύτερης συνάντησης ήταν χωρίς αντίκρυσμα. Ο ιστορικός πρώτος τελικός για τον τίτλο διεξήχθη στις 13 Ιουνίου στο στάδιο Παρκ ντε Πρενς του Παρισιού και ήταν μια σύγκρουση μεταξύ του Ντι Στέφανο και του μετέπειτα συμπαίκτη του Κοπά, δύο θρύλων του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Η γαλλική ομάδα προηγήθηκε με 2-0, οι Ισπανοί ισοφάρισαν με ένα από τα γκολ του Ντι Στέφανο και η γαλλική ομάδα σκόραρε στην αρχή του δεύτερου ημιχρόνου (2-3). Δύο ακόμη προσπάθειες της ομάδας της Μαδρίτης βρήκαν και οι δύο το πίσω μέρος του δικτυού (4-3) στο τέλος του παιχνιδιού. Το πρώτο βήμα στην κυρίαρχη εκτέλεση της Ρεάλ Μαδρίτης στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο έγινε.

Alfredo Di Stéfano in 2006. Photograph: Javier Soriano/AFP/Getty Images

Την επόμενη περίοδο η κατάκτηση της κορυφής, ομαδικά και ατομικά γίνεται πραγματικότητα: ο σύλλογος επαναλαμβάνει την κατάκτηση του κορυφαίου διασυλλογικό τροπαίου, κερδίζει το πρωτάθλημα Ισπανίας που απώλεσε την προηγούμενη χρονιά από την Ατλέτικο Μπιλμπάο, ο ίδιος είναι για δεύτερη συνεχή χρονιά πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και κέρδισε την πρώτη Χρυσή Μπάλα της καριέρας του. Ο δεύτερος τελικός του Κυπέλλου Πρωταθλητριών έγινε στην έδρα των μαδριλένων, συγκέντρωσε 124.000 θεατές και η πρωταθλήτρια Ευρώπης επιβλήθηκε της ιταλικής Φιορεντίνα με 2-0 με ένα τέρμα του Ντι Στέφανο. Παρά τη συσσώρευση σπουδαίων άσσων του αθλήματος, ο Ντι Στέφανο ήταν πάντα ο αδιαμφισβήτητος επικεφαλής της ομάδας και οι άλλοι παίκτες ακολουθούσαν άνευ όρων την ηγετική (έως εγωιστική) του παρουσία. Καλύτερος συνεργάτης του ο Πούσκας με τον οποίο σχημάτισε το πιο αποτελεσματικό επιθετικό δίδυμο και είναι χαρακτηριστικό ότι στο τελευταίο παιχνίδι της πρώτης σεζόν του Ούγγρου, ο ίδιος και ο Ντι Στεφάνο ήταν ισοδύναμοι ως οι πρώτοι σκόρερ του πρωταθλήματος. Ο Πούσκας πέρασε τον τερματοφύλακα αλλά αντί να σκοράρει, γύρισε τη μπάλα στον ελεύθερο εκείνη τη στιγμή Αργεντινό προκειμένου να τη στείλει ο τελευταίος στα δίχτυα και να αναδειχθεί μόνος του κορυφαίος σκόρερ.

Τα αποτελέσματα εντυπωσιακά : οκτώ πρωταθλήματα Ισπανίας και ακόμη πέντε Ευρωπαϊκά Κύπελλα, σημειώνοντας τουλάχιστον ένα γκολ σε κάθε τελικό (ρεκόρ ακόμα ακατάρριπτο) και συνολικά επτά (επίδοση επίσης ρεκόρ που κατέχει μαζί με τον Φέρεντς Πούσκας), ένα Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων (το 1960, το πρώτο που διοργανώθηκε νικώντας στο διπλό τελικό την Πενιαρόλ με συνολικό σκορ 5-1) και, ατομικά, δύο Χρυσές Μπάλες (1957 και 1959), τον τίτλο του πρώτου σκόρερ του πρωταθλήματος πέντε φορές (το 1954 με 27 γκολ, το 1956 με 24 γκολ, το 1957 με 31 γκολ, το 1958 με 19 γκολ και το 1959 με 23 γκολ). Με 49 τέρματα ήταν πρώτος σκόρερ του Ευρωπαϊκών Κυπέλλων, ρεκόρ που κράτησε για τέσσερις δεκαετίες. Σε όλα αυτά τα 11 χρόνια με την Ρεάλ Μαδρίτης, σημείωσε 418 τέρματα σε 510 αγώνες με 216 γκολ στο πρωτάθλημα σε 282 συναντήσεις, αριθμοί που τον κατέτασαν ως πρώτο σκόρερ για την ομάδα για τέσσερις δεκαετίες.

