Στη Γυναίκα ή στην αναγέννηση, στην υπέρβαση

  • Γράφει ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ.

στην κόρη μου Ζωή-Μαρίνα

Αν και απεχθάνομαι τις «παγκόσμιες ημέρες», επειδή αν θέλεις κάτι να σκεφτείς, να αναλογιστείς και από αυτό να προβληματιστείς, μπορείς κάλλιστα να το κάνεις κάθε μέρα ή συνέχεια, όχι με την «ευκαιρία» μίας γιορτής, αλλά με την ευκαιρία της ψυχικής σου ενατένισης. Όμως δεν μπορώ παρά να «πιαστώ» από την ευκαιρία της «Παγκόσμιας ημέρας της γυναίκας», η οποία παγκοσμίως γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 8 Μάρτη, για να προσφέρω κάποιους προβληματισμούς μου.

Είναι, νομίζω, η ημέρα που δε θα πρέπει να τη γιορτάζουμε. Περισσότερο να κάνουμε τον απολογισμό μας και να βλέπουμε το μέλλον. Τι κάναμε μέχρι τώρα; Τι θα πρέπει να πράξουμε στο μέλλον; Για αυτήν. Για όλες τις γυναίκες. Γιατί η γυναίκα ή η Γυναίκα είναι το άλλο μας μισό, αυτό που το έχουμε ανάγκη, που μας οδηγεί σε μία κάποια ισορροπία, του μυαλού και του σώματός μας. Ακόμα και αν μας έχει κάνει κάτι κακό, υπήρχε κάποιος λόγος. Η Γυναίκα, σαν οντότητα, σαν αρχέτυπο, σαν αναφερόμενό μας, σαν ένας καθρέπτης που μπορεί να διαθλά και το φως.

Σαν καθρέπτης μας χαρίζει το είδωλό μας. Μπορεί να μας προσφέρει την εικόνα του εαυτού μας, παραποιημένη, όντως, αλλά είναι ένα δώρο, μία εικόνα που έχει να μιλήσει για το «πραγματικό». Συγχρόνως, όμως, μας επιτρέπει να δούμε πίσω από αυτήν, τον εαυτό μας, την προέκτασή του, τις άλλες εικόνες που, αφηγηματικά, ακολουθούν αυτή που στιγμιαία εμφανίζεται μπροστά μας. Είναι κάτι που ξεπερνά το «πραγματικό» ή το «πραγματοποιήσιμο», φτάνει στο θεϊκό, είναι δαιμονικό. Με ποια έννοια όμως, του δαιμονικού;

Με ποια έννοια τη Γυναίκα τη συντροφεύει ο δαίμονας, το κακό, το αποτρόπαιο, όπως από αρχαιοτάτων ετών θεωρείται από άντρες διανοούμενος και λογοτέχνες; Θα μπορούσε εύκολα να δει κάποιος ότι αυτή η δαιμονική ή κακιά εικόνα της Γυναίκας δεν είναι τίποτε άλλο, στα μάτια του άντρα, από το προϊόν της υστερίας του. Με άλλα λόγια αυτό που μπορεί να κάνει η γυναίκα -και μόνο αυτή- να βιώσει το θάνατο και τη γέννηση συγχρόνως, την ίδια στιγμή, εκείνη που γεννά το παιδί της, τη γέννηση του βρέφους και το θάνατο του εμβρύου, μπορεί, ξέρει να δημιουργεί από την ασάφεια.

Μόνο η γυναίκα και κάποιοι χαρισματικοί άντρες μπορούν να μη λειτουργούν συμπερασματικά μόνο. Να δέχονται την ασάφεια, το απροσδιόριστο, την έλλειψη του αυστηρά προσδιορισμένου και, τελικά, την αποδοχή του νέου ορισμού, πρώτα προς διερεύνηση και μετά για δόμηση μιας νέας ιδεολογικής στάσης. Αυτή η λειτουργία μπορεί να της δημιουργεί μία υστερία, όμως αυτή είναι καθαρά δομική, οικοδομεί ένα νέο μέρος της ταυτότητάς της. Αυτό θέλει και μπορεί να το προσφέρει απλόχερα, μερικές φορές υστερικά, άλλες ειρηνικά, αλλά, σε όλες τις περιπτώσεις, γόνιμα.

