Με καθυστέρηση 11 μηνών… ξεκινά ο σχεδιασμός της εθνικής στρατηγικής για τη βιομηχανία

Πριν από 11 μήνες στις 29 Μαίου ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου γνωστοποιούσε στα μέλη της κυβέρνησης την απόφαση του να συγκροτηθεί κυβερνητική επιτροπή για τη βιομηχανία.

Σχεδόν 15 μέρες μετά, στις 15 Ιουνίου ο ίδιος κατά τη διάρκεια της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ, ανακοίνωνε επισήμως κι ενώπιον (διαδικτυακά) των επιχειρηματιών τη βούληση της κυβέρνησης για την «αναγέννηση της βιομηχανίας» και τη σύσταση του προαναφερόμενου οργάνου. Σε αυτό προεδρεύει ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων και συμμετέχουν οι υπουργοί Οικονομικών, Εργασίας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Παιδείας καθώς και οι φορείς εκπροσώπησης των βιομηχανιών ΣΕΒ, ΣΒΕ, Ελληνική Παραγωγή και το ΙΟΒΕ.

Πέρυσι επίσης τον Ιούλιο ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια των εγκαινίων επένδυσης στην ΕΛΒΑΛ ανακοίνωσε τη μείωση του ΕΦΚ στο ρεύμα για συγκεκριμένες καταναλώσεις βιομηχανιών. Το μέτρο τελικά εφαρμόστηκε πέντε μήνες μετά, τον Δεκέμβριο.

Χρειάστηκε να περάσουν 11 μήνες για να συνεδριάσει μόλις χθες η εξαγγελθείσα κυβερνητική επιτροπή για τη χάραξη της εθνικής στρατηγικής για τη βιομηχανίας.

Τα λουκέτα και ο άνισος ανταγωνισμός

Στο διάστημα αυτό, των 11 μηνών, τρεις μεγάλες και εμβληματικές βιομηχανίες έβαλαν «λουκέτο» κουβαλώντας τόσο τα βάρη του παρελθόντος (απουσία βιομηχανικής πολιτικής και χρηματοδότησης, υψηλό ενεργειακό κόστος) όσο και τα ιδιαίτερα, ξεχωριστά, προβλήματα η κάθε μία. Ο λόγος για τη Χαλυβουργική, την Πίτσος και τη ΛΑΡΚΟ, με την τελευταία να τίθεται σε ειδική διαχείριση. Τα προηγούμενα επίσης χρόνια εμβληματικές βιομηχανίες της χώρας μετέφεραν την έδρα τους στο εξωτερικό, όπως η ΒΙΟΧΑΛΚΟ το 2013 και ο ΤΙΤΑΝ το 2018, επιδιώκοντας να βρουν ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης για να επιβιώσουν.

Οι ελάχιστες εναπομείνασες βαριές βιομηχανίες της χώρας αλλά κι εκείνες χαμηλότερης έντασης παλεύουν να κερδίσουν αγορές στο διεθνή ανταγωνισμό. Οι εγχώριες, σύμφωνα με όσα έχουν δηλώσει δημόσια εκπρόσωποι τους, επωμίζονται υψηλότερο ενεργειακό κόστος έως και 30% έναντι των ανταγωνιστών τους αλλά και μεγαλύτερη φορολόγηση.

Την ίδια στιγμή οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη ΔΕΗ και τους πελάτες της στην υψηλή τάση (δηλαδή τις ενεργοβόρες βιομηχανίες) για τα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας της περιόδου 2021 – 2022 δεν έχουν ακόμη κλείσει με τις επιχειρήσεις να διαμαρτύρονται για προτάσεις με «τσουχτερή» Μεγαβατώρα και τη δημόσια εταιρία να διαμηνύει πως δεν μπορεί να πουλά κάτω του κόστους. Έτσι οι τιμές ρεύματος για το 2021 είναι στον «αέρα» και οι βιομηχανίες δυσκολεύονται στο να προϋπολογίσουν τα κόστη τους.

Νέα κόστη, επίσης, έρχονται να προστεθούν στις βιομηχανίες με τα δικαιώματα των ρύπων CO2. Από τα 25 ευρώ τον τόνο που ήταν στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο τον Δεκέμβριο έχουν εκτιναχθεί στα 44 ευρώ τον τόνο αυτήν την περίοδο. Και ο μηχανισμός αντιστάθμισης όπου οι επιχειρήσεις μπορούν να απορροφούν το συγκεκριμένο κόστος έχει καθυστερήσει να σταλεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και να εγκριθεί από την Ε.Ε.

