Πέθανε ο δημοσιογράφος και ποιητής Γιώργος Παναγιώτου

Ο μύθος μας ήταν μια λέξη μόνο
Γεωγραφημένη σε εξοστρακισμούς

(«Γλωσσολογία», από τη συλλογή Αγκαλά και Φιλελεύθεροι, 1979)

Πέθανε ο ποιητής και δημοσιογράφος, και ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, Γιώργος Παναγιώτου.

Ο Παναγιώτου υπήρξε πρωτοπόρος τόσο στη δημοσιογραφία, καθώς υπήρξε ο πρώτος στην Ελλάδα που κατέγραψε δημοσιεύματα εφημερίδων και τεκμηριωτικά παρακολουθώντας συνεδριάσεις της Βουλής, όσο και στην ποίηση, μια ποίηση πολιτική και κοινωνικά στρατευμένη, την οποία προσέγγισε ως ελεύθερο πνεύμα και με δεινές γλωσσοπλαστικές ικανότητες.

Ο Γιώργος Παναγιώτου γεννήθηκε το 1943 στην Τσαγκαράδα Μαγνησίας. Σπούδασε Φιλολογία, καθώς και Οικονομικές και Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, ενώ οι μεταπτυχιακές του σπουδές κινήθηκαν στους τομείς της κοινωνιογλωσσολογίας και της βιβλιονομίας.
Δημοσιογράφος (συντάκτης ύλης και από το 1974 κοινοβουλευτικός συντάκτης), αρχειοθέτης στον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, συντάκτης της βιβλιογραφίας, της θεατρολογίας και των πολιτικών ημερολογίων στην ετήσια έκδοση Χρονικό (1974-1991).
Από το 1976 έως το 1987 εξέδιδε το δελτίο Κοινοβουλευτικά Χρονικά και ήταν συντονιστής στο κέντρο τεκμηρίωσης «Ελληνικό Αρχείο». Συνεργάτης σε εφημερίδες και περιοδικά, δημοσίευσε εκατοντάδες μελέτες και κριτικές για θέματα ιστορίας, λογοτεχνίας, θεάτρου και κινηματογράφου.

********************************************************************

Ποτέ μην αναβάλλεις για αργότερα, να δεις ένα φίλο, που σε περιμένει, γιατί αν «φύγει» εκείνος περιμένοντας, εσύ δεν θα παρηγοριέσαι μια ζωή… Οι φίλοι που μας «φεύγουν», όλοι λίγο-πολύ μας λείπουν, κάποιοι όμως, σαν τον φίλτατο Γιώργο Παναγιώτου, μας λείπουν έτι περισσότερο. Κι όταν μάλιστα δεν βρίσκεσαι ούτε στον ύστατο χαιρετισμό, τότε η θλίψη σου μεγεθύνεται και μακροημερεύει.

Είπα να γράψω κάτι για τον Γιώργο, για τη ζωή του στη Δημοσιογραφία, στην Ποίηση, στο Πνευματικό του Έργο γενικότερα, αλλά προτίμησα να αναδημοσιεύσω τις «κραυγές» του, εκείνες που είχα γράψει για τον φίλο μου μετά από μια ωραία εκδήλωση, που έγινε προς τιμήν του, αυτή που ακολουθεί:

Ήταν μια διαφορετική εκδήλωση αυτή που παρακολουθήσαμε το βράδυ της Τετάρτης 30/10/2013. Στο καφέ – βιβλιοπωλείο «Χάρτα» της πόλης μας. Εκεί, σε μια ζεστή ατμόσφαιρα, γνωρίσαμε και το ευρύτερο ποιητικό έργο του Γιώργου Παναγιώτου. «Για να γίνει γνωστότερο και στο ευρύ κοινό της πόλης». Εμείς οι κοντινοί του φίλοι το ξέραμε το ποιητικό έργο του Γιώργου. Το μάθαμε εν τη γενέσει του, όταν ο Γιώργος με τον τρόπο του μας «έκραξε» με το «Κεκραγάριον» (θυμάμαι το ’χαμε όλοι ανά χείρας σαν κάτι πρωτόγνωρο στην ποίηση της εποχής), όταν μας ευαισθητοποίησε με τα ποιήματα της Σύλβιας Πλαθ, όταν με το «Βόλος ΕΠΕ» (Βόλος Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης), μας χάραξε το παρόν, αλλά και το μέλλον της μικρής μας πόλης.

Στις τοπικές εφημερίδες τον είχαμε συνάδελφο, τον θέλαμε στη συντροφιά, είχε την αίσθηση του χιούμορ