10 χρόνια πίσω γυρίζει την οικονομία ο κοροναϊός – Τι λένε οι ειδικοί

Σαν να μπήκε σε χρονοκάψουλα η ελληνική οικονομία, διακτινίζεται πάλι σε αρνητικά εδάφη, με τις προβλέψεις των αναλυτών να δείχνουν ποσοστά που θυμίζουν την ύφεση του 2010 ή του 2011, με συρρίκνωση έως 8%.

Ομολογουμένως, οι αριθμοί, σε συνδυασμό με τις ευρωπαϊκές αποφάσεις περί «πιστοληπτικών γραμμών» από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, ξυπνούν μνήμες μνημονιακών εποχών, όταν η χώρα βυθίστηκε στη δίνη της δημοσιονομικής κρίσης. Αδιαμφισβήτητα, η ελληνική οικονομία μπαίνει σε αχαρτογράφητα νερά.

Ούτε η Ευρώπη ούτε ο πλανήτης ολόκληρος θα είναι ίδια ύστερα από αυτή την «πολεμική» κρίση. Το 2020 είναι ένα παγκόσμιο κρας τεστ ρευστότητας, κρατικών ταμειακών διαθεσίμων και σε δεύτερη χρονική φάση δημοσιονομικών ισορροπιών. Η νέα κανονικότητα θα είναι η αντιμετώπιση επιδημιών, άρα απαιτείται πολιτική στροφή στην ενίσχυση των συστημάτων υγείας.  Στο βασικό σενάριο, αν αμβλυνθεί η πανδημία το καλοκαίρι, η ύφεση θα είναι παροδική.

Το πώς θα «αντιδράσει» η ελληνική οικονομία την επόμενη ημέρα θα εξαρτηθεί από τη ψυχολογία για κατανάλωση, τον τουρισμό, τις επενδύσεις, αλλά κυρίως από τη σύνθεση του ευρωπαϊκού πακέτου μέτρων, χωρίς να ανατρέπει σε μεγάλο βαθμό τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Κορυφαίοι οικονομολόγοι και καθηγητές μιλούν στα «ΝΕΑ» για το βάθος της κρίσης, το κόστος και για την επόμενη μέρα:

Νίκος Βέττας

(Γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ, καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών)

 

Απαιτείται ανασχεδιασμός

Αν το υγειονομικό πρόβλημα αμβλυνθεί από το καλοκαίρι, οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι. Η ύφεση θα διαρκέσει και απαιτείται ανασχεδιασμός της οικονομικής πολιτικής πανευρωπαϊκά. Στη χώρα μας, η νέα κρίση δεν θα μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς ουσιαστικές μεταβολές στο πώς λειτουργούν κράτος και αγορά.

Η καθυστέρηση στη διαχείριση της δεκαετούς κρίσης και ο εφησυχασμός ότι η μείωση του κόστους χρήματος διεθνώς θα λύσει αυτόματα και τα δικά μας προβλήματα φέρνουν την οικονομία μας σε δύσκολη θέση. Θα δοκιμαστούν η κερδοφορία επιχειρήσεων, τα τραπεζικά δάνεια και η δημοσιονομική ισορροπία.

Η αρχική επιλογή να στηριχθούν δομές και επιχειρήσεις είναι ασφαλώς σωστή. Αν όμως σε ορίζοντα μηνών διαφανεί δημοσιονομικός εκτροχιασμός, το κόστος για τη χώρα θα είναι πολύ μεγάλο.

Γιώργος Παγουλάτος

(Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, γενικός διευθυντής ΕΛΙΑΜΕΠ)

 

Κάποιοι δεν θα αντέξουν

Η κρίση αυτή χτυπά την οικονομία με τρόπο παραλυτικό, έχουμε συνολική νέκρωση για εβδομάδες, ίσως μήνες. Η ύφεση θα είναι βαριά το 2020, ξεπερνώντας ίσως το 2011-12. Πλήθος επιχειρήσεων δεν θα αντέξουν και το κράτος ίσως αναγκαστεί ορισμένες να τις διασώσει.

Οι «συστημικοί» για την Ελλάδα κίνδυνοι περιορίζονται σε σχέση με την περίοδο 2010-15, γιατί πλήττει ολόκληρη την ευρωζώνη. Ξεκινώντας από την πολύ χαμηλή βάση του 2020, το 2021 έχει προδιαγραφές ισχυρής ανάκαμψης. Κρίσιμο σημείο είναι η πορεία του τουρισμού που ανακάμπτει βραδύτερα από τη βιομηχανία.

