Άγχος αποχωρισμού και διαταραχή προσκόλλησης στα παιδιά

Share this

Το άγχος αποχωρισμού είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη δυσφορία που βιώνει το βρέφος, όταν απομακρύνεται από το πρόσωπο φροντίδας. Πρόκειται για ένα καθολικό φαινόμενο, που εμφανίζεται περίπου στην ηλικία των 7-8 μηνών και κορυφώνεται στους 14 μήνες, ενώ στη συνέχεια σταδιακά μειώνεται.

Σύμφωνα με τον Bowlby, τα παιδιά αποχωρίζονται για πρώτη φορά τη μητέρα τους, γίνονται έξαλλα από τον φόβο τους… κλαίνε, παθαίνουν κρίσεις οργής και προσπαθούν να ξεφύγουν από το περιβάλλον τους. Έπειτα βιώνουν απόγνωση και κατάθλιψη, ενώ αν ο αποχωρισμός συνεχιστεί και δε δημιουργηθεί μια νέα σταθερή σχέση, τα παιδιά αυτά αδιαφορούν τελείως για τους άλλους. Η αδιάφορη συμπεριφορά ονομάζεται αποδέσμευση.

Ο Bowlby περιέγραψε τον δεσμό σε τέσσερις φάσεις, που ήταν η φάση προ του δεσμού (0-6 εβδομάδες), όπου τα βρέφη παραμένουν σε στενή επαφή με τα πρόσωπα φροντίδας, από τα οποία παίρνουν τροφή και που τα κάνουν να νιώθουν άνετα.

Έπειτα ακολουθεί η φάση του υπό διαμόρφωση δεσμού (6 εβδομάδες- 6-8 μήνες), όπου τα βρέφη αρχίζουν να ανταποκρίνονται διαφορετικά στα οικεία και στα άγνωστα πρόσωπα και εμφανίζουν διστακτικότητα όταν έρχονται αντιμέτωπα  με άγνωστα αντικείμενα και ανθρώπους.

Στην τρίτη φάση, τη φάση του σαφούς δεσμού (6-8 μήνες έως 18-24 μήνες), το παιδί εμφανίζει πλήρες άγχος αποχωρισμού, όπου αναστατώνεται όταν η μητέρα ή το πρόσωπο φροντίδας φεύγει από το δωμάτιο. Σε αυτή τη φάση ρυθμίζεται η φυσική και συναισθηματική σχέση μεταξύ παιδιού και των αντικειμένων του δεσμού. Η απόσταση ανάμεσα στο παιδί και τη μητέρα μεγαλώνει, και οι δύο αναστατώνονται και φροντίζουν να μειώσουν την απόσταση, γιατί όπως το βρέφος όταν το αφήνει η μητέρα του, έτσι και η μητέρα αναστατώνεται όταν το βρέφος της απομακρύνεται και δεν το βλέπει. Ο δεσμός προσφέρει στο παιδί ένα αίσθημα ασφάλειας. Η μητέρα αποτελεί τη βάση ασφάλειας από όπου το βρέφος μπορεί να εξορμήσει για τις εξερευνήσεις του. Η μητέρα είναι αυτή που φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη για τη διατήρηση της ισορροπίας του συστήματος του δεσμού, γιατί οι ικανότητες του βρέφους να ενεργεί και να συναλλάσσεται είναι αρκετά περιορισμένες.

Στην τέταρτη φάση, που είναι η φάση των αμοιβαίων σχέσεων (18-24 μήνες), το παιδί κινείται όλο και περισσότερο και περνά περισσότερο χρόνο μακριά από τη μητέρα του, το ζευγάρι δημιουργεί μια σχέση αμοιβαιότητας στην οποία μοιράζονται την ευθύνη της διατήρησης της ισορροπίας του συστήματος.

Η Ainsworth χρησιμοποίησε τη συνθήκη με τον ξένο για να μελετήσει τις αντιδράσεις των βρεφών. Η συμπεριφορά των βρεφών μελετήθηκε όταν ήταν μόνο του με τη μητέρα του στο δωμάτιο με τα παιχνίδια, όταν η μητέρα του φεύγει από το δωμάτιο, όταν μια ξένη γυναίκα προσφέρεται να καθησυχάσει το παιδί και όταν η μητέρα επιστρέφει. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η συμπεριφορά του βρέφους όταν η μητέρα επέστρεφε, διακρίνοντας τον ανασφαλή δεσμό ή δεσμό αποφυγής, όπου το βρέφος αδιαφορούσε για την παρουσία και τη θέση της μητέρας, ενώ μπορεί να έκλαιγε ή να μην έκλαιγε όταν η μητέρα έφευγε από το δωμάτιο. Τα παιδιά με ασφαλή δεσμό παίζουν ήρεμα και ευχάριστα όταν η μητέρα είναι παρούσα, ενώ αναστατώνονται όταν η μητέρα τους φεύγει. Τα παιδιά με ανασφαλή ή αμφιθυμικό δεσμό μένουν κοντά στη μητέρα τους και μοιάζουν να έχουν άγχος ακόμη και όταν η μητέρα είναι παρούσα. Εμφανίζουν έντονη αναστάτωση όταν η μητέρα τους φεύγει και δεν παρηγορούνται με την επιστροφή της.

