Μια απλή σύγκριση μεταξύ Δημόσιας και Ιδιωτικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης

  • Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΤΣΟΥΛΙΑΣ

Υπάρχει άραγε κανένας ενδοιασμός στο πού γέρνει η ζυγαριά όσον αφορά την ποιότητα των προγραμμάτων μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης και ως το προς το ποια πλευρά υπηρετεί την πνευματική καλλιέργεια και την ουσιαστική ψυχαγωγία των τηλεθεατών;

Έχεις, για παράδειγμα, το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου σου στο Τρίτο Πρόγραμμα και αισθάνεσαι μια συνεχή έκσταση από την κλασική του μουσική και από τα πολύ προσεγμένα προγράμματα. Υπάρχει κάτι ανάλογο στους τόσους και τόσους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, στους οποίους πλημμυρίζουν οι ατέλειωτες βλακείες και η χυδαιότητα;

Τα τηλεοπτικά προγράμματα της κρατικής τηλεόρασης (ΝΕΡΙΤ και του καναλιού της Βουλής) είναι γεμάτα εκπομπές αφιερωμένες στην τέχνη, στον πολιτισμό, στην επιστήμη, στην εκπαίδευση, στους ανθρώπους των γραμμάτων, στην ιστορία του τόπου μας, στις λαϊκές παραδόσεις, στο καθημερινά προβλήματα των διαφόρων επαγγελματικών ομάδων, στα αθλητικά γεγονότα. Ταξιδεύουμε με τα ντοκιμαντέρ αυτών των τηλεοπτικών σταθμών σε κάθε γωνιά της χώρας μας, σε κάθε γωνιά της Γης.

Βλέπουμε κλασικές κινηματογραφικές ταινίες / ταινίες σταθμούς στον χώρο της Έβδομης Τέχνης και αισθανόμαστε μια πνευματική πληρότητα. Οι ενημερωτικές εκπομπές των δημόσιων καναλιών αποβλέπουν στη διερεύνηση της ουσίας και αποφεύγουν τις στημένες χάριν της θεαματικότητας διαμάχες, που τόσο πολύ χαρακτηρίζουν τα ιδιωτικά κανάλια. Όταν τα παιδιά μας επιλέγουν κρατικό κανάλι για να δουν, αισθανόμαστε μια ασφάλεια, ότι δεν θα συναντήσουν χυδαιότητα, βία, πορνογραφήματα, ρατσισμό, σεξισμό, φραστικές και μη σεξουαλικές ηλιθιότητες, γνωρίζουμε εξ ορισμού ότι δεν προβάλλονται παρακμιακά πρότυπα και κίβδηλες αξίες.

Οι εκπομπές της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης εκπληρώνουν σε ικανοποιητικό βαθμό τις διάφορες ψυχαγωγικές προτιμήσεις των Ελλήνων και συχνά έχουν μορφωτικό, επιμορφωτικό και διαπαιδαγωγικό χαρακτήρα. Είναι εκπομπές που κάτι σού αφήνουν, που σε προβληματίζουν και σε οδηγούν σε τόπους στοχασμού και περισυλλογής. Αναρωτιέμαι – αν δεν είμαι υπερβολικός – αν υπάρχει έστω μια εκπομπή στα μεγάλα ιδιωτικά κανάλια που να έχει σχέση με την κλασική μουσική, με την τέχνη, με την εκπαίδευση, με το βιβλίο, με την επιστήμη!

Συχνά ακούγεται η άποψη ότι τα ιδιωτικά κανάλια έχουν εμπορικό πνεύμα, ότι παίρνουν τις διαφημίσεις από την αγορά, ότι δίνουν στους τηλεθεατές ό,τι πουλάει. Αλλά δεν σκεπτόμαστε τι σημαίνουν όλα αυτά. Δεν σκεπτόμαστε τι σημαίνει δίνω ό,τι πουλάει… Δεν σκεπτόμαστε ότι η ιδιωτική τηλεόραση καλλιεργεί τη βλακεία και τη χυδαιότητα, ότι οι εκπομπές της πλημμυρίζουν από «κατιναριό» αίσχιστης μορφής, ότι οι άνθρωποί της ασχολούνται ο ένας με τον άλλο, γιατί δεν έχουν τίποτα ουσιαστικό να πουν, γιατί είναι κυριολεκτικά «αδειανά πουκάμισα».