Σε φωτογραφία του 1958

Μοναδικό ίσως γεγονός στην ποδοσφαιρική ιστορία αποτελεί η πρόθεση της Ρεάλ Μαδρίτης να παραχωρήσει με τη μορφή δανεισμού το Ντι Στέφανο στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μετά την αεροπορική τραγωδία του Μονάχου (6 Φεβρουαρίου 1958). Ο Ματ Μπάσμπι, προπονητής της Αγγλικού συλλόγου είχε την εκτίμηση του Μαδριλένου προέδρου μετά τον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου του 1957, όπου τα «μωρά του Μπάσμπι» έδειξαν πλούσιο ταλέντο που τελικά δεν ήταν αρκετό για να σταματήσει τη Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία κέρδισε με 5-3 συνολικά στο δρόμο της για τη διατήρηση του τροπαίου. Ο Μπερναμπέου ήταν εντυπωσιασμένος με το διευθυντικό έργο του Σκωτζέζου προπονητή που του πρόσφερε δουλειά στη Ρεάλ αλλά εκείνος ευγενικά αρνήθηκε. Η τραγωδία και η ιστορία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ άλλαξαν για πάντα την επόμενη χρονιά, όταν το αεροπορικό δυστύχημα του Μονάχου εξαφάνισε το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής ομάδας. Ο πρόεδρος της Ρεάλ, αφιέρωσε το τρόπαιο στη Γιουνάιτεντ και μάλιστα πρόσφερε το τρόπαιο στον σύλλογο, ο οποίος το αρνήθηκε. Ο Μπερναμπέου ήθελε να προχωρήσει περισσότερο και προσέφερε το πιο πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο της Μαδρίτης, τον πιο πολυπόθητο παίκτη στον κόσμο – τον Αλφρέδο Ντι Στέφανο – στους Άγγλους τον επόμενο χρόνο. Όλα τα μέρη συμφώνησαν να γίνει αποδεκτή η συμφωνία βραχυπρόθεσμου δανείου, αλλά εκπληκτικά η Ποδοσφαιρική Ένωση της Αγγλίας εμπόδισε την κίνηση με την πεποίθηση ότι θα σταματούσε την πρόοδο ενός Βρετανού παίκτη. Ο Μπερναμπέου και η Ρεάλ δεν ενοχλήθηκαν στις προσπάθειές τους να βοηθήσουν. Έφτιαξαν ένα μνημόσυνο με τα ονόματα των νεκρών του Μονάχου, που ονομάζεται «Champions of Honor», το οποίο πωλήθηκε στην Ισπανία για να συγκεντρώσει χρήματα για την ομάδα του Μάντσεστερ. Προσέφεραν τη χρήση των πολυτελών εγκαταστάσεων τους στους τραυματίες και τις οικογένειες των πληγέντων δωρεάν και στη συνέχεια διοργάνωσαν μια σειρά φιλικών μεταξύ των συλλόγων. Τα δύο πρώτα παιχνίδια έγιναν στο τέλος του 1959 και η Ρεάλ κέρδισε και τα δύο – σκοράροντας 12 τέρματα (από ένα γκολ σε κάθε αγώνα του Ντι Στέφανο), αλλά τα έξι που ακολούθησαν έδειξαν ότι η Γιουνάιτεντ ήταν στο δρόμο για την ανοικοδόμηση μιας νέας εποχής.

Despite playing for Argentina, Spain and Colombia, Alfredo Di Stéfano, pictured in 1956, never appeared in the World Cup finals. Photograph: AFP/Getty Images

Όπως και τέσσερα χρόνια πριν, έτσι και το 1954 ο Ντι Στέφανο χάνει τη δεύτερη ευκαιρία να αγωνιστεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο αφού η νέα του εθνική, αυτή της Κολομβίας δεν προκρίνεται στην τελική φάση της διοργάνωσης. Με την παρουσία του στην Ιβηρική γη, απέκτησε στη συνέχεια την ισπανική ιθαγένεια το 1956. Έτσι μεταφέρθηκε αγωνιστικά από τις εθνικές των λατινοαμερικάνικων χωρών, σε αυτή της Ισπανίας, η οποία όμως δεν ήταν ικανή αρκετά για να συμμετάσχει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958. Με τη νέα εθνική του ομάδα δεν γνώρισε επιτυχίες ανάλογες με αυτές που είχε σε συλλογικό επίπεδο. Στην επόμενη ευκαιρία που του παρουσιάστηκε για να αγωνιστεί σε Παγκόσμιο Κύπελλο (1962), ήταν τραυματίας και παρά τη συμμετοχή του στην αποστολή της Εθνικής Ισπανίας στη Χιλή, τελικά δεν αγωνίστηκε.

