Έρχεται το τέλος του διαδικτύου όπως το ξέραμε;

Τον τελευταίο χρόνο, ο παγκόσμιος ιστός δεν είναι και τόσο… παγκόσμιος. Η Ευρώπη μελετά κανονισμούς που θα μπορούσαν να επιβάλουν προσωρινές απαγορεύσεις σε εταιρείες τεχνολογίας των ΗΠΑ οι οποίες παραβιάζουν τους νόμους της. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν στα πρόθυρα της απαγόρευσης των εφαρμογών TikTok και WeChat, αν και η νέα κυβέρνηση του Μπάιντεν επανεξετάζει αυτήν την απόφαση. Η Ινδία, η οποία απαγόρευσε αυτές τις δύο εφαρμογές, καθώς και δεκάδες άλλες, βρίσκεται τώρα σε «πόλεμο» με το Twitter.

Το Facebook συγκρούστηκε με την αυστραλιανή κυβέρνηση εξαιτίας της νομοθεσίας που θα υποχρεώσει τις εταιρείες του διαδικτύου να πληρώνουν για το ενημερωτικό υλικό που εμφανίζεται στις σελίδες τους ή στις μηχανές αναζητήσεις τους. Τελικά, στην αρχή της εβδομάδας κατέληξε σε συμφωνία με την κυβέρνηση και συμφώνησε να αποκαταστήσει τις ειδησεογραφικές σελίδες.

Ωστόσο, στην ανακοίνωσή του για τη συμφωνία, το Facebook υπαινίχθηκε την πιθανότητα παρόμοιων συγκρούσεων στο μέλλον. «Θα συνεχίσουμε να επενδύουμε σε ειδήσεις παγκοσμίως και θα αντιστεκόμαστε στις προσπάθειες των ομίλων ΜΜΕ να προωθήσουν ρυθμιστικά πλαίσια που δεν λαμβάνουν υπόψη την πραγματική ανταλλαγή αξίας μεταξύ εκδοτών και πλατφορμών όπως το Facebook», δήλωσε ο Κάμπελ Μπράουν, αντιπρόεδρος του Facebook αρμόδια για θέματα διεθνών συνεργασιών στον τομέα των ειδήσεων.

Αλλά αν αυτές οι συμφωνίες γίνουν πιο κοινές, το Διαδίκτυο όπως το ξέρουμε θα γίνει περισσότερο σαν αυτό που ορισμένοι αποκαλούν “splinternet“, δηλαδή μια συλλογή διαφορετικών διαδικτύων των οποίων τα όρια καθορίζονται από εθνικά ή περιφερειακά σύνορα. Αυτές οι κινήσεις ανατρέπουν την ίδια την ιδέα της δημιουργίας πλατφορμών στις οποίες έχουν πρόσβαση οι χρήστες από οποιοδήποτε μέρος στον κόσμο.

«Νομίζω ότι υπάρχει μια παγκόσμια τάση κατακερματισμού του Διαδικτύου πολύ περισσότερο από ό, τι στο παρελθόν», δήλωσε στο CNN η Δάφνη Κέλλερ, διευθύντρια του προγράμματος για τη ρύθμιση των κοινωνικών πλατφορμών στο Κέντρο Πολιτικής Κυβερνοχώρου του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

Όπως απέδειξε η διαμάχη του Facebook με την κυβέρνηση της Αυστραλίας, μια πλατφόρμα δεν χρειάζεται να απαγορευτεί ή να απενεργοποιηθεί εντελώς για να συμβεί αυτός ο κατακερματισμός. Η κίνηση αυτή της κοινωνικής πλατφόρμας αντιτίθεται στην ίδια την αρχή του Διαδικτύου ως εργαλείο για την ελεύθερη ροή πληροφοριών παγκοσμίως.

