Αβέβαιο το μέλλον των θαλασσών της Ευρώπης χωρίς την ανάληψη επείγουσας συνεκτικής δράσης

Καθώς αυξάνονται οι απειλές εξαιτίας της υπερεκμετάλλευσης των θαλάσσιων πόρων, της ρύπανσης και της κλιματικής αλλαγής, απαιτείται η ανάληψη επείγουσας δράσης προκειμένου να επανέλθουν οι ευρωπαϊκές θάλασσες σε καλή κατάσταση. Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος σχετικά με τα θαλάσσια οικοσυστήματα της Ευρώπης, η οποία δημοσιεύεται σήμερα, λιγοστεύει ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας προκειμένου να αναστρέψουμε τα αποτελέσματα δεκαετιών παραμέλησης και κατάχρησης.

Οι θάλασσές μας και τα θαλάσσια οικοσυστήματά μας υποφέρουν λόγω της σοβαρής υπερεκμετάλλευσης και παραμέλησης επί σειρά ετών. (Hans Bruyninckx, εκτελεστικός διευθυντής του ΕΟΠ.)

Η σημερινή κατάσταση των θαλασσών της Ευρώπης δεν είναι, σε γενικές γραμμές, ικανοποιητική σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΠ «Marine Messages II» (Θαλάσσια μηνύματα II). Τα νέα είναι άσχημα για τους ανθρώπους, καθώς η κατάσταση αυτή επηρεάζει την ποιότητα ζωής τους, τους βιοτικούς πόρους και τις οικονομίες τους. Η κατάσταση των θαλασσών καθορίζει την ικανότητά τους να παρέχουν, μεταξύ άλλων, οξυγόνο, τροφή, καλό κλίμα και ορισμένες πρώτες ύλες, και επίσης στηρίζει τις δραστηριότητες αναψυχής και την υγεία μας.

Η χρήση των θαλασσών  — από τη Βαλτική έως τη Μεσόγειο — τόσο στο παρελθόν όσο και σήμερα έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα, επιφέροντας αλλαγές στη σύνθεση των θαλάσσιων ειδών και οικοτόπων καθώς και αλλαγές στη συνολική φυσική και χημική σύνθεση των θαλασσών. Σε αυτά τα σύνθετα προβλήματα προστίθεται η κλιματική αλλαγή, η οποία επιδεινώνει τις επιπτώσεις των υπόλοιπων απειλών. Τα συνδυασμένα αποτελέσματα αυτών των αλλαγών τείνουν σήμερα να προκαλέσουν μη αναστρέψιμη ζημιά στα θαλάσσια οικοσυστήματα, σύμφωνα με την έκθεση του ΕΟΠ. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην έκθεση, σε ορισμένες περιοχές παρουσιάζονται σημάδια ανάκαμψης του θαλάσσιου οικοσυστήματος, λόγω των σημαντικών προσπαθειών που καταβλήθηκαν, συχνά για ολόκληρες δεκαετίες, με στόχο τη μείωση ορισμένων επιπτώσεων, όπως εκείνων που προκαλούνται από τις ρυπογόνες ουσίες, τον ευτροφισμό και την υπεραλίευση.

«Οι θάλασσές μας και τα θαλάσσια οικοσυστήματά μας υποφέρουν λόγω της σοβαρής υπερεκμετάλλευσης και παραμέλησης επί σειρά ετών. Ενδέχεται σύντομα να φτάσουμε σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή, αλλά, όπως διαβεβαιώνουμε στην έκθεσή μας, εξακολουθούμε να έχουμε την ευκαιρία να αποκαταστήσουμε τα θαλάσσια οικοσυστήματά μας, εάν ενεργήσουμε με αποφασιστικότητα και συνοχή και επιτύχουμε μια βιώσιμη ισορροπία ανάμεσα στον τρόπο με τον οποίο αξιοποιούμε τις θάλασσές μας και τον αντίκτυπο των ενεργειών μας στο θαλάσσιο περιβάλλον. Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 καθώς και άλλα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας ανανεώνουν την ελπίδα ότι επίκειται η ανάληψη επείγουσας και συνεκτικής δράσης για την προστασία και την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας», δήλωσε ο κ. Hans Bruyninckx, εκτελεστικός διευθυντής του ΕΟΠ.

Τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν είναι πιθανό να επιτύχουν στο σύνολο των υδάτων τους έως το 2020 τον στόχο της «καλής περιβαλλοντικής κατάστασης» που θέτει η  οδηγία πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική της ΕΕ (MSFD), η οποία αποτελεί την κύρια νομοθετική πράξη της ΕΕ για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Ωστόσο, αφότου τέθηκε σε εφαρμογή η οδηγία, έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος και έχουν υλοποιηθεί σημαντικά επιτεύγματα. Τα συμπεράσματα αυτά αντικατοπτρίζονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία επίσης δημοσιεύεται σήμερα και στην οποία εξετάζεται η τρέχουσα εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας. Η έκθεση του ΕΟΠ εντάσσεται στο πλαίσιο της επανεξέτασης της Επιτροπής και προτείνει λύσεις που μπορούν να βοηθήσουν την ΕΕ να επιτύχει τον νομοθετικό στόχο της για καθαρές, υγιείς και παραγωγικές θάλασσες, κυρίως μέσω μιας οικοσυστημικής προσέγγισης της διαχείρισης.