Η Ρεάλ Μαδρίτης το 1964

Το τελευταίο του παιχνίδι με την Ρεάλ το έπαιξε στις 27 Μαΐου 1964, στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ενάντια στην Ίντερ όπου η διαφωνία του με τον προπονητή έθεσε τέλος στην συμπόρευση με την λέσχη της ισπανικής πρωτεύουσας. Μετά από αυτό, ο ιστορικός πρόεδρος του συλλόγου Σαντιάγκο Μπερναμπέου πρότεινε θέση στο προπονητικό προσωπικό, μιας και ο Αλφρέδο ήταν ήδη 38 ετών αλλά εκείνος ήθελε να συνεχίσει να παίζει και έτσι μετακόμισε στην Εσπανιόλ Βαρκελώνης, όπου τελείωσε την καριέρα του μετά από δύο χρόνια, το 1966, σε ηλικία 40 ετών. Το τελευταίο επίσημο παιχνίδι της σταδιοδρομίας του ήταν την 1η Μαΐου 1966 εναντίον της Ρεάλ Μπέτις στη Σεβίλλη, όπου η ομάδα του γνώρισε ήττα με 4-0. Κλείνοντας την καριέρα του στην Ισπανία ήταν ο δεύτερος σκόρερ στην ιστορία του πρωταθλήματος πίσω μόνο από τον Τέλμο Θάρρα. Το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του ήταν το 1967 (7 Ιουνίου) μεταξύ Ρεάλ Μαδρίτης και της Σέλτικ στο Στάδιο Σαντιάγο Μπερναμπέου μπροστά σε 120.000 θεατές που αποθέωσαν το θρύλο της ισπανικής ομάδας όταν αποχώρησε συμβολικά μετά από 14 λεπτά. Η ιστορία κατέγραψε το αποτέλεσμα υπέρ των Σκωτζέζων με 1-0.

Αξιοσημείωτη στιγμή της πορείας του αποτελεί η νύχτα της 24ης Αυγούστου 1963 όταν η Ρεάλ συμμετείχε σε φιλικό τουρνουά στη Βενεζουέλα. Ήταν τότε που μία επαναστατική οργάνωση εισέβαλε στο ξενοδοχείο της αποστολής και τον απήγαγε. Τελικώς το θέμα έληξε μετά από δύο μέρες με τον Ντι Στέφανο να δηλώνει πως οι απαγωγείς δεν τον κακομεταχειρίστηκαν. Μάλιστα μία μέρα αργότερα ο Αργεντινός αγωνίστηκε κανονικά στο φιλικό εναντίον της Σάο Πάολο γνωρίζοντας την αποθέωση από το κοινό.

“Νομίζω ότι ο καλύτερος ήταν ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο, ήταν ανώτερος από όλους – ακόμα και από εμένα. Ο Πελέ δεν θέλει να αναγνωρίσει το ταλέντο του Ντι Στέφανο”. Ντιέγκο Μαραντόνα(2019) στην ερώτηση για τον κορυφαίο όλων των εποχών.

Αγωνίστηκε σε τρεις διαφορετικές εθνικές ομάδες, στην Αργεντινή (6 συμμετοχές), στην Κολομβία (4 συμμετοχές – σε ανεπίσημους, μη αναγνωρισμένους από τη ΦΙΦΑ αγώνες) και στην Ισπανία (31 συμμετοχές). Με την εθνική Ισπανίας σημείωσε 23 τέρματα επίδοση που ήταν ρεκόρ και καταρρίφθηκε το 1990 από τον Εμίλιο Μπουτραγκένιο. Σε μια φιλική συνάντηση της Ισπανίας με το Βέλγιο το 1957 πέτυχε το ωραιότερο γκολ της σταδιοδρομίας του (ο ίδιος το είχε επιλέξει αλλά και η άποψη συμπαικτών και θεατών ήταν η ίδια), το οποίο, όμως, δυστυχώς, δεν «έπιασε» η κάμερα. Έπειτα από δουλειά και έρευνα μηνών, ιταλικό κανάλι αναπαρέστησε τρισδιάστατα το γκολ του Ντι Στέφανιο βασιζόμενο σε μαρτυρίες. Στις 23 Οκτωβρίου 1963 ήταν αρχηγός της Μικτής Κόσμου (επίσημα ονομάστηκε Rest of the World) που αγωνίστηκε με την Εθνική Αγγλίας για τα 100 χρόνια της βρετανικής ποδοσφαιρικής ιστορίας έχοντας συμπαίκτες όπως οι Φέρεντς Πούσκας, Ρειμόν Κοπά, Εουσέμπιο, Λεβ Γιασίν, Ντζάλμα Σάντος, Ούβε Ζέελερ, Γιόζεφ Μάζοπουστ. Επίσης συμμετείχε στη Μικτής Ευρώπης στον αγώνα προς τιμή του Στάνλεϊ Μάθιους στις 28 Απριλίου 1965.

