«Συμπληρώνω τη μνήμη του κόσμου…»: γράφει η Αννίτα Π. Παναρέτου

«Συμπληρώνω τη μνήμη του κόσμου…»: γράφει η Αννίτα Π. Παναρέτου
ΜΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

«Συμπληρώνω τη μνήμη του κόσμου…»
Έλληνες όμηροι και αιχμάλωτοι
σε ναζιστικά και φασιστικά στρατόπεδα και φυλακές
1941-1945
Η επισκόπηση μιας ανεξερεύνητης πτυχής της ελληνικής Ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μια μοναδική παρουσίαση και ανάλυση μαρτυριών μη Εβραίων Ελλήνων στα ναζιστικά και φασιστικά στρατόπεδα, μια κατ’ ουσίαν άγνωστη πτυχή της ελληνικής Ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ως μοναχοπαίδι περιορισμένο σε ένα σπίτι στο κέντρο της Αθήνας εκτόνωνα εκ των πραγμάτων στο διάβασμα την ακαταμάχητη γοητεία που, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, ασκούσαν πάνω μου η περιπέτεια και η δράση. Τα κοριτσίστικα αναγνώσματα που συνήθως έπαιρνα ως δώρα, ήταν εν μέρει ευχάριστα αλλά καθόλου συναρπαστικά. Έτσι, λάτρεψα τον Βερν, τον Μέλβιλ, τον Κούπερ, τον Χάγκαρντ, τον Στίβενσον, τον Δουμά.

Φυσικά, μεγαλώνοντας, το αναγνωστικό πεδίο μου ευρύνθηκε –σε αντιστοιχία και με τις φιλολογικές σπουδές μου–, όπως όμως αποδείχτηκε οι παλιές αγάπες δεν ξεχνιούνται, πόσο μάλλον όταν ταυτίζονται με τις ψυχικές ροπές μας (εξακολουθώ να απολαμβάνω τον Βερν). Έτσι, όσα στα πρώιμα χρόνια μου με σαγήνευαν ως περιπέτεια και δράση, βρήκαν την ώριμη έκφανσή τους στην Ιστορία, η οποία εδώ και πολύ καιρό με έχει κερδίσει σχεδόν ολοκληρωτικά, υποσκελίζοντας οριστικά τη θελκτικότητα της λογοτεχνίας.

Σκέφτομαι λοιπόν τώρα, ότι εκείνη τη χειμωνιάτικη μέρα του 2013, σ΄ εκείνη την εκποίηση μιας μεγάλης βιβλιοθήκης, πήρα βιαστικά το μοναδικό βιβλίο που πραγματικά με ενδιέφερε, κρίνοντας μόνο από τον τίτλο του, χωρίς να ξέρω τι ακριβώς θα συναντούσα στις σελίδες του, κυρίως όμως χωρίς να ξέρω τι επίπτωση θα είχε στη ζωή μου.

Κωνσταντίνου Θ. Μπακοπούλου, Η ομηρία των πέντε αντιστρατήγων. Η ζωή των ‒ στρατόπεδα συγκεντρώσεως, Αθήναι 1948: Ένα καταταλαιπωρημένο, διαλυμένο αντίτυπο μού άνοιξε την πόρτα σε μια εν πολλοίς άγνωστη πτυχή της ελληνικής Ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σηματοδοτώντας την αρχή μιας επίμονης έρευνας.

Η λεγόμενη «Σκάλα του θανάτου» με τα 186 σκαλοπάτια, στο Μαουτχάουζεν. Εικονίζονται κρατούμενοι που ανεβάζουν μεγάλα κομμάτια γρανίτη, στερεωμένα στις πλάτες τους. Φωτογραφία του 1942. Η φωτογραφία ανήκει στο United States Holocaust Memorial Museum.

