Νεανική αυτοκτονικότητα… παράγοντες – αίτια – αντιμετώπιση

Share this

Ένα πολύ σοβαρό κοινωνικό ζήτημα το οποίο λαμβάνει συνεχώς και μεγαλύτερες διαστάσεις είναι η αυτοκτονία. Στο άρθρο λοιπόν αυτό θα ασχοληθούμε με το συγκεκριμένο πρόβλημα και ειδικότερα με την αυτοκτονία των νέων.

Τα κύρια αίτια για την αυτοκτονία στους νέους εντοπίζονται στον τρόπο που εσωτερικά καλούνται να αντιμετωπίσουν παράγοντες που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον, όπως είναι η βία από την οικογένεια, τα προβλήματα  κατά τις μεταβατικές περιόδους στο σχολείο, ο εκφοβισμός (bulling) και άλλα. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να λειτουργήσουν επιβαρυντικά για την αύξηση της αυτοκτονίας, γεγονός που μαρτυρά την ανάγκη να ιδωθεί η αυτοκτονία ως ένα κοινωνικό ζήτημα, το οποίο απαιτεί αποτελεσματικές εκπαιδευτικές και προληπτικές παρεμβάσεις για την μείωση ή και την ανάσχεση της αυτοκτονίας των εφήβων και των νέων.

Οι έφηβοι με αυτοκτονικότητα νιώθουν ένα σύνολο από μουδιασμένα συναισθήματα, αισθάνονται πόνο, θλίψη, θυμό, κατάθλιψη, απώλεια, εγκατάλειψη, φόβο, άγχος, τύψεις, ενοχές, αυτοτιμωρία, απογοήτευση, σύγχυση, οργή, εκδίκηση, απόρριψη, προδοσία, αβοηθησία και άλλα. Η απελπισία, η αδυναμία και η βαθιά απόγνωση φαίνεται πως καθορίζουν τη συναισθηματική κατάσταση των εφήβων με αυτοκτονικότητα. Αυτό δείχνει πόσο σημαντικό είναι να έχουν την ευκαιρία οι έφηβοι να επεξεργάζονται τα συναισθήματα που βιώνουν και να μπορούν να τα εκφράζουν, να μιλούν για αυτά και να τα διαχειρίζονται. Το συναίσθημα φαίνεται πως συνδέεται άμεσα με τις βιωμένες εμπειρίες του ατόμου και μπορεί να συμβάλλει στην τάση του για αυτοκτονικότητα. Όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μπορούν να οδηγήσουν στην αυτοκτονία του ατόμου, ενώ το άτομο απεναντίας έχει ανάγκη να βιώνει θετικά συναισθήματα, όπως αγάπη, αίσθηση του ανήκειν, αποδοχή, νόημα, ελευθερία και ανάπτυξη.

Θα πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη ότι αρκετά συχνά οι έφηβοι που διακατέχονται από αυτοκτονικό ιδεασμό αισθάνονται ότι οι άλλοι τους έχουν εγκαταλείψει ή απορρίψει κι έτσι τελικά απορρίπτουν και οι ίδιοι τον εαυτό τους. Τα σημάδια αυτής της απόρριψης του εαυτού τους δεν είναι πάντα εμφανή, αλλά συνήθως διαπιστώνεται ότι εκδηλώνουν μία παραίτηση από τον εαυτό τους, μια αναστολή της ενέργειάς τους να ζήσουν και μια πιθανή κατάθλιψη. Γενικά οι νέοι αυτοί έχουν μια διάχυτη δυσαρέσκεια και απογοήτευση, επειδή δεν εκπληρώνονται οι προσδοκίες που έχουν από τους άλλους ως προς την κάλυψη των συναισθηματικών τους κυρίως αναγκών.  Οι προσδοκίες τους που δεν πληρούνται από τους άλλους, οδηγούν σιγά σιγά στην υιοθέτηση μιας στάσης όπου τους κατηγορούν μη εκτιμώντας το άτομο ή τα άτομα με τα οποία συνάπτουν διαπροσωπικές σχέσεις. Αυτές οι υψηλές τους προσδοκίες για τους άλλους και για τον κόσμο γενικότερα, ενδεχομένως να οδηγήσουν σε μια αίσθηση εσωτερικής απομόνωσης και μοναξιάς, και επίσης ίσως σε λεκτική ή μη λεκτική οργή και εκφοβισμό απέναντι στους άλλους, κατάχρηση ναρκωτικών και παραβατική συμπεριφορά, επιθετικότητα, εκδικητικότητα και αγανάκτηση.

