Χορός
εκατομμυρίων
έχει
στηθεί
στην
ελληνική
κτηματαγορά,
με
τα
ακίνητα
στην
Αθηναϊκή
Ριβιέρα
να
πρωταγωνιστούν
και
να
πωλούνται
σε
τιμές
που
προκαλούν
ζάλη.
Παρά
το
ράλι
που
εξακολουθούν
να
καταγράφουν
οι
τιμές
στην
ελληνική
κτηματαγορά,
οι
αγοραπωλησίες
ακινήτων
παραμένουν
σε
ανοδική
τροχιά.
Κτηματαγορά:
Άλλαξαν
χέρια
42.745
ακίνητα
το
2024
Το
2024,
με
βάση
τα
συμβόλαια
που
έχουν
αναρτηθεί
στο
Μητρώο
Αξιών
Μεταβιβάσεων
Ακινήτων,
άλλαξαν
χέρια
42.745
ακίνητα
συνολικής
αξίας
4,07
δισ.
ευρώ.
Το
2023,
ο
αριθμός
των
ακινήτων
που
απέκτησαν
νέο
ιδιοκτήτη
ήταν
μικρότερος,
κατά
3.638,
καθώς
ανήλθε
σε
39.107,
αλλά
η
συνολική
αξία
τους
ήταν
4,11
δισ.
ευρώ.
Κτηματαγορά:
Το
χρυσό
συμβόλαιο
για
115,6
τ.μ.
οικόπεδο
στην
Πάρο
Ιδιαίτερο
ενδιαφέρον
παρουσιάζουν
το
εύρος
και
οι
ακραίες
τιμές
που
αποτυπώνονται
στα
συμβόλαια
και
βγάζουν
μάτι.
Η
ακριβότερη
αγοραπωλησία
ακινήτου
καταγράφηκε
στο
χωριό
Λεύκες
της
Πάρου.
Για
ένα
οικόπεδο
επιφάνειας
115,6
τ.μ.
ο
αγοραστής
κατέβαλε
το
ποσό
των
75
εκατ.
ευρώ
(!).
Ακολουθούν
τα
οικόπεδα
στο
Μητροπολιτικό
Πάρκο
Ελληνικό
–
Αγ.
Κοσμάς,
τα
οποία
μπορεί
να
κοστίζουν
χρυσάφι
αλλά
ξεπουλάνε,
ενώ
πανάκριβα
και
ανάρπαστα
είναι
και
τα
πάρκινγκ.
Μάλιστα,
μια
θέση
στάθμευσης
18
τ.μ.
στην
Κηφισιά
πωλήθηκε,
σύμφωνα
με
το
συμβόλαιο,
487.361
ευρώ,
όσο
δηλαδή
κοστίζει
ένα
διαμέρισμα
σε
μια
ακριβή
περιοχή
του
Λεκανοπεδίου.
Οι
ξένοι
επενδυτές
στην
ελληνική
κτηματαγορά
Τον
ρυθμό
στην
αγορά
ακινήτων
δίνουν
οι
ξένοι,
με
τις
επενδύσεις
που
πραγματοποίησαν
στο
διάστημα
Ιανουαρίου
–
Σεπτεμβρίου
2024
να
αγγίζουν
τα
2
δισ.
ευρώ,
ξεπερνώντας
κατά
17,2%
το
αντίστοιχο
επίπεδο
εισπράξεων
που
καταγράφηκε
το
2023.
Στο
ίδιο
διάστημα,
τα
στοιχεία
της
ΑΑΔΕ
έδειξαν
ότι
οι
φόροι
που
έχουν
εισπραχθεί
μόνο
από
αγοραπωλησίες
ακινήτων
έφτασαν
τα
342
εκατ.
ευρώ,
σημειώνοντας
αύξηση
21,2%
σε
σύγκριση
με
το
εννεάμηνο
του
2023.
Στο
δήμο
Αθηναίων
οι
περισσότερες
αγοραπωλησίες
Ο
Δήμος
Αθηναίων
βρίσκεται
στην
πρώτη
θέση
καθώς
το
2024,
σύμφωνα
με
τα
στοιχεία
του
Μητρώου
Μεταβιβάσεων
Ακινήτων,
πραγματοποιήθηκαν
5.903
αγοραπωλησίες
ακινήτων.
Η
συνολική
αξία
τους
υπερβαίνει
τα
514,5
εκατ.
ευρώ.