Οι αντοχές

Παρ’ όλες τις δυσκολίες η εγχώρια βιομηχανία πέτυχε στη διάρκεια της πανδημίας όχι μόνο να αντέξει αλλά και να στηρίξει την ελληνική οικονομία και να περιορίσει το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του ΙΟΒΕ, για το 2020 οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων αυξήθηκαν 3,8% σε σχέση με πέρυσι και συγκεκριμένα ανέβηκαν στα 20,5 δις. ευρώ. Το εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε κατά 22% στο ίδιο χρονικό διάστημα, στα 21,7 δις. ευρώ.

Το 2020 η εγχώρια βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε μόλις 2% έναντι του 2019, όταν στην Ε.Ε. η υποχώρηση ήταν πολύ μεγαλύτερη, 7,9%. Τον περσινό Δεκέμβριο μάλιστα ήταν υψηλότερη κατά 3,7% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2019 κι ενώ στην Ε.Ε. κατεγράφη οριακή μείωση 0,1%.

Επιτροπή εντός της επιτροπής

Μετά από 11 μήνες χθες συνεδρίασε η κυβερνητική επιτροπή για τη βιομηχανία με τον υπουργό Ανάπτυξης κι Επενδύσεων Άδωνι Γεωργιάδη να παρουσιάζει τις γενικές κατευθύνσεις και τους στόχους της βιομηχανικής πολιτικής αλλά και να παρουσιάζει την πρότασή του για ένα μηχανισμό διακυβέρνησης, ο οποίος, με τη συντονισμένη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων και με βάση μια νέα εταιρική σχέση του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, θα αναλάβει την υλοποίηση του σχεδίου δράσης. «Κομβικό ρόλο στον μηχανισμό αυτόν», όπως ανακοίνωσε, «θα έχει η Επιτροπή Συντονισμού Βιομηχανικής Πολιτικής, που θα συσταθεί το αμέσως προσεχές διάστημα, θα αποτελείται από Γενικούς Γραμματείς των εμπλεκόμενων Υπουργείων και, σε συνεργασία με τους φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, θα αναλάβει την επιχειρησιακή μέριμνα για την υλοποίηση του Σχεδίου Δράσης και τη συστηματική παρακολούθηση των αποτελεσμάτων της Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιομηχανία».

Η ελπίδα… και τα αγκάθια

Κι ενώ ακόμη το εθνικό σχέδιο δεν υπάρχει ο πρόεδρος της Ελληνικής Παραγωγής Μιχάλης Στασινόπουλος εξέφρασε χθες την ελπίδα να συμβάλλει η Κυβερνητική Επιτροπή στον αναγκαίο συντονισμό μεταξύ διαφορετικών τομέων πολιτικής «γιατί ο κατακερματισμός αρμοδιοτήτων και η απουσία υπουργείου Βιομηχανίας δεν συνέβαλε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του τομέα της μεταποίησης», όπως σημείωσε.

Στην παρέμβασή του, ο πρόεδρος του φορέα εκπροσώπησης των βιομηχανιών επικεντρώθηκε σε ορισμένα σημεία καθοριστικής σημασίας, όπως είπε, για την επίτευξη των στόχων:

  1. Την ξεκάθαρη αναγνώριση των βασικών στοιχείων που λειτουργούν ανασταλτικά για την ελληνική μεταποίηση και τη φέρνουν σε μειονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της, όπως το υψηλό ενεργειακό κόστος και το αποθαρρυντικό για επενδύσεις καθεστώς αποσβέσεων.
  2. Την ταχύτητα δράσης, γιατί «εκτός από το χαμένο έδαφος πρέπει να μπούμε δυναμικά στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση» στην οποία ήδη επενδύονται τεράστια κεφάλαια όχι μόνο από τις ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες αλλά και από χώρες συγκρίσιμες με τη δική μας, όπως η Πορτογαλία.
  3. Τις γέφυρες επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των φορέων των επιχειρήσεων και της Πολιτείας, ώστε να γίνονται καλύτερα κατανοητές οι συνθήκες λειτουργίας και ανταγωνισμού, να εντοπίζονται εγκαίρως τα προβλήματα αλλά και οι ευκαιρίες.
  4. Την παραδοχή πως η ελληνική μεταποίηση μπορεί. Παρά τη, συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, μικρή συμμετοχή της στο ΑΕΠ, συνέβαλε καθοριστικά στην ανάκαμψη της οικονομίας και των εξαγωγών, τόσο κατά τη διάρκεια της 2ης φάσης της δεκαετούς κρίσης 2009-2019 αλλά και τώρα, με την πανδημική κρίση.

Γράψτε το σχόλιό σας

Ακολουθήστε το στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο

Αφήστε μια απάντηση