Αυτή η λειτουργία είναι αντιδιαμετρικά αντίθετη με τη καθεστηκυία λογική του άντρα. Τον αναιρεί για να τον αναδομήσει, να τον εξελίξει, όπως θέλει η φύση του, αυτό όμως, ο ίδιος, το θεωρεί απώλεια και, αφού δεν έχει βιώσει την αναγέννηση, όπως η Γυναίκα, το θεωρεί κίνδυνο. Έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη φύση του. Το προϊόν αυτής της υστερίας του είναι η άρνηση της Γυναίκας, με όλα τα κοσμητικά επίθετα που τη συντροφεύουν. Και γίνεται δαίμονας. Και αυτό περνά στις μυθολογίες, ιστορικές ή θρησκευτικές. Και χάνει την ευκαιρία να μη μείνει στάσιμος.

Τι έχει κάνει ο άντρας για τη Γυναίκα; Σαν πατέρας τη βιάζει ιδεολογικά, θέλοντας να αναιρέσει την αναπαραγωγική φύση της, επιβάλλοντας τη δική του νοητική θέση, λειτουργώντας βίαια, σε όλες τις περιπτώσεις. Σα σύζυγος ακολουθεί την ίδια συμπεριφορά του πατέρα του. Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν αυτόν τον κανόνα. Μόνο όσοι άντρες δέχτηκαν να ακούσουν με ευήκοα αυτιά τη Γυναίκα, κατάφεραν να προσπαθήσουν ή να καταφέρουν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους, να κάνουν την υπέρβασή τους. Να την ευγνωμονήσουν. Οι άλλοι βουλιάζουν στο τέλμα της «λογικής» τους. Γράφω το «γ» με κεφαλαίο γράμμα για να δηλώσω το αρχέτυπο, το σύμβολο, το αναφερόμενο, τη γυναίκα που, εν δυνάμει, μπορεί να είναι οποιαδήποτε γυναίκα στον κόσμο.

Η Ρέα, η Κυβέλη, η Παναγία, η μητέρα, η ερωμένη, η σύζυγος, η κόρη, η συντρόφισσα, η Γυναίκα. Ο φεμινισμός αυτοδιαλύεται και η Γυναίκα προσπαθεί να βρει τον Άντρα και να πορευτεί μαζί του, σα μία άλλη Εύα, να δημιουργήσουν μαζί έναν άλλο κόσμο, ειρηνικό, δημιουργικό, χωρίς καμιά αρχή που να καταπιέζει τον κόσμο με τα «πρέπει», τους νόμους που κανονίζουν τις ζωές των άλλων για λογαριασμό μιας ελίτ.

Αυτό γιορτάζουμε σήμερα, στις 8 Μάρτη. Ενώ θα έπρεπε να το γιορτάζουμε κάθε λεπτό, κάθε μέρα, κάθε στιγμή που θα βρεθούμε σε μία δυσκολία, σε ένα εμπόδιο, σε μία απόλαυση, στην ηδονή, σαρκική ή/και νοητική. Σε αυτή την απόλαυση θέλουμε να φτάσουμε και εκεί να βρούμε την ασφάλειά μας, στη μήτρα της μητέρας μας, στην αρχετυπική μήτρα, όπου θα αναγεννηθούμε, αν το επιτρέψουμε στον εαυτό μας. Θα απελευθερωθούμε. Θα γίνουμε Άνθρωποι και δε θα παραμείνουμε άλλογα όντα

The following two tabs change content below.

Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960. Σπούδασε χημεία και φωτογραφία στην ΑΚΤΟ. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές κινηματογράφου. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποίο ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ κ.ά. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV. Ήταν υπεύθυνος για διαδικτυακούς τόπους Ίδρυσε και διευθύνει τους διαδικτυακούς τόπους www.filmandtheater.gr και το www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου κ.ά. Είναι ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ «Στιγμή απολιθωμένη».

Αφήστε μια απάντηση