Όλα τα στοιχεία που υποβάλλονται στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη της ΕΕ δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά σε έναν ειδικό δικτυακό τόπο στη δικτυακή πύλη WISE-Marine. Το ίδιο ισχύει και για τα προϊόντα δεδομένων και τα εργαλεία απεικόνισης που παρέχουν επισκόπηση της κατάστασης του θαλάσσιου περιβάλλοντος στην ΕΕ.

Άλλα σημαντικά πορίσματα:

  • Η θαλάσσια οικονομία της ΕΕ εξακολουθεί να αναπτύσσεται και αναμένεται αύξηση του ανταγωνισμού για θαλάσσιους πόρους όπως ψάρια, ορυκτά καύσιμα, ορυκτά ή για την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τον θαλάσσιο χώρο. Αυτό θα ασκήσει επιπλέον πίεση στα θαλάσσια οικοσυστήματα που ήδη αποτελούν αντικείμενο υπερεκμετάλλευσης. Προκειμένου να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, η ανάπτυξη στον τομέα αυτόν πρέπει να αποσυνδεθεί από την υποβάθμιση και την εξάντληση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και να περιοριστεί εντός των ορίων για τη βιώσιμη χρήση τους.
  • Παρά τις δεσμεύσεις σε επίπεδο ΕΕ και σε παγκόσμιο επίπεδο, η απώλεια βιοποικιλότητας στις ευρωπαϊκές θάλασσες δεν έχει ανακοπεί. Πολλές εκτιμήσεις για τα θαλάσσια είδη και τους οικοτόπους εξακολουθούν να δείχνουν «δυσμενή κατάσταση για τη διατήρησή τους». Μελέτες παρουσιάζουν τη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκονται είδη όπως τα θαλασσοπούλια και τα θαλάσσια θηλαστικά, (φώκιες και φάλαινες) και ιχθυοαποθέματα, όπως ο γάδος.
  • Τα μέτρα διαχείρισης που στοχεύουν σε επιμέρους θαλάσσια είδη και οικοτόπους έχουν οδηγήσει στη βελτίωση της κατάστασής τους σε ορισμένες θαλάσσιες περιοχές της ΕΕ, αλλά αυτή η μερική επιτυχία δεν αντισταθμίζει τις συνδυασμένες επιπτώσεις των πολλαπλών πιέσεων που ασκούνται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες σε όλες τις θάλασσες της Ευρώπης.
  • Εκεί όπου η περιφερειακή συνεργασία έχει θεσπιστεί και εφαρμόζεται με συνέπεια, οι αρνητικές τάσεις ορισμένων πιέσεων αρχίζουν να αναστρέφονται, για παράδειγμα, τα επίπεδα των θρεπτικών ουσιών και των ρυπογόνων ουσιών ή η εισαγωγή μη ενδημικών ειδών.
  • Η αλληλεπίδραση ξηράς-θάλασσας και η σπουδαιότητα των παράκτιων περιοχών αποτελούν σημαντικές πτυχές οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον σχεδιασμό των δράσεων για τη μείωση των πιέσεων που ασκούνται στο θαλάσσιο περιβάλλον.
  • Οι αλλαγές στη θερμοκρασία των ωκεανών και στην περιεκτικότητα σε οξυγόνο, και η οξίνιση των ωκεανών, δείχνουν ότι συντελούνται αρνητικές συστημικές αλλαγές στις θαλάσσιες περιοχές της ΕΕ, οι οποίες μειώνουν περαιτέρω την ανθεκτικότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, καθώς και την ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική αλλαγή.Από την ενωσιακή και περιφερειακή πολιτική του παρελθόντος αντλούνται διδάγματα για την αποκατάσταση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, τα οποία θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την κατάρτιση δράσεων και την εξεύρεση λύσεων για την επίτευξη καθαρών, υγιών και παραγωγικών θαλασσών.
  • Χάρη στην πολιτική βούληση, τη διάθεση επιπλέον πόρων , τη βελτίωση του συντονισμού ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα μέρη και την ολοκλήρωση των πολιτικών, η Ευρώπη μπορεί να κάνει πρόοδο προς μια «καλή κατάσταση» των θαλασσών της εντός του υφιστάμενου πλαισίου πολιτικής της ΕΕ έως το 2030. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, πρέπει να μειωθούν οι πιέσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Φιλοδοξώντας να προστατεύσει το 30 % των θαλασσών της Ευρώπης και να θέσει υπό «αυστηρή προστασία» το 10% αυτών, η νέα στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 δίνει νέα ώθηση με στόχο τη μείωση αυτών των πιέσεων.
  • Η επίτευξη καλής κατάστασης για τις ευρωπαϊκές θάλασσες είναι καθοριστικής σημασίας για την υλοποίηση των στόχων για βιώσιμη γαλάζια οικονομία και θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό, όπως αντικατοπτρίζονται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.


Αφήστε μια απάντηση