Τα παιδιά που δεν καταφέρνουν να ξεπεράσουν το άγχος αποχωρισμού συνεχίζουν να εμφανίζουν συμπτώματα άγχους και στα μετέπειτα στάδια της ζωής τους. Τα παιδιά με άγχος αποχωρισμού εμφανίζουν τα εξής συμπτώματα:

Þ    Άγχος στη ζωή του.

Þ    Περισσότερο σοβαρό άγχος σε σύγκριση με τα άλλα παιδιά.

Þ    Άγχος που διαρκεί για τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες.

Το άγχος αποχωρισμού είναι πιο εμφανές σε ορισμένες καταστάσεις, όπως:

Þ    Δυσκολία να αποχωριστούν τη μητέρα/ τον γονιό ή το πρόσωπο φροντίδας.

Þ    Ανησυχίες σχετικά με την πιθανή ύπαρξη ατυχήματος ή τραυματισμού του γονέα.

Þ    Άρνηση του παιδιού να μείνει με το πρόσωπο φροντίδας ή να πάει στο σχολείο.

Þ    Άρνηση του παιδιού να κοιμηθεί σε κάποιο άλλο μέρος, μακριά από το σπίτι.

Þ    Παράπονα για αρρώστια ή πόνους όταν βιώνει τον αποχωρισμό.

Επίσης, τα παιδιά με διαταραχή προσκόλλησης μπορεί να εμφανίσουν:

Þ    Ακραία προσκόλληση

Þ    Έλλειψη φόβου για ξένους

Þ    Έλλειψη επαφής με τα μάτια

Þ    Επιθετικότητα και αυτοκαταστροφικότητα

Þ    Απόσυρση ή απρόσεκτη διάθεση

Þ    Έλλειψη συναισθηματικής σχέσης με φροντιστές

Þ    Έντονες εκρήξεις θυμού

Þ    Αποτυχία χαμόγελου.

Τα παιδιά με διαταραχή προσκόλλησης εμφανίζουν μια σοβαρή μορφή διαταραχής της κοινωνικής λειτουργικότητας, εμφανίζουν σοβαρή έκπτωση στις γνωστικές και λεκτικές ικανότητες και ένα μέρος αυτών εμφανίζουν συννοσηρότητα με κάποια άλλη διαταραχή. Συγκεκριμένα:

Το 52% των παιδιών έχει ΔΕΠ-Υ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητα)

Το 29% των παιδιών έχει εναντιωματική- προκλητική διαταραχή

Το 29% των παιδιών έχει διαταραχή διαγωγής

Το 19% έχει PTSD (μετατραυματικό στρες)

Το 14% έχει ΔΑΦ (Διαταραχή αυτιστικού φάσματος)

Το 14% έχει μια ειδική φοβία

Το 1% έχει διαταραχή τικ.

Επίσης, το 85% των παιδιών που εμφανίζουν κάποια άλλη διαταραχή ψυχικής υγείας εμφανίζουν ταυτόχρονα και διαταραχή προσκόλλησης  (Pritchett et al., 2013). Οι τραυματικές καταστάσεις και οι καταστάσεις αδιαφορίας και παραμέλησης σε σοβαρό βαθμό μπορεί να συμβάλλουν στην εμφάνιση της διαταραχής προσκόλλησης.

Αυτό που μπορεί να βοηθήσει άμεσα το παιδί με άγχος αποχωρισμού είναι η ύπαρξη ενός σταθερού και ασφαλούς περιβάλλοντος με βασικά πρόσωπα αναφοράς, που θα το βοηθήσουν ώστε να νιώσει εμπιστοσύνη και αποδοχή. Το παιδί θα πρέπει να αναπτύξει έναν σταθερό και ασφαλή δεσμό με το πρόσωπο φροντίδας, χωρίς έντονες εναλλαγές σε πρόσωπα και περιβάλλοντα. Όταν τα συμπτώματα της διαταραχής προσκόλλησης παραμένουν και στα μετέπειτα στάδια ανάπτυξης του παιδιού τότε θα πρέπει να ζητηθεί η αξιολόγηση και η γνώμη των ειδικών.

Πηγές:

Cole, M. & Cole, S.R. (2002). Η ανάπτυξη των παιδιών. Η αρχή της ζωής: Εγκυμοσύνη, τοκετός, βρεφική ηλικία. Αθήνα: Τυπωθήτω- Γιώργος Δάρδανος.

Pritchett, R., Pritchett, J., Marshall, E., Davidson, C. & Minnis, H. (2013). Reactive attachment disorder in the general population: A hidden ESSENCE disorder. Scientific World Journal, 2013, 818157.

https://raisingchildren.net.au/babies/behaviour/common-concerns/separation-anxiety. Separation anxiety in babies and children. Raisingchildren.net.au.

https://www.verywellmind.com/what-is-an-attachment-disorder-4580038. Attachment Disorder Overview. Amy Morin, 2020.

Αναρτήθηκε από Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια, MSc 

Share this

Αφήστε μια απάντηση