Οι
ακριβότερες
αγοραπωλησίες
ακινήτων
εντοπίζονται
στη
Γλυφάδα,
τη
Βουλιαγμένη,
τη
Βούλα,
την
Κηφισιά,
το
Παλαιό
Ψυχικό
και
τη
Φιλοθέη.
Στις
περιοχές
αυτές
οι
τιμές
σπάνε
τα
κοντέρ,
ενώ
υπάρχουν
και
περιπτώσεις
που
βγάζουν
μάτι,
όπως
ένα
παλαιό
διαμέρισμα
96
τ.μ.
στο
Ηράκλειο
που
πουλήθηκε,
σύμφωνα
με
το
συμβόλαιο,
στην
τιμή
των
24
εκατ.
ευρώ.
Ανάρπαστα
τα
διαμερίσματα
Με
βάση
τα
στοιχεία
του
Μητρώου
Αξιών
Μεταβιβάσεων
Ακινήτων,
η
μέση
αξία
των
42.745
ακινήτων
που
μεταβιβάστηκαν
το
2024
ανέρχεται
σε
95.148
ευρώ
και
είναι
μικρότερη
σε
σχέση
με
το
2023,
όταν
είχε
διαμορφωθεί
σε
105.287
ευρώ.
Το
στοιχείο
αυτό
δείχνει
ότι
πέρυσι
μπορεί
να
πραγματοποιήθηκαν
περισσότερες
αγοραπωλησίες
ακινήτων,
αλλά
η
αξία
τους
ήταν
μικρότερη.
Οσον
αφορά
το
είδος
των
ακινήτων,
τα
συμβόλαια
που
έχουν
υπογραφεί
και
αναρτηθεί
στο
Μητρώο
δείχνουν
ότι
21.735
είναι
διαμερίσματα
συνολικής
αξίας
2,18
δισ.
ευρώ,
4.308
είναι
μονοκατοικίες
συνολικής
αξίας
508,68
εκατ.
ευρώ,
7.200
είναι
οικόπεδα
συνολικής
αξίας
883,55
εκατ.
ευρώ
και
1.925
θέσεις
στάθμευσης.
Πλατφόρμα
τιμών
Στο
μεταξύ,
στα
σκαριά
βρίσκεται
μια
νέα
πλατφόρμα
στην
οποία
θα
αποκαλύπτονται
οι
πραγματικές
τιμές
των
ακινήτων
σε
όλη
τη
χώρα.
Η
πλατφόρμα
η
οποία
αναμένεται
να
κάνει
πρεμιέρα
πριν
από
το
καλοκαίρι,
θα
καταγράφει
όλες
τις
τιμές
πώλησης
ακινήτων
ανά
περιοχή,
με
τα
στοιχεία
να
αντλούνται
από
το
Κτηματολόγιο,
όπου
αναρτώνται
πλέον
τα
συμβόλαια.
Θα
είναι
ανώνυμα,
δεν
θα
υπάρχει
δηλαδή
αναφορά
στα
στοιχεία
πωλητή
και
αγοραστή,
παρά
μόνο
η
ταυτότητα
του
ακινήτου
με
στοιχεία
τετραγωνικών,
ορόφου,
παλαιότητας
και
περιοχής
μαζί
με
το
τίμημα
πώλησης.
Οι
πραγματικές
τιμές
πώλησης
Ετσι,
για
παράδειγμα,
ένας
αγοραστής
ο
οποίος
αναζητά
ακίνητο
και
έχει
μέχρι
τώρα
ως
μπούσουλα
τις
αντικειμενικές
αξίες
και
τις
ζητούμενες
τιμές
πώλησης
στις
αγγελίες,
θα
μπορεί
να
έχει
εικόνα
για
το
πραγματικό
εύρος
τιμών
πώλησης
ακινήτων
στη
συγκεκριμένη
περιοχή.
Οι
πληροφορίες
θα
είναι
διαθέσιμες
χωρίς
κόστος
στους
ενδιαφερόμενους
αγοραστές
αλλά
και
τους
πωλητές,
οι
οποίοι
θα
έχουν
μια
πιο
ρεαλιστική
εικόνα
για
τις
τιμές
αγοράς,
ωστόσο
στην
περίπτωση
πολλών
δεδομένων,
τα
οποία
θα
είναι
χρήσιμα,
για
παράδειγμα,
σε
τράπεζες,
μεσίτες
και
servicers,
αυτά
θα
παρέχονται
επί
πληρωμή.