Αντίστροφη μέτρηση για χαμηλά πλεονάσματα – Το αίτημα στο ΔΝΤ

Μετά την πλήρη άρση των capital controls έρχεται η υποβολή του αιτήματος για την πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων, περίπου 2,8 δισ. ευρώ, που χρωστά η Ελλάδα στο ΔΝΤ καθώς και τα πλεονάσματα.

Στο Ελσίνκι στη συνεδρίαση του Eurogroup σήμερα, Παρασκευή ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας κάνει πρεμιέρα και στο τραπέζι βάσει το αίτημα πρόωρης αποπληρωμής των δανείων του ΔΝΤ καθώς και μια ατζέντα μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.

Το σκηνικό διαμορφώνεται ευνοϊκό για την Ελλάδα εντός της ευρωζώνης μετά τις αλλαγές σε Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ΕΚΤ ενώ ακόμη και η επιβράδυνση της Γερμανίας μπορεί να βοηθήσει την υλοποίηση των σχεδίων της κυβέρνησης για χαμηλότερα πλεονάσματα.

Διαβάστε επίσης: Το μεγάλο ψέμα του Τσίπρα για συμφωνία να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα

Επιδίωξη του υπουργού είναι η σχέση με τους Ευρωπαίους να οικοδομηθεί πάνω στις διαβεβαιώσεις για πιστή τήρηση του προγράμματος και του στόχου για 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα και το 2020, την προεξόφληση δανείων ύψους 2,8 δισ. ευρώ του ΔΝΤ προς την Ελλάδα, αίτημα που θα θέσει επισήμως ο κ. Σταϊκούρας στο Ελσίνκι, και δευτερευόντως στην προοπτική μείωσης των πλεονασμάτων από το 2021.

Τα χαμηλά πλεονάσματα

Σε πολιτικό επίπεδο τον δρόμο για χαμηλότερα πλεονάσματα άνοιξε η δήλωση της διαδόχου του Μάριο Ντράγκι στην ηγεσία της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία κατά την ακρόαση στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη υπέρ του ελληνικού αιτήματος, που έχει εκφραστεί μόνο στο παρασκήνιο.

Διατυπώνοντας την πάγια θέση του ΔΝΤ είπε ότι «οι στόχοι πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% στους οποίους έχει δεσμευτεί η Ελλάδα πρέπει να επανεξεταστούν με μεγάλη προσοχή. Η άποψη του ΔΝΤ και η δική μου είναι ότι ο στόχος πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% της Ελλάδας είναι υπερβολικός και ασκεί υπερβολική πίεση στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στην οποία στοχεύαμε. Το ΔΝΤ συνεχίζει να έχει την ίδια άποψη και καθώς η Ελλάδα βρίσκεται στη φάση ανάκαμψης».

Ωστόσο, η ίδια καθώς και οι Ευρωπαίοι συνδέουν τη δυνητική μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που ενισχύεται μετά τη θεαματική μείωση του αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων και τη σταθερή μείωση του κόστους εξυπηρέτησής του, αλλά και με την υλοποίηση βασικών διαρθρωτικών αλλαγών που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη.

Από τη ΔΕΘ κλήθηκε, μεταξύ άλλων, να απαντήσει ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκη για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων τονίζοντας ότι «διεκδικούμε πολιτική αξιοπιστία, παρουσιάζουμε τη διαφορετική μακροοικονομική πραγματικότητα. Η κυβέρνηση αυτή έχει αποδείξει ότι μπορεί να πετύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης» είπε ο πρωθυπουργός.

«Για το 2019 θα πετύχουμε τον στόχο του 3,5%» τόνισε, επίσης, ο πρωθυπουργός.

«Ο στόχος των πρωτογενών πλεονασμάτων τέθηκε για να ξεπληρώσουμε το χρέος μας και λόγω της αναξιοπιστίας της προηγούμενης κυβέρνησης» συμπλήρωσε, εξαπολύοντας δριμεία κριτική στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη «η κυβέρνηση αυτή έχει αποδείξει ότι μπορεί να πετύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Έχουμε όλα τα επιχειρήματα με το μέρος μας για να ζητήσουμε μείωση πρωτογενών πλεονασμάτων. Θα τεθεί το ζήτημα, έχει τεθεί ανεπίσημα ήδη».

