ΚΕΠΕ: Καμπανάκι για παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα

Μπορεί
η
Ελλάδα
να
εμφάνισε
τον
7ο
υψηλότερο
ρυθμό
ανάπτυξης
στην
Ευρωπαϊκή
Ενωση
το
2023,
με
αύξηση
του
ΑΕΠ
κατά
2%,
όμως
η
πλειονότητα
της
αύξησης
του
κατά
κεφαλήν
προϊόντος
σχετίζεται
με
τη
μείωση
της
ανεργίας
και
την
αύξηση
των
ωρών
εργασίας,

καθώς
η
παραγωγικότητα
της
εργασίας
συνέβαλε
μόνο
κατά
0,3%

ενώ
κύριος
μοχλός
μεγέθυνσης
του
ΑΕΠ
συνεχίζει
να
είναι
η
ιδιωτική
κατανάλωση
των
νοικοκυριών,
επισημαίνει
το
ΚΕΠΕ

στην
Ετήσια
Εκθεση
του
Εθνικού
Συμβουλίου
Παραγωγικότητας
της
Ελλάδας

για
το
2024.

Η
παραγωγικότητα
χαρακτηρίζεται
από
το
ΚΕΠΕ
ως
μια
κρίσιμη
πρόκληση
για
την
ελληνική
οικονομία

Παρά
τα
θετικά
δημοσιονομικά
αποτελέσματα,
η
παραγωγικότητα
χαρακτηρίζεται
από
το
ΚΕΠΕ
ως
μια
κρίσιμη
πρόκληση
για
την
ελληνική
οικονομία,
ενώ
τα
εμπορικά
ελλείμματα
συνεχίζουν
να
βαραίνουν
την
οικονομία.
Το
2023
οι
εισαγωγές
αντιστοιχούσαν
στο
37,5%
του
ΑΕΠ
ξεπερνώντας
κατά
πολύ
τις
εξαγωγές
που
έφτασαν
το
22,6%,
αναδεικνύοντας
την
έντονη
εξάρτηση
της
Ελλάδας
από
εισαγόμενα
προϊόντα.

Η
παραγωγικότητα
στη
βιομηχανία
μειώθηκε
σημαντικά
κατά
8%
το
2023
λόγω
της
αυξημένης
χρήσης
εργασίας
χωρίς
αντίστοιχη
αύξηση
της
προστιθέμενης
αξίας,
ενώ
οι
μικρομεσαίες
επιχειρήσεις
(ΜμΕ)
υψηλής
τεχνολογίας
και
γνώσης
έχουν
σημειώσει
πτώση
παραγωγικότητας
της
τάξης
του
20%
από
το
2009,
αναδεικνύοντας
αδυναμίες
στην
καινοτομία.

Επισημαίνεται
ακόμα
πως
οι
περιφερειακές
ανισότητες
είναι
επίσης
έντονες
και
επίμονες.
Οι
μητροπολιτικές
περιοχές
της
Αθήνας
και
της
Θεσσαλονίκης
κατέγραψαν
από
τις
μεγαλύτερες
μειώσεις
παραγωγικότητας
εργασίας
στην
Ευρώπη
την
τελευταία
δεκαετία,
υποχωρώντας
κατά
23%
και
21%,
αντίστοιχα.

ΕΕ:
Στην
25η
θέση
η
Ελλάδα
στην
ψηφιακή
ανταγωνιστικότητα

Σε
ό,τι
αφορά
την
ανταγωνιστικότητα,
ενώ
σε
επίπεδο
κόστους
έχει
βελτιωθεί,
καθώς
η
Πραγματική
Συναλλαγματική
Ισοτιμία
έφτασε
στα
χαμηλότερα
επίπεδά
της
από
το
2010,
ενώ
το
μοναδιαίο
κόστος
εργασίας
παρέμεινε
από
τα
χαμηλότερα
στην
ΕΕ,
η
έντονη
εξάρτηση
από
εισαγόμενες
εισροές
για
την
παραγωγή
αγαθών
που
εξάγονται
περιορίζει
την
οικονομική
αυτονομία
της
χώρας.

Η
Ελλάδα
κατατάσσεται
στην
25η
θέση
(λίγο
πάνω
από
τη
Βουλγαρία)
μεταξύ
των
κρατών-μελών
της
ΕΕ
(εκτός
Μάλτας)
όσον
αφορά
την
ψηφιακή
ανταγωνιστικότητα.
Συνεπώς,
η
επιτάχυνση
της
ψηφιακής
μετάβασης
κρίνεται
από
το
ΚΕΠΕ
ως
επιτακτική
για
να
κλείσει
το
χάσμα
με
τους
ευρωπαίους
εταίρους
και
να
βελτιώσει
την
οικονομική
αποτελεσματικότητα,
την
προσέλκυση
επενδύσεων
και
τη
θέση
της
στις
διεθνείς
εφοδιαστικές
αλυσίδες.

Την
ίδια
ώρα,
τα
προβλήματα
στο
δικαστικό
και
εκπαιδευτικό
σύστημα
μειώνουν
την
προσέλκυση
των
ξένων
άμεσων
επενδύσεων
(ΞΑΕ),
οι
οποίες
επικεντρώνονται
κυρίως
στον
τομέα
των
ακινήτων,
ο
οποίος
δεν
είναι
παραγωγικός.
Παρά
την
αύξηση
των
ροών
ΞΑΕ,
το
απόθεμα
των
ΞΑΕ
παραμένει
σε
επίπεδα
αρκετά
μακριά
από
τον
μέσο
όρο
της
ΕΕ.

Ο
εκτιμώμενος
χρόνος
που
απαιτείται
για
την
επίλυση
αστικών,
εμπορικών
και
διοικητικών
διαφορών
στα
ελληνικά
δικαστήρια
είναι
από
τους
μεγαλύτερους
στην
ΕΕ.
Παράλληλα,
όσον
αφορά
το
εκπαιδευτικό
σύστημα
η
Ελλάδα
κατατάσσεται
χαμηλά
μεταξύ
των
χωρών
του
ΟΟΣΑ
σχετικά
με
τις
δεξιότητες
και
την
επάρκεια
στην
ανάγνωση,
τα
μαθηματικά
και
την
επίλυση
προβλημάτων
σε
τεχνολογικά
πλούσια
περιβάλλοντα
για
ενηλίκους,
ενώ
αυτές
οι
δεξιότητες
δεν
ανταμείβονται
με
υψηλούς
μισθούς
όπως
σε
άλλες
χώρες
του
ΟΟΣΑ.


Premium
έκδοση
«Τα
ΝΕΑ»

Αφήστε μια απάντηση