Σε όλη την καριέρα του συμμετείχε σε 1.126 επίσημους και φιλικούς αγώνες σε Αργεντινή , Κολομβία και Ισπανία και σημείωσε 893 γκολ. Έχοντας σημειώσει 377 τέρματα σε συναντήσεις πρώτης εθνικής κατηγορίας, κατατάσσεται 16ος στη λίστα όλων των εποχών, ενώ ανήκει και στον κατάλογο με τους ποδοσφαιριστές που έχουν πετύχει στην καριέρα τους περισσότερα από 500 γκολ σε επίσημους αγώνες. Με τους 8 τίτλους πρώτου σκόρερ πρωταθλήματος, υστερεί μόνο των Γιόζεφ Μπίτσαν, Πελέ και Γκούναρ Νόρνταλ.

Προπονητής

Ο Αλφρέδο Ντι Στεφάνο ακολούθησε στην συνέχεια καριέρα ως προπονητής : το 1967 – 68 βρισκόταν στον πάγκο της Έλτσε και στη συνέχεια μετακόμισε στην τεχνική διεύθυνση της Μπόκα Τζούνιορς το 1969 (έτος κατά το οποία κέρδισε το πρωτάθλημα της Αργεντινής). Το 1970 επιστρέφει στην Ισπανία για οικογενειακούς λόγους και αναλαμβάνει τη Βαλένθια (με την οποία κερδίζει ένα ισπανικό πρωτάθλημα), χάνοντας και σε ένα τελικό Κυπέλλου την πρώτη αγωνιστική περίοδο, και τελικά επιστρέφει στην πρώτη του ομάδα, Ρίβερ Πλέιτ το 1981, που την οδήγησε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Παραμένει ο μόνος προπονητής που έχει οδηγήσει τους μακροχρόνιους αντιπάλους, Μπόκα και Ρίβερ στην κατάκτηση πρωταθλήματος.

Το 1982 επανήλθε στη Ρεάλ ως προπονητής για λιγότερο από δύο χρόνια. Η χρονιά 1982 – 83 ήταν απογοητευτική για το σύλλογο, τελείωσε τρίτη στην Λα Λίγκα και έχασε σε τρεις τελικούς στους οποίους αγωνίστηκε μεταξύ των οποίων και τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων. Στη Ρεάλ βρέθηκε και πάλι ως λύση έκτακτης ανάγκης τον Νοέμβριο του 1990 παραμένοντας για πέντε μήνες και κερδίζοντας το Σούπερ Καπ.

Προπονητής της Ρίβερ Πλέιτ το 1981

Τα τελευταία χρόνια

Ο Ντι Στέφανο εμφανίστηκε αρκετές φορές στον κινηματογράφο κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Πρώτα στο Con los mismos colores, Αργεντίνικη ταινία από το 1949, στη συνέχεια στην Ισπανία σε πολλές ταινίες ντοκιμαντέρ αφιερωμένες στη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά και σε μια ταινία, Saeta Rubia, που γυρίστηκε το 1956 και στην οποία παίζει τον δικό του ρόλο.

