Στουρνάρας – Προειδοποιεί για αναβαλλόμενο φόρο, κερδοφορία και κόκκινα δάνεια

Σημαντικές είναι οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι τράπεζες σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, σύμφωνα με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα.

Στην εξαμηνιαία έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δόθηκε την Πέμπτη το απόγευμα στη δημοσιότητα, καταγράφεται τόσο η πρόοδος που έχουν επιτύχει οι συστημικοί όμιλοι μέχρι τώρα, όσο και οι κίνδυνοι που χρήζουν της προσοχής των διοικήσεών τους.

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, η ισχυρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα το 2021, σε συνδυασμό με τη διευκολυντική νομισματική και δημοσιονομική πολιτική στο πλαίσιο της ανάσχεσης των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19, συνέβαλαν στην ενίσχυση των συνθηκών ρευστότητας.

Επιπλέον, τονίζει πως συνεχίστηκαν επιτυχώς οι προσπάθειες από τις τράπεζες για την εξυγίανση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.

«Τέθηκαν με αυτό το τρόπο οι βάσεις για να ανακτήσουν το διαμεσολαβητικό τους ρόλο στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας για την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης» υποστηρίζει σχετικά.

Οι τρεις προκλήσεις

Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι παραμένουν ακόμη σημαντικές προκλήσεις. Ειδικότερα, ο κεντρικός τραπεζίτης κάνει λόγο για:

  • Την αντιμετώπιση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που συνεχίζουν να έχουν οι τράπεζες στους ισολογισμούς τους εν μέσω και του τέταρτου κύματος της πανδημίας
  • Τη χαμηλή ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων, δεδομένης της υψηλής συμμετοχής των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων
  • Την περιορισμένη οργανική κερδοφορία

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), μαζί με το νέο κύμα αθετήσεων που δύναται να προκύψει μετά την οριστική απόσυρση των μέτρων στήριξης των δανειοληπτών από την πανδημία, παραμένει η μεγαλύτερη πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα.

Όπως εξηγεί, οι μέχρι τώρα ενέργειες που έχουν ληφθεί για την αντιμετώπιση των ΜΕΔ έχουν αναμφισβήτητα συμβάλει σε σημαντική αποκλιμάκωση του αποθέματός τους.

Εντούτοις, ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παραμένει υψηλός (Ιούνιος 2021: 20,3%).

«Επιπρόσθετα, η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων και η διαρθρωτικά χαμηλή κερδοφορία, καθώς και οι επιπτώσεις που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή, αποτελούν μεσοπρόθεσμους κινδύνους» τονίζει ο διοικητής της ΤτΕ.

Συγκεκριμένα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα καλείται να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που προκύπτουν τόσο από τις ζημίες από τους φυσικούς κινδύνους όσο και από το κόστος μετάβασης σε μία οικονομία με σημαντικά χαμηλότερες εκπομπές ρύπων.

Η χαμηλή κερδοφορία

Στον αντίποδα, οι συνθήκες ρευστότητας του τραπεζικού τομέα συνέχισαν να βελτιώνονται το 2021.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, είναι χαρακτηριστικό πως οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα έχουν αυξηθεί από το Μάρτιο του 2020 (μέχρι και το Σεπτέμβριο του 2021) κατά 28,6 δισεκ. ευρώ, γεγονός που αντανακλάται στη σημαντική αύξηση της αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα σε περίπου 16% του ΑΕΠ, από 6% το 2019.

Ωστόσο, κατά την κεντρική τράπεζα, η χαμηλή οργανική κερδοφορία και η ανάγκη σχηματισμού αυξημένων προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο επηρέασαν την κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων.

Ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 ratio) σε ενοποιημένη βάση μειώθηκε σε 12,5% τον Ιούνιο του 2021, από 15% τον Δεκέμβριο του 2020, και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου (Total Capital Ratio) σε 15% από 16,6%.

Η οικονομική δραστηριότητα

Αναφερόμενος στην οικονομική δραστηριότητα το 2021 στην Ελλάδα, ο κ. Στουρνάνας τονίζει πως ανέκαμψε με ταχείς ρυθμούς, ενώ οι προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη παραμένουν εξαιρετικά ευοίωνες τόσο για το 2021 όσο και για το 2022.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, σημαντική συμβολή στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη θα έχουν τόσο το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 όσο και το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU), τα οποία αναμένεται να χρηματοδοτήσουν την υλοποίηση σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδυτικών έργων.

Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται ότι ο τραπεζικός τομέας καλείται να προσαρμοστεί άμεσα αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις που τον περιβάλλουν, προκειμένου να επιτελέσει τη διαμεσολαβητική του λειτουργία στην ομαλή και απρόσκοπτη χρηματοδότηση της οικονομίας.

«Η συνέχιση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει την ενίσχυση της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας και την ενεργό συμμετοχή του τραπεζικού τομέα» τονίζει ο κ. Στουρνάρας.

Ως εκ τούτου, «η χορήγηση πιστώσεων με επιμερισμό κινδύνου μέσω χαμηλότοκων δανείων του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility – RRF) και παροχής εγγυήσεων από το Ταμείο Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας θα συμβάλλει σημαντικά στην επιτάχυνση της τραπεζικής χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία και στην υλοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων, έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να μπει σε μια τροχιά υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης».

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι τράπεζες θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αξιολογούν τη σχέση απόδοσης-κινδύνου και τη βιωσιμότητα των επιχειρηματικών σχεδίων που χρηματοδοτούν στο πλαίσιο της συνετής διαχείρισης των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται και αναλαμβάνουν. Συνολικά, η χρηματοδότηση θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από την ύπαρξη αξιόλογων επενδυτικών σχεδίων με βιώσιμα χαρακτηριστικά.

Δείτε αναλυτικά την Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας

Πηγή: ot.gr

Αφήστε μια απάντηση