Ο όρος «στρατόπεδο συγκέντρωσης» είναι δικαίως ταυτισμένος με την εβραϊκή γενοκτονία. Είναι όμως γενικόλογος, καθώς το ναζιστικό καθεστώς είχε δημιουργήσει στρατόπεδα συγκέντρωσης πολλών ειδών: τραγικός προορισμός των Εβραίων ήταν τα στρατόπεδα εξόντωσης. Άλλα στρατόπεδα «φιλοξένησαν» εκατομμύρια μη Εβραίων Ευρωπαίων, οι οποίοι μεταφέρθηκαν βίαια στην επικράτεια του Τρίτου Ράιχ, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ουσιαστικά ως σκλάβοι, σε καταναγκαστική εργασία σε κάθε τομέα της γερμανικής πολεμικής οικονομίας – εξοπλιστικό, κατασκευαστικό, βιομηχανικό, αγροτικό. Ανάμεσά τους, μερικές χιλιάδες Έλληνες και αρκετές Ελληνίδες, που έπρεπε να αντιμετωπίσουν αβοήθητοι την πείνα, το κρύο, την εξοντωτική εργασία, τη βία και την κακοποίηση, σ΄ένα καθημερινό αγώνα να κρατηθούν στη ζωή.

Στα φασιστικά στρατόπεδα οι συνθήκες ήταν καλύτερες. Μια παρέα Ζακυνθινών ομήρων στο στρατόπεδο Φόσολι μασκαρεύονται για να φαιδρύνουν τις μέρες του εγκλεισμού.

Υπήρχαν επίσης στρατόπεδα στρατιωτικών αιχμαλώτων, που με τη σειρά τους χωρίζονταν σε αυτά που προορίζονταν για υψηλόβαθμους αξιωματικούς, οι οποίοι υπέστησαν τις μικρότερες ταλαιπωρίες, και σ’ εκείνα που προορίζονταν για χαμηλόβαθμους αξιωματικούς και οπλίτες, οι οποίοι επίσης εξαναγκάζονταν σε εργασία, αλλά κάτω από σχετικά καλύτερες συνθήκες.

Και στη φασιστική Ιταλία υπήρχαν στρατόπεδα συγκέντρωσης, πολύ λιγότερα και με πιο ανθρώπινες συνθήκες ζωής, στα οποία εστάλησαν αιχμάλωτοι του αλβανικού μετώπου και αργότερα πολίτες ή τέως αξιωματικοί του ιταλοκρατούμενου τμήματος της κατεχόμενης Ελλάδας.

Γυναίκες κρατούμενες, σε καταναγκαστική εργασία. Η φωτογραφία ανήκει στο United States Holocaust Memorial Museum.

Όσοι επεβίωσαν των ναζιστικών στρατοπέδων, απελευθερώθηκαν την άνοιξη του 1945, με τη γερμανική συνθηκολόγηση. Αλλά η δοκιμασία τους δεν τελείωσε εκεί: ο επαναπατρισμός υπήρξε μια οδύσσεια, που για ορισμένους κράτησε μήνες -κάποιοι επέστρεψαν με τα πόδια, διασχίζοντας μια διαλυμένη, χαοτική Ευρώπη. (Η έρευνα στο ιστορικό Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών αποκάλυψε τη δραστηριοποίηση της ελληνικής Πολιτείας για τον εντοπισμό και την παλιννόστηση των διάσπαρτων σε όλη την Ευρώπη Ελλήνων ομήρων και αιχμαλώτων). Για πάρα πολλούς, ωστόσο, η επιστροφή επιφύλαξε μια οδυνηρή έκπληξη, καθώς έτυχαν μιας καχύποπτης κρατικής υποδοχής, εξαιτίας των αριστερών φρονημάτων τους.

Δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Βήμα», 15 Ιουνίου 1945. Οι αριθμοί δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα -ήταν πολύ μικρότεροι.