Ορατή είναι η απειλή ενός νέου γύρου δημοσιονομικής λιτότητας δεδομένου του αυξημένου δημόσιου χρέους στην ΕΕ μετά την κρίση.

Φίλιππος Σαχινίδης

(Οικονομολόγος, πρώην υπουργός Οικονομικών)

 

Βαρόμετρο οι κινήσεις της ΕΕ

Κρίσιμο ερώτημα αν η ελληνική οικονομία έχει προετοιμαστεί ώστε να ξεπεράσει αυτή την κρίση. Τα κυβερνητικά μέτρα είναι αρκετά για να στηρίξουν την οικονομία ώστε να ξεπεράσει σύντομα τις αρνητικές συνέπειες. Οι διεθνείς οργανισμοί εκτιμούν ότι το 2020 οι χώρες της ευρωζώνης θα βυθιστούν σε ύφεση και στην Ελλάδα θα διαρκέσει περισσότερο. Είμαστε σε πιο μειονεκτική θέση εξαιτίας δύο παραγόντων.

Πρώτον, τη βαριά κληρονομιά της κρίσης του 2009 (υψηλό δημόσιο – ιδιωτικό χρέος, υψηλή ανεργία, χρόνια απο-επένδυση).

Ο δεύτερος σχετίζεται με τη μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας από τον τουρισμό. Οι αρνητικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να μετριαστούν αν η ΕΕ αποφάσιζε να κινηθεί έγκαιρα και συντονισμένα ώστε το βάρος να μη μετατεθεί αποκλειστικά στους εθνικούς προϋπολογισμούς.

 

Παναγιώτης Πετράκης

(Καθηγητής ΕΚΠΑ)

Σε εφαρμογή το δύσκολο σενάριο

Το ήπιο σενάριο έχει αντικατασταθεί από το δυσκολότερο και οι διακοπές της οικονομικής δραστηριότητας δημιουργούν τη χρηματοοικονομική κρίση: ο πλούτος των ανθρώπων μειώνεται, στερεύει η ρευστότητα και πιέζονται τα νομίσματα. Ομως η κρίση έχει εξωτερική προέλευση με βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα.

Ελπίζουμε στην ισχυρή, αν και σχήματος U ανάκαμψη, διότι έχουν κινητοποιηθεί οι κυβερνήσεις και οι νομισματικές Αρχές. Η Ελλάδα παραδόξως ευνοείται επειδή εξαερώθηκαν οι πιέσεις στα δημοσιονομικά της και επειδή ο κοινός ευρωπαϊκός βηματισμός θα έχει και άλλες εφαρμογές, όπως το Μεταναστευτικό. Παρ’ όλα αυτά το κόστος αντιμετώπισης της κρίσης είναι υψηλό. Η περιορισμένη παγκοσμιοποίηση ταιριάζει περισσότερο στην οικονομία μας.

Πάνος Τσακλόγλου

(Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών)

 

Δυσοίωνες προοπτικές για το ευρώ

Οι εκτιμήσεις για το πιθανό βάθος της ύφεσης ποικίλλουν και το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται από σειρά παραγόντων μη οικονομικών (π.χ. χρόνος εμβολίου, ανθεκτικότητα ιού σε υψηλές θερμοκρασίες κ.λπ.) όσο και οικονομικών με μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας.

Ορισμένες χώρες αντιτίθενται σθεναρά στο πιο αποτελεσματικό, πιθανότατα, εργαλείο, δηλαδή την έκδοση ευρωομολόγου για τη χρηματοδότηση των δράσεων των κυβερνήσεων για την άμβλυνση των επιπτώσεων της κρίσης, προβάλλοντας το, ανύπαρκτο στη συγκεκριμένη περίπτωση, επιχείρημα του «ηθικού κινδύνου». Αρκετοί αναλυτές εκφράζουν την άποψη ότι αν ακόμα και κάτω από τις παρούσες συνθήκες δεν εκδοθεί ευρωομόλογο, το σήμα που θα δοθεί στις αγορές είναι ότι το ευρώ δεν είναι πραγματικά «παντοτινό», με ενδεχόμενες δυσοίωνες προοπτικές.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ

 

Γράψτε το σχόλιο σας

Αφήστε μια απάντηση