Κατοικούσε στην Ισπανία μέχρι το θάνατό του το 2014. Στο χρονικό αυτό διάστημα, που συνέπεσε με το τέλος του 20ού αιώνα, απόλαυσε την αναγνώριση από την παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινότητα με πολλαπλούς τίτλους και διακρίσεις. Η πολύχρονη παρουσία του στη Ρεάλ Μαδρίτης και η συνεισφορά του στην καταξίωσή της ως “βασίλισσας” της Ευρώπης, οδήγησε το σύλλογο στην ανακήρυξή του το 2000 σε επίτιμο πρόεδρο του συλλόγου. Νωρίτερα, στις 24 Δεκεμβρίου 1989 του απονεμήθηκε η “Σούπερ Χρυσή Μπάλα” (Super ballon d’or) ως ο ποδοσφαιριστής που είχε πάρει τις περισσότερες ψήφους στα μέχρι τότε χρόνια του θεσμού, παρά το γεγονός ότι ήταν κάτοχος του επάθλου δύο φορές, ενώ οι Γιόχαν Κρόιφ και Μισέλ Πλατινί είχαν κερδίσει το έπαθλο τρεις φορές ο καθένας. Το ειδικό αυτό βραβείο δεν έχει απονεμηθεί από τότε ξανά. Το 2003 επελέγη από την ισπανική Ομοσπονδία ως ο “χρυσός παίκτης” της χώρας για τον εορτασμό των 50 χρόνων της ΟΥΕΦΑ. Το 2004 συμπεριλήφθηκε στη λίστα FIFA 100 με τους 125 καλύτερους εν ζωή ποδοσφαιριστές. Ο Πελέ είπε τότε ότι ‘ο Μαραντόνα είναι μεγάλος αλλά ο Ντι Στέφανο ο καλύτερος όλων”.

Στις 24 Δεκεμβρίου 2005, ο 79χρονος “Δον Αλφρέδο” υπέστη καρδιακή προσβολή. Στις 9 Μαΐου 2006, εγκαινιάστηκε το στάδιο Alfredo di Stéfano στην πόλη της Μαδρίτης και έγινε έδρα της δεύτερης ομάδας της Ρεάλ. Εναρκτήριο ματς του ήταν μεταξύ Ρεάλ Μαδρίτης και της Ρεμς, μια επανάληψη του τελικού του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου του 1956. Η ΟΥΕΦΑ του απέδωσε τον τίτλο του πρώτου προεδρικού βραβείου της το 2007 ως αναγνώριση της εξαιρετικής και μακροχρόνιας προσφοράς του Αργεντινού στο Ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Το 2008 εξελέγη σε διαδικτυακή έρευνα που διοργάνωσε η Ρεάλ Μαδρίτης, καλύτερος παίκτης στην ιστορία του συλλόγου, μπροστά από το Ζινεντίν Ζιντάν. Τελική απόδειξη του αποτυπώματος που άφησε, ακόμα και όταν έπαιζε σε μια εποχή που τα παιχνίδια δεν ήταν ακόμη τηλεοπτικά Από το 2008 ένα μπρούτζινο άγαλμα 2,5 μέτρων κοσμεί το χώρο του γηπέδου, εμπνευσμένο από τον πανηγυρισμό του μετά από χατ-τρικ που σημείωσε στον αγώνα εναντίον της Βάσας Βουδαπέστης στη Μαδρίτη για τον πρώτο ημιτελικό του Κύπελλο Πρωταθλητριών της χρονιάς 1957-58.

Τον Οκτώβριο του 2011 η ΦΙΦΑ ανακοίνωσε πως ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο θα συμπεριληφθεί στο FIFA Hall of Fame, το μουσείο του ποδοσφαίρου που στεγάζεται στην πόλη Πατσούκα του Μεξικού τα εγκαίνια του οποίου έγιναν τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Το μουσείο συμπεριλαμβάνει τους καλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών.

Μετά από άλλη καρδιακή προσβολή ο 88χρονος θρύλος του δημοφιλέστερου αθλήματος στην υφήλιο κατέληξε στις 7 Ιουνίου 2014. Κατά τη διάρκεια του ημιτελικού του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2014 μεταξύ Αργεντινής και Ολλανδίας στις 9 Ιουλίου, τιμήθηκε με ένα λεπτού σιγή, ενώ η ομάδα της Αργεντινής φορούσε μαύρες κορδέλες. Η Ρίβερ Πλέιτ από την Αργεντινή και η Μιγιονάριος από την Κολομβία οργάνωσαν ένα φιλικό αγώνα ως φόρο τιμής του πρώην παίκτη τους. Ο αγώνας διεξήχθηκε στις 16 Ιουλίου 2014.