Ένα χαρακτηριστικό της νεανικής αυτοκτονικότητας είναι ο «μηχανισμός» της εξαιρετικά λογικής στάσης (super reasonable stance), η οποία δημιουργεί αισθήματα ευαλωτότητας, καθώς και αισθήματα βαθιάς απομόνωσης από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Η απόσταση αυτή από τους άλλους μεγαλώνει ειδικά όταν οι νέοι αφιερώνουν πολύ χρόνο απομονωμένοι διαβάζοντας βιβλία, ή παίζοντας ατελείωτες ώρες παιχνίδια στους υπολογιστές κτλ. Ίσως, κάποιοι να εκλαμβάνουν αυτές τις συμπεριφορές ως σημεία τελειομανίας, αν και προφανώς είναι εμμονικές ή καταναγκαστικές συμπεριφορές.

Αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι η εξαιρετικά λογική στάση (super reasonable stance), οδηγεί τους νέους στο να χάσουν την αίσθηση του ανήκειν και την αίσθηση σύνδεσης με τους άλλους και με τον ίδιο τους τον εαυτό όπως προαναφέραμε. Μάλιστα, κάποιες φορές η αποσύνδεση από τον εαυτό τείνει να παγιώνεται ως μια σταθερή κατάσταση ύπαρξης. Αυτή η κατάσταση συνοδεύεται από συναισθήματα ακραίας ευαισθησίας και πόνου, κι ενίοτε αναταραχή και εσωτερικό αλλά και εξωτερικό χάος με αποτέλεσμα να κάνουν κακές ή λανθασμένες επιλογές και να προβαίνουν σε παρορμητικές ενέργειες. Το γεγονός ότι έχουν αποσυνδεθεί από τον εαυτό τους, κάνει αυτούς τους νέους να φαίνονται πολλές φορές αστείοι ή με χιούμορ, αλλά στην πραγματικότητα, πίσω από το χιούμορ τους κρύβεται η εσωτερική τους αποσύνδεση από τον εαυτό τους που είναι εξαιρετικά βαθιά και επώδυνη. Αν και το συνειδητοποιούν, τους γίνεται πολύ δύσκολο να δημιουργήσουν μια αίσθηση του εαυτού τους και αδυνατούν να εντοπίσουν τα δυνατά τους σημεία ή να στηριχθούν σε άλλους ανθρώπους (resources) ειδικά όταν αντιμετωπίζουν αγχωτικές καταστάσεις και συνθήκες. Ως εκ τούτου η αδυναμία διαχείρισης του στρες αποτελεί σοβαρό παράγοντα του αυτοκτονικού ιδεασμού.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα των Chandler και Lalonde (1998), οι οποίοι βρήκαν ότι τέσσερις στους πέντε εφήβους που είχαν οδηγηθεί στο να αυτοκτονήσουν, είχαν την αίσθηση ότι είχαν χάσει τον έλεγχο στη ζωή τους κι ότι ήταν ανίκανοι να αλλάξουν τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες διαβιούσαν κι επομένως η αυτοκτονία ήταν γι’ αυτούς η μόνη επιλογή. Κάποιοι έφηβοι ίσως να έχουν βιώσει πολλές απώλειες και να πιστεύουν ότι με τους ίδιους ρυθμούς και με παρόμοια συμβάντα θα συνεχιστεί η ζωή τους. Άλλοι έφηβοι πιστεύουν ότι είναι συναισθηματικά αόρατοι κι ότι κανείς δεν θα τους ακούσει, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που κάποιοι πιστεύουν ότι τους απορρίπτουν γιατί είναι «μολυσμένοι» ή ελαττωματικοί. Με άλλα λόγια διαπιστώνουμε ότι η αυτοεκτίμηση αυτών των νέων είναι πολύ χαμηλή και όταν οι γονείς ή τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας έχουν υψηλές προσδοκίες από αυτούς, μπορεί να δημιουργηθεί μια αίσθηση αποτυχίας και να έρθει η σκέψη ότι δεν αξίζει να ζουν αν δεν γίνουν τέλειοι ή επιτυχημένοι. Μόνο όταν οι υψηλές προσδοκίες είναι ρεαλιστικές, μπορούν να βοηθήσουν ως προστατευτικός παράγοντας στην πρόληψη της αυτοκτονίας. Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες επιτείνουν το στρες και συμβάλλουν στην απογοήτευση και στην απελπισία.