Όλοι τους αγωνίστηκαν να ξαναχτίσουν τη ζωή τους, συμβιώνοντας με το ψυχικό τραύμα της στρατοπεδικής εμπειρίας. Άλλοι αδυνατούσαν να μιλήσουν γι΄αυτήν, άλλοι άρχισαν να μιλούν και κάποιοι να γράφουν δεκαετίες αργότερα, με την παρακίνηση των δικών τους.

Η μπρος και η πίσω πλευρά της ίδιας φωτογραφίας. Μετά την απελευθέρωση από τους Συμμάχους, όταν έχει ξεκινήσει η μεγάλη επιχείρηση εντοπισμού, συγκέντρωσης και επαναπατρισμού των Ελλήνων (και μαζί, πλέον, των ελαχίστων εναπομεινάντων Εβραίων συμπατριωτών). Ήδη, όπως προκύπτει από την ημερομηνία 24.7.1945, η ομάδα της φωτογραφίας έχει παραμείνει στη Γερμανία ενάμιση μήνα μετά την απελευθέρωση.

Ύστερα από επτά χρόνια, η επίμονη έρευνα απέφερε περισσότερες από 9.500 σελίδες συγκλονιστικών μαρτυριών, καθεμιά από τις οποίες είναι μοναδική και ιδιαίτερη – προσπάθησα να τις συμπτύξω, αποσπασματικά και με όσο το δυνατό πιο ενδεικτικό τρόπο, σε ένα βιβλίο 500 σελίδων.

Συχνότατα υπερβαίνουν τα όρια της φαντασίας. Και είναι δραματικά συναρπαστικές, θλιβερά συναρπαστικές, αλλά και ηρωικά συναρπαστικές, επειδή αυτή είναι η αλήθεια και η ουσία της Ιστορίας.

Κλείνοντας με μια προσωπική αποτίμηση, αισθάνομαι πραγματικά ευ-τυχής, που ένας άγουρος, παιδικός ενθουσιασμός διαμόρφωσε τον προσανατολισμό που πολλές δεκαετίες αργότερα μετουσιώθηκε σε έργο, σ΄ αυτό το συγκεκριμένο έργο – το έργο της ζωής μου.

Αννίτα Π. Παναρέτου

Φωτογραφία εξωφύλλου: Απελευθερωμένοι Έλληνες όμηροι σε εκδήλωση μνήμης για τους συμπατριώτες που δεν επέζησαν της δοκιμασίας των στρατοπέδων και των φυλακών. Μανχάιμ, 17 Ιουνίου 1945.

Το βιβλίο της Αννίτας Παναρέτου «Συμπληρώνω τη μνήμη του κόσμου…» Έλληνες όμηροι και αιχμάλωτοι σε ναζιστικά και φασιστικά στρατόπεδα και φυλακές 1941-1945 κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος (σελ.: 496, τιμή: €24,99).

Η συγγραφέας

Η Αννίτα Παναρέτου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στο ΕΚΠΑ Αγγλική και στη συνέχεια Ελληνική Φιλολογία. Έλαβε το διδακτορικό της δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Στις δημοσιεύσεις της περιλαμβάνονται επτά βιβλία που αφορούν την έρευνα και τη μελέτη θεμάτων και προσώπων της ελληνικής ιστορίας και λογοτεχνίας και ιδιαίτερα την ταξιδιωτική πεζογραφία, η οποία αποτέλεσε για σειρά ετών το επιστημονικό της αντικείμενο. Η παρουσία της στη λογοτεχνία περιλαμβάνει δύο ιστορικά μυθιστορήματα, ένα παιδικό αφήγημα και μια μαρτυρία. Έχει επίσης ασχοληθεί με μεταφράσεις λογοτεχνικών και ιστορικών έργων.

Σημείωση: Οι φωτογραφίες ανήκουν στην προσωπική συλλογή της Αννίτας Παναρέτου και μας παραχωρήθηκαν αποκλειστικά για την παρουσίαση του βιβλίου.

www.ert.gr

Μαρία Σφυρόερα