Στην Ινδία, όπου είναι «ευπρόσδεκτο να κάνει κανείς επιχειρήσεις», αλλά «θα πρέπει να σέβεται τους ινδικούς νόμους», το Twitter βρήκε μια λύση αποκρύπτοντας ορισμένους λογαριασμούς που χρησιμοποιούσαν, σύμφωνα με την ινδική κυβέρνηση, «εμπρηστικά και αβάσιμα» hashtags. Αυτό σημαίνει ότι αυτοί οι λογαριασμοί δεν ήταν ορατοί εντός της χώρας, αλλά μόνο εκτός. Το σημερινό τοπίο είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που επέτρεψε στις εταιρείες τεχνολογίας των ΗΠΑ να συσσωρεύσουν τεράστιο πλούτο και δύναμη. Με αξιοσημείωτες εξαιρέσεις όπως η Κίνα και η Βόρεια Κορέα, το Facebook και οι συνεργάτες του κατάφεραν να κυκλοφορήσουν τα προϊόντα τους σε όλο τον κόσμο με λίγη ώθηση.

«Αυτό που είναι νόμιμο στη Σουηδία δεν είναι νόμιμο στο Πακιστάν, και γι’ αυτό πρέπει να βρούμε κάποιο τρόπο να το συνδυάσουμε με τον τρόπο λειτουργίας του Διαδικτύου», εξηγεί η Κέλλερ. Το αποτέλεσμα είναι ότι «οι πλατφόρμες ή οι κυβερνήσεις δημιουργούν βίαια γεωγραφικά εμπόδια, έτσι ώστε να βλέπουμε διαφορετικά πράγματα σε μια χώρα από ό,τι σε μια άλλη».

Παρόλο που το Facebook δεν είναι η μόνη εταιρεία τεχνολογίας που έχει προβλήματα με κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο, είναι ίσως η πιο αντιπροσωπευτική από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση της Σίλικον Βάλεϊ, της υπόσχεσης ενός παγκόσμιου διαδικτύου που αντιτίθεται στους νόμους διαφόρων χωρών.

Πριν από πέντε χρόνια, ο διευθύνων σύμβουλος του Facebook Μαρκ Ζούκερμπεργκ έθεσε στόχο τα 5 δισεκατομμύρια χρήστες, ή την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού. Ήδη, η εταιρεία διαθέτει περισσότερους από 3 δισεκατομμύρια μηνιαίους ενεργούς χρήστες σε διάφορες εφαρμογές της, ως απόδειξη της ταχείας επέκτασής της σε όλο τον κόσμο.

Το 2014, η Google έκλεισε την υπηρεσία ειδήσεων στην Ισπανία αφού η χώρα πέρασε έναν παρόμοιο νόμο με αυτόν που μελετά τώρα η Αυστραλία. Στην Αυστραλία, επίσης, απείλησε να αποσύρει τη μηχανή αναζήτησής της από τη χώρα βάσει του ίδιου νόμου για τα ΜΜΕ προτού τελικά υποχωρήσει και υπογράψει συμφωνίες με ορισμένους από τους κορυφαίους εκδότες της χώρας.

Υπάρχουν ενδείξεις ότι πολλές χώρες – συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών – είναι πιο πρόθυμες να διαπραγματευτούν σκληρά για να ελέγξουν τους κολοσσούς της τεχνολογίας. Αυτές οι εταιρείες εξαρτώνται από τη συνεχή πρόσβαση σε δισεκατομμύρια χρήστες σε όλο τον κόσμο και οι κυβερνήσεις έχουν δείξει ότι είναι πρόθυμες να διακόψουν αυτήν την πρόσβαση στο όνομα της προστασίας των πολιτών και της κυριαρχίας τους στο Διαδίκτυο.