Υπάρχουν διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιούνται για την πρόληψη της νεανικής αυτοκτονίας, που καλύπτουν τους βασικούς τύπους θεραπείας, δηλαδή ατομική, ομαδική και οικογενειακή θεραπεία. Ζητήματα όπως η εύθραυστη ταυτότητα, οι συγκρουόμενες προσδοκίες του εαυτού και η δυσκολία έκφρασης συναισθημάτων θα πρέπει να βρίσκονται υπό συζήτηση. Οι προσεγγίσεις που μπορούν να εφαρμοστούν περιλαμβάνουν εκπαίδευση κοινωνικών δεξιοτήτων, αντιμετώπιση της μοναξιάς, γνωσιακή- συμπεριφοριστική προσέγγιση και άλλες συμπεριφοριστικές προσεγγίσεις, όπως δεξιότητες για επίλυση προβλημάτων, καθώς και εκπαίδευση για την διαχείριση του άγχους και του θυμού. Ακόμη, η Θεραπεία Διαλεκτικής Συμπεριφοράς επικεντρώνεται σε μια στρατηγική επίλυσης τέτοιων προβλημάτων.

Εστιάζοντας στην οικογενειακή θεραπεία είναι σημαντικό να έχουμε υπόψη ότι θα πρέπει να τροποποιηθούν τα πρότυπα επικοινωνίας μεταξύ των μελών της οικογένειας, να αυξηθεί η υποστήριξη των προσπαθειών του εφήβου για αυτό-φροντίδα και να βελτιωθεί η συμπεριφορά της οικογένειας ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τα προβλήματα και τις προκλήσεις που εμφανίζονται στη ζωή τους. Η οικογένεια θα πρέπει να κατανοήσει την αυτοκτονική συμπεριφορά του εφήβου και να βελτιώσει την οικογενειακή λειτουργία της. Στο πλαίσιο της ομαδικής θεραπείας στόχος είναι η παροχή ενός δικτύου κοινωνικής υποστήριξης για αυτοκτονικά άτομα και η παροχή ενός περιβάλλοντος που θα προσφέρει ανεπτυγμένες κοινωνικές δεξιότητες. Στην ομαδική θεραπεία σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι οικογενειακές σχέσεις.

Εν κατακλείδι, η αποξένωση του ατόμου από τον ίδιο του τον εαυτό και τους άλλους, η έμφαση στα αρνητικά του συναισθήματα και τις αρνητικές του σκέψεις είναι ικανοί παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν τον νέο στον αυτοκτονικό ιδεασμό. Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι τα άτομα που διακατέχονται από αυτοκτονικό ιδεασμό μπορούν να βοηθηθούν καθώς προσφέρονται αρκετές μέθοδοι και τρόποι από τους ειδικούς ψυχολόγους και ψυχιάτρους. Η οικογένεια κατέχει ρόλο κλειδί στην επίλυση του προβλήματος, αρκεί να υπάρχει διάθεση να αφουγκραστεί τα συναισθήματα του νέου που υποφέρει από σκέψεις αυτοκτονίας, ούτως ώστε να ενσταλάξουν την ελπίδα και την θέληση για ζωή στο νέο αυτό άνθρωπο που έχει λυγίσει υπό το βάρος των εξωτερικών και εσωτερικών πιέσεων της ζωής.

Πηγές:

  • Chandler, M.J. & Lalonde, C. (1998). Cultural continuity as a hedge against suicide in Canada’ s first nations. Transcultural Psychiatry, 35 (2), 191-219.
  • King, C.A., Arango, A. & Ewell Foster, C. (2018). Emerging trends in adolescent suicide prevention research. Current Opinion in Psychology, 22, 89-94.
  • Lum, W., Smith, J. & Ferris, J. (2002). Youth suicide intervention using the Satir Model. Contemporary Family Therapy, 24 (1), 139- 159.

Αναρτήθηκε από Παπαδοπούλου Ελένη, Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια, MSc 

Share this

Αφήστε μια απάντηση