Με τη φανέλα της εθνικής Ισπανίας το 1959

Είπαν για το Ντι Στέφανο

  • “Ο πιο πλήρης ποδοσφαιριστής στον κόσμο”. – Φραντς Μπεκενμπάουερ
  • “Ήταν ο πιο έξυπνος παίκτης που είδα ποτέ και έβγαζε προσπάθεια και θάρρος. Ήταν ένας εμπνευσμένος ηγέτης και το τέλειο παράδειγμα για άλλους”. – Μπόμπι Τσάρλτον
  • “Ποιός είναι αυτός ο άνθρωπος; Παίρνει τη μπάλα από τον τερματοφύλακα. Ο ίδιος λέει στο πλήρες πλάνο τι πρέπει να κάνει. Οπουδήποτε βρίσκεται στον αγώνα είναι σε θέση να πάρει την μπάλα. Μπορείτε να δείτε την επιρροή του σε όλα όσα συμβαίνουν … Δεν είχα δει ποτέ έναν τόσο ολοκληρωμένο ποδοσφαιριστή. Ήταν σαν να είχε δημιουργήσει το δικό του κέντρο εντολών στην καρδιά του παιχνιδιού. Ήταν τόσο δυνατός όσο ήταν λεπτός. Ο συνδυασμός των ιδιοτήτων ήταν μαγευτικός”. – Μπόμπι Τσάρλτον
  • “Ντι Στέφανο. Ήρωά μου. Για μένα, ήταν ο πιο πλήρης ποδοσφαιριστής στην ιστορία. Αυτή είναι η γνώμη μου”. – Εουσέμπιο
  • “Ο καλύτερος. Ψηλός, γρήγορος, ευκίνητος, ενεργητικός, επιδέξιος, ένας μεγάλος τελειωτής. Μεγάλη ικανότητα με τα πόδια και το κεφάλι του. Κατά τη γνώμη μου, ένας παίκτης ήταν ο πιο πλήρης: ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο. Ο Ντι Στεφάνο το είχε όλα”. – Εουσέμπιο
  • “Δεν ξέρω αν ήμουν καλύτερος παίκτης από τον Πελέ, αλλά μπορώ να πω χωρίς αμφιβολία ότι ο Ντι Στέφανο ήταν καλύτερος από τον Πελέ. Είμαι περήφανος όταν μιλάω για το Ντι Στέφανο”. – Ντιέγκο Μαραντόνα
  • “Για μένα ήταν δάσκαλος, μου δίδαξε πολλά πράγματα. Δεν ήταν απλά ένας σπουδαίος παίκτης, αλλά και άνθρωπος. Ως άνθρωπος ήταν φαινόμενο”. – Ντιέγκο Μαραντόνα
  • “Ήταν ο αγαπημένος μου παίκτης και αυτό που αγαπούσα περισσότερο στον Ντι Στέφανο ήταν το ό,τι έκανε, το έκανε για την ομάδα”. – Γιόχαν Κρόιφ
  • “Ένας μεγάλος ανάμεσα στους μεγάλους”. – Μισέλ Πλατινί
  • “Για μένα οι δύο καλύτεροι παίκτες ήταν ο Αλφρέδο και ο Πελέ. Τα έκανε όλα σε μια σταδιοδρομία που κράτησε πάνω από 20 χρόνια. Είχε τα πάντα”. – Ζυστ Φονταίν
  • “Αν ο Ντι Στέφανο είχε παίξει σε Παγκόσμιο Κύπελλο, θα αναγνωριζόταν ως ο λευκός Πελέ”. – Ζυστ Φονταίν
  • “Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται πάντα είναι ποιοι ήταν οι καλύτεροι παίκτες. Προφανώς υπάρχει μια λίστα με μεγάλους όπως οι Κρόιφ, Μαραντόνα, Πελέ και, φυσικά, ο Πούσκας και ο Ντι Στέφανο, που για μένα ήταν ο καλύτερος. Είχε μεγάλη αρμονία”. – Άλεξ Φέργκιουσον
  • “Ο Αλφρέδο Ντι Στέφανο ήταν ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών – πολύ καλύτερος από τον Πελέ. Ήταν, ταυτόχρονα, η άγκυρα στην άμυνα, ο παίκτης στο κέντρο και ο πιο επικίνδυνος σκοπευτής στην επίθεση”. – Ελένιο Ερέρα
  • “Αν ο Πελέ ήταν ο κύριος βιολιστής, ο Ντι Στέφανο ήταν ολόκληρη η ορχήστρα”. – Ελένιο Ερέρα
  • “Η μεγαλειότητα του Ντι Στέφανο ήταν ότι έχοντάς τον μαζί σου έχεις δύο παίκτες σε κάθε θέση”. Μιγκέλ Μουνιόθ 

Οι ομάδες που αγωνίστηκε

Πηγή: https://el.wikipedia.org


Αφήστε μια απάντηση