Δεν σκεπτόμαστε το παιχνίδι που κάνουν με τις διάφορες λαχειοφόρους, μέσα από τις οποίες μαζεύουν τα χρήματα από τους ανυποψίαστους τηλεθεατές. Και το πιο σημαντικό είναι ότι δεν αναλογιζόμαστε ποια είναι η επίδραση των «φανταχτερών» και ηλίθιων εκπομπών στη σκέψη των τηλεθεατών. Υπάρχει και άλλη εξίσου σημαντική όψη. Αν ανοίξει κανένας το κεφάλαιο της οικονομικής βάσης των ιδιωτικών καναλιών, θα διαπιστώσει παρανομίες και θαλασσοδάνεια που δεν έχουν προηγούμενο σε άλλες επιχειρήσεις. Οι «καναλάρχες» στενά συνδεδεμένοι με το σύστημα εξουσίας υπηρετούν και υπηρετούνται από τις επιλογές και τα συμφέροντα αυτού του συστήματος και παραμένουν απρόσβλητοι από κάθε κριτική αφού ελέγχουν το όλο πεδίο της ενημέρωσης.

Έχει διαμορφωθεί μια αντίληψη ότι καθετί «ιδιωτικό» είναι καλό και ότι καθετί «δημόσιο» και «κρατικό» είναι κακό. Πρόκειται για μια πλήρως αντεστραμμένη εικόνα, για μια προκατάληψη που δεν είναι καθόλου αθώα αλλά εξυπηρετεί πολιτικές και ιδεολογικές σκοπιμότητες τις οποίες υπηρετούν με τον πιο αφελή τρόπο πολίτες χωρίς στοιχειώδη ορθοκρισία και κριτική σκέψη. Άραγε μπορεί να γίνει καμιά σύγκριση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο συζητούμενο θέμα μας; Δυστυχώς ακόμα και σ’ αυτό τον τομέα που η διαφορά στην ποιότητα είναι τόσο εμφανής υπέρ της δημόσιας τηλεόρασης και ραδιοφωνίας δεν προβληματιζόμαστε και δεν αναλύουμε έτι περαιτέρω την ερμηνευτική μας αντίληψη.

Και όχι μόνο αυτό, αλλά εθισμένοι στην ανουσιότητα και στη βλακεία που έχει αλλοτριώσει τον τρόπο σκέψης αλλά και τον τρόπο της ψυχαγωγίας μας εξακολουθούμε να συντασσόμαστε σε μεγάλο βαθμό πίσω από την ηλιθιότητα και από την παρακμιακή αισθητική που χαρακτηρίζουν την ιδιωτική τηλεόραση. Θεωρούμε, για παράδειγμα, ψυχαγωγία το να βλέπουμε ένα κιτς πρόγραμμα και όχι μια εκπομπή κλασικής ή παραδοσιακής μουσικής!

Η σχεδόν στο σύνολό της παρακμιακή εικόνα της ιδιωτικής τηλεόρασης επιδρά επιζήμια ιδιαίτερα στα παιδιά, στους έφηβους και στους νέους. Τα παιδιά και οι νέοι / νέες βλέποντας την αγελαία και χωρίς αισθητικό κριτήριο στάση των γονέων τους που αγκιστρώνεται όλη την ώρα στα κελεύσματα της εμπορευματοποιημένης ιδιωτικής τηλεόρασης αναπαράγουν αυτή την στάση πριν καλά – καλά αναπτύξουν μια στοιχειώδη ωριμότητα και αυτονομία στη σκέψη τους. Πρόκειται για μια πολύ επιζήμια επίδραση που διαμορφώνει η υποκουλτούρα της ιδιωτικής τηλεόρασης στη νέα γενιά και η οποία υποκουλτούρα αλλοιώνει το παιδαγωγικό και το μαθησιακό πεδίο του σχολείου και της εκπαίδευσης. Αλλά επ’ αυτού θα επανέλθουμε…

The following two tabs change content below.

Ο Νίκος Τσούλιας κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας. Είναι εκπαιδευτικός στο 3ο Γενικό Λύκειο Ζωγράφου. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και “Παιδείας εγκώμιον“. Έχει συνεργαστεί με τις εφημερίδες «Μεσημβρινή» (1980 – 1986) και «Εξόρμηση» (1988 – 1996).Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί σε εκπαιδευτικά περιοδικά, στην εφημερίδα “Το Άρθρο” και στις εφημερίδες της Ηλείας, “Η Αυγή” και “Η Ενημέρωση”.

Αφήστε μια απάντηση