Εταιρείες όπως το Facebook και η Google θα αντιμετωπίσουν προβλήματα εάν αρχίσουν να βγαίνουν από κάθε αγορά που τους ζητά να πληρώσουν για τις ειδήσεις, κάτι που θα περιορίσει σοβαρά το περιεχόμενο στο οποίο θα έχουν πρόσβαση οι χρήστες, δήλωσε ο Σινάν Αράλ, καθηγητής στο MIT Sloan School of Business και συγγραφέας του βιβλίου «The Hype Machine: Πώς τα κοινωνικά μέσα διαταράσσουν τις εκλογές, την οικονομία και την υγεία μας». «Έχουν έννομο συμφέρον να προσπαθήσουν να αναγκάσουν οποιαδήποτε αγορά να μην επιβάλει τέτοιου είδους κανονισμού απειλώντας ότι θα αποσυρθούν», είπε.

Το Διαδίκτυο κατακερματίζεται, οι παγκόσμιοι ρυθμιστές συνενώνονται

Η μάχη για τις ειδήσεις στην Αυστραλία είναι ένα σχετικά μικρό μέρος της σύγκρουσης μεταξύ των τεχνολογικών εταιρειών και κυβερνήσεων, η οποία επικεντρώθηκε σε θέματα όπως η λογοκρισία, η ιδιωτικότητα και ο ανταγωνισμός. Ωστόσο, η ανταπόκριση στην κίνηση του Facebook στην Αυστραλία ανέδειξε τη διεθνή προσπάθεια για τον έλεγχο των Big Tech.

«Αυτές οι ενέργειες θα επιβεβαιώσουν μόνο τις ανησυχίες που εκφράζει ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών σχετικά με τη συμπεριφορά των εταιρειών Big Tech που πιστεύουν ότι είναι πιο πάνω από τις κυβερνήσεις και ότι οι κανόνες δεν πρέπει να ισχύουν γι’ αυτές», έγραψε σε ανάρτηση του στο Facebook, ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Σκοτ Μόρισον. «Μπορεί να αλλάζουν τον κόσμο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τον κυβερνούν».

Την Τρίτη, ο Μόρισον δήλωσε ότι η απόφαση του Facebook να αποκαταστήσει τις ειδήσεις ήταν «ευπρόσδεκτη», προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται να προχωρήσει με τη νομοθεσία για να εξασφαλίσει ότι «οι Αυστραλοί δημοσιογράφοι και ειδησεογραφικοί οργανισμοί θα αποζημιώνονται για το πρωτογενές περιεχόμενο που παράγουν».

Άλλες χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς, εξετάζουν παρόμοια νομοθεσία κατά των εταιρειών κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης.

«Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο εάν οι κυβερνήσεις συμφωνούσαν σε κάποιο είδος διακρατικής διαδικασίας ή κάποιο είδος προτύπου σχετικά με το ποιος θα έχει πρόσβαση σε περιεχόμενο και πληροφορίες εκτός της εθνικής τους επικράτειας», δήλωσε η Κέλερ, «επειδή αυτό προσπαθούν να κάνουν πολλοί από αυτούς, αλλά δεν το έχουν καταφέρει, και ως αποτέλεσμα έχουμε αυτό το κατακερματισμένο συνονθύλευμα».

«Εάν συνεχιστεί αυτός ο κατακερματισμός, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι τρομακτικές. Εάν τελικά βρεθούμε να έχουμε ξεχωριστές πλατφόρμες κοινωνικών μέσων σε κάθε μεγάλη χώρα ή αγορά, αυτό σημαίνει ένα οικοσύστημα πληροφοριών εντελώς διχασμένο ή κατακερματισμένο σε όλο τον κόσμο», δήλωσε ο Αράλ. «Αυτό θα σημαίνει ότι ένας πολίτης θα έχει εντελώς διαφορετικά σύνολα πληροφοριών για τοπικά ή παγκόσμια γεγονότα και ίσως μια διαφορετική άποψη της πραγματικότητας».

ΠΗΓΗ: CNN

www.ert.gr

Εύη Τσιριγωτάκη