Η Γερμανία χαλαρώνει τη δημοσιονομική πειθαρχεία

Σε περίπτωση κρίσης η Γερμανία μπορεί να διοχετεύσει στην οικονομία «πολλά, πολλά δισ. ευρώ» είπε ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Όλαφ Σολτς σε βουλευτές κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού στην Κάτω Βουλή του γερμανικού κοινοβουλίου, την Bundestag. Ο Σολτς δήλωσε ότι το Βερολίνο έχει θέσει τα θεμέλια με τον σταθερό δημοσιονομικό σχεδιασμό του και την πολιτική του για τη μη ανάληψη νέου χρέους προκειμένου να πετύχει περισσότερα εάν ξεσπάσει μια κρίση.

«Διότι τότε θα είναι πολύ σημαντικό για εμάς ως τη μεγαλύτερη οικονομία στο μέσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν θα είμαστε ουσιαστικά σε θέση να αντιμετωπίσουμε μια αρνητική οικονομική τάση», δήλωσε ο Σολτς.

«Άρα, κατά την άποψή μου, με τα ισχυρά χρηματοοικονομικά θεμέλια που έχουμε σήμερα, είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε μια οικονομική κρίση με πολλά, πολλά δισεκατομμύρια ευρώ εάν πράγματι ξεσπάσει μία στη Γερμανία και την Ευρώπη», δήλωσε σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Σολτς.

Σε κάθε περίπτωση η Γερμανία θα αναγκαστεί να ενισχύσει τις δημόσιες επενδύσεις χαλαρώνοντας τη δημοσιονομική πειθαρχία που είχε υιοθετήσει και επιβάλει εντός της Ευρωζώνης.

Σε αυτήν τη χρονική συγκυρία η Ελλάδα ζητά μια λελογισμένη και αιτιολογημένη μείωση της πρωτογενών πλεονασμάτων του 3,5% του ΑΕΠ που αποφασίστηκαν ένα χρόνο νωρίτερα για να τονωθεί η ανάπτυξη της οικονομίας.

Η αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ

Η κατάθεση του αιτήματος της Ελλάδας για την αποπληρωμή του «ακριβού» τμήματος του χρέους προς το ΔΝΤ αφορά την καταβολή ποσού ύψους κοντά στα 3 δισ. ευρώ, το οποίο σήμερα τοκίζεται με επιτόκιο υψηλότερο του 5,2%.

Για την καταβολή των 3 δισ. ευρώ θα χρησιμοποιηθούν πόροι από το «μαξιλάρι ασφαλείας», το οποίο κοστίζει στο ελληνικό Δημόσιο περίπου 1,6% τον χρόνο.

Έτσι, με την καταβολή των χρημάτων το Δημόσιο θα κερδίσει περίπου 2,6 ποσοστιαίες μονάδες ή κοντά στα 75 εκατ. ευρώ από τόκους. Από τη στιγμή που η κατάθεση του αιτήματος γίνει αυτή την εβδομάδα, θα χρειαστεί χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο μηνών για να γίνει η καταβολή του ποσού.

Στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, όπου παρακολουθούν από τεχνική σκοπιά το συγκεκριμένο θέμα, εκτιμούν ότι η εκκρεμότητα θα έχει κλείσει μέχρι το τέλος του χρόνου.

Η οφειλή της Ελλάδας προς το ΔΝΤ θα πέσει μέσα στο 2020 κάτω από τα 5 δισ. ευρώ, ενώ το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής δεν αναμένεται να αλλάξει.

Δηλαδή, η πλήρης εξόφληση θα γίνει μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2024, εκτός και αν τεθεί αργότερα θέμα πρόωρης πλήρους αποπληρωμής της οφειλής προς το ΔΝΤ.

Οι ζυμώσεις με τους θεσμούς

Στις 16 Σεπτεμβρίου, αναμένεται να έρθουν στην Αθήνα τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών προκειμένου να ξεκινήσουν τον έλεγχο των στοιχείων για την τέταρτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση.

Οι επικεφαλής των θεσμών θα φτάσουν μία εβδομάδα μετά, στις 23 Σεπτεμβρίου, προκειμένου να συζητήσουν με την κυβέρνηση όλα τα ανοιχτά ζητήματα και να συμφωνήσουν στο πρώτο σχέδιο του προϋπολογισμού του 2020.

Αφήστε μια απάντηση