Eurostat: Στο 5,4% ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο – Στο 6,9% στην ευρωζώνη

Στο 5,4% διαμορφώθηκε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2023 (από 6,5% τον Φεβρουάριο), ενώ στο 6,9% είναι το αντίστοιχο ποσοστό σε επίπεδο ευρωζώνης, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat.

Ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ μειώθηκε από 8,5% τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με την εκτίμηση της Eurostat.

Εξετάζοντας τις κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ, τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός αναμένεται να έχουν το υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Μάρτιο (15,4%, έναντι 15,0% τον Φεβρουάριο), ακολουθούμενος από τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (6,6%, έναντι 6,8% τον Φεβρουάριο), οι υπηρεσίες (5,0%, έναντι 4,8% τον Φεβρουάριο) και η ενέργεια (-0,9%, έναντι έναντι 13,7% τον Φεβρουάριο).

Οι προβλέψεις του ΥΠΟΙΚ

Οι προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών προδιαγράφουν επιβράδυνση του πληθωρισμού, οι τιμές, δηλαδή, θα αυξάνονται με μειωμένο ρυθμό για όλο το έτος και ο γενικός δείκτης θα διαμορφωθεί στο τέλος του 2023 γύρω στο 4,5%. Σύμφωνα με τις χειμερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φεβ-23), ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός για το σύνολο του έτους 2023 προβλέπεται στο 4,5% (5,6% στην Ευρωζώνη) και για το 2024 στο 2,4% (2,5% στην Ευρωζώνη).

Από το οικονομικό επιτελείο αναφέρουν ότι δε θα δούμε μείωση των τιμών, αλλά ότι θα αυξάνονται οι τιμές με μειωμένο ρυθμό, κάτι το οποίο υποστήριξε με επίσημο τρόπο και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας. Αυτό εξάλλου δείχνουν τα ήδη τα διαθέσιμα, στατιστικά δελτία. Φωτογραφίζουν, δηλαδή, την επιμονή του φαινόμενου οι ανατιμήσεις στη διατροφή να «καίνε» τις τσέπες των πολιτών. Διότι,  οι τιμές στα τρόφιμα  είναι υπερδιπλάσιες σε σχέση με το γενικό δείκτη τιμών.

Οι καταναλωτές έχουν αλλάξει συνήθειες, όπως αποτυπώνουν οι μελέτες, και αγοράζουν λιγότερα προϊόντα, ενώ να ωθούνται στην επιλογή φθηνότερων λύσεων. Στρέφονται στο «καταφύγιο» των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, το μερίδιο των οποίων σημείωσε νέο ρεκόρ στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, με 17,7% όσο ήταν δηλαδή και στην εποχή της βαθιάς οικονομικής κρίσης το 2012. Σημειώνεται ότι το μερίδιο τους αυξήθηκε κατά 21,3%.

«Πέφτει» το βιοτικό επίπεδο

Αποτέλεσμα των υψηλών τιμών είναι το ψαλίδισμα του βιοτικού επιπέδου. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο του 2022 τα φτωχότερα νοικοκυριά θα έπρεπε να αυξήσουν την κατανάλωσή τους στο 171% του διαθέσιμου εισοδήματός τους, προκειμένου να διατηρήσουν το βιοτικό επίπεδο που είχαν το 2021. Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύεται στο πλαίσιο του project του Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, για την Οικονομική Δικαιοσύνη, ο 1/4 αυτής της επιπλέον κατανάλωσης επιδοτήθηκε από την κυβέρνηση, πράγμα που σημαίνει ότι λαμβάνοντας υπόψη τα αντισταθμιστικά μέτρα, στην πραγματικότητα αυτή η εισοδηματική ομάδα επιβαρύνθηκε από την κατακόρυφη άνοδο των τιμών κατά 13%.

Ο πληθωρισμός τον περασμένο μήνα, σε ετήσια βάση επιβραδύνθηκε στο 6,5% από 7,3% τον Ιανουάριο, ενώ σε μηνιαία βάση κατέγραψε ποσοστό ανόδου της τάξεως του 0,2%. Βάσει της μέτρησης της ΕΛΣΤΑΤ οι τιμές καταναλωτή στην Ελλάδα έτρεξαν με ρυθμό 6,1% τον Φεβρουάριο. Η ετήσια άνοδος πηγάζει κυρίως από τη διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά (αύξηση του επιπέδου των τιμών κατά 14,5%) ξενοδοχεία-καφέ-εστιατόρια (7,8%) και μεταφορές (7,9%,). Ακολουθούν οι κατηγορίες των διαρκών αγαθών, ειδών νοικοκυριού και υπηρεσιών (10,2%), ένδυσης και υπόδησης (6,8%), άλλων αγαθών και υπηρεσιών (5,7%), υγείας (5,3%), αναψυχής και πολιτιστικών δραστηριοτήτων (3,6%), εκπαίδευσης (2,2%) και αλκοολούχων ποτών και καπνού (1,8%).

Αφήστε μια απάντηση