Κομοτηνή:Στο κοιμητήριο των μεταναστών, οι νεκροί περιμένουν

Κομοτηνή:Στο κοιμητήριο των μεταναστών, οι νεκροί περιμένουν

Στο καρότσι το μωρό κοιμόταν. Αφημένο δίπλα στο μνήμα του πατέρα του. Κουρασμένο από το ταξίδι και τη ζέστη βρισκόταν από ώρα  στην αγκαλιά του Μορφέα. Μακριά από τις έγνοιες και τα βάσανα των μεγάλων. Πολύ κοντά στον πόνο που προκαλεί ο θάνατος κι ας τον αγνοεί ακόμη.

Η Μοχασέν, η νεαρή σύζυγος του νεκρού Σύριου έκανε την ίδια στιγμή την προσευχή της. Ο Μαχίρ, ο άνδρας της, σε μια συμπλοκή με Αφγανούς στην Αθήνα έχασε τη ζωή του. «Τον σκότωσε ένας Αφγανός με μαχαίρι» λέει η νεαρή γυναίκα και κάνει την κίνηση με τα χέρια της για να βεβαιωθεί ότι κατάλαβα. Οι τρεις μαζί, οικογένεια άλλοτε, βρίσκονταν σε έναν τόπο, τη Θράκη, που μέχρι να συμβεί το κακό και να φέρουν το άψυχο σώμα του για να ταφεί στα ειδικά κοιμητήρια της Μεσσούνης, καμία σχέση δεν είχαν, όπως τίποτα δεν είχαν ακούσει.

 

Λίγα μέτρα πιο εκεί, σε έναν άλλο τάφο δύο γυναίκες, επίσης από την Συρία, θρηνούσαν το χαμό της αδερφής τους. Είχαν τοποθετήσει το κοράνι στη μαρμάρινη πλάκα, που έγραφε στα Αραβικά το όνομά της, την ηλικία της, το μέρος που γεννήθηκε, αλλά και το μέρος που πέθανε. Κάτι της ψιθύριζαν. Ποιος ξέρει; Μπορεί τα νέα τους. Μπορεί τα δικά τους «γιατί;» που είναι κοινά σε όλους τους ξαφνικούς θανάτους: «Γιατί να «φύγεις»;» «Γιατί έτσι ξαφνικά;» «Ήταν σαν κι εμένα» λέει η μια γυναίκα μόλις τις πλησιάζουμε κι αμέσως προσθέτει «Πιο όμορφη, η αδερφή μου ήταν πιο όμορφη.»

Από ξένο τόπο κι αλαργινό τους αγκάλιασε παντοτινά η φιλόξενη γη της Θράκης. Νεκροί μετανάστες από τη Συρία, το Αφγανιστάν, την Αίγυπτο κ.α.. Νέοι, αλλά και ηλικιωμένοι. Γυναίκες, άνδρες, παιδιά. Οι διαφορές των χωρών, των εθνών, των Φυλών τους έχουν πια ξεχαστεί. Οι νεκροί δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Ο Mustafa Talib γεννήθηκε στο Χαλέπι της Συρίας το 1934, πέθανε στην Αθήνα το 2018, τάφηκε στη Ροδόπη. Όπως και ο Μωχαμέντ Ετσά από την Αίγυπτο. Δεκάδες ίδιες ιστορίες, άλλες λιγότερο άλλες περισσότερο κοινές, μόνο τα ονόματα διαφέρουν.Ο ξεριζωμός, η μετανάστευση, ο θάνατος είναι κοινός τόπος.
Μικρές ελιές έχουν φυτευτεί σε κάποια μνήματα, σχεδόν σε όλα ένα πλαστικό δοχείο με νερό για να έχει να δροσίζεται ο νεκρός, όπως θέλει η παράδοση. Κάποιοι από αυτούς τάφηκαν χωρίς να ενδιαφερθεί κάποιος δικός τους. Έτσι, ούτε μαρμάρινη πλάκα, ούτε επιγραφή με όνομα κι επιπλέον στοιχεία. Ένα ξύλο μπηγμένο στο έδαφος υπενθυμίζει την παρουσία του τάφου. Αυτό μόνο. Άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους στο δρόμο της αναζήτησης ενός καλύτερου αύριο. Κανείς δεν τους αναζήτησε. Η σιωπή του θανάτου κάλυψε το όνομα τους, μαζί και τα άλλα στοιχεία.

Το ιδιαίτερο αυτό κοιμητήριο λειτουργεί με ευθύνη της Διαχειριστικής Επιτροπής της Μουσουλμανικής Μειονότητας Κομοτηνής τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως μας είπε ο κος Ισμαήλ, εκ μέρους της Διαχειριστικής Επιτροπής, πρόκειται για μετανάστες και πρόσφυγες που ζούσαν σε διάφορα σημεία της Ελλάδας, ακόμη και σε Hot Spot, και που όταν πέθαναν κηδεύτηκαν σ’ αυτόν τον χώρο. Συνολικά 72 νεκροί από έξι – επτά χώρες, όπως: το Ιρακ, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, τη Συρία, την Αίγυπτο κ.α.
Λίγο πριν πάρουν το δρόμο της επιστροφής για την Αθήνα σηκώνουν τα χέρια, λένε μια τελευταία προσευχή κι αποχαιρετούν τον νεκρό τους.

Ο Μουχάντ, το μικρό αγόρι ξυπνά και κοιτά με περιέργεια το χώρο γύρω του. Στην αγκαλιά της μητέρας που στέκεται σιωπηλή δίπλα στο τάφο αποχαιρετούν τον πατέρα του χωρίς να το γνωρίζει και φεύγουν. Ένα ελαφρύ αεράκι, κάτι σαν καλοκαιρινός ψίθυρος,  συνοδεύει τον αποχωρισμό. Ποιος ξέρει αν θα καταφέρουν να έρθουν ξανά;Γνωρίζουν, όμως, καλά πως οι νεκροί πάντα περιμένουν…
Φώτο: Στιγμιότυπα από το κοιμητήριο ρεπορτάζ-κείμενο-φωτογραφίες:Μαρία Νικολάου

www.ert.gr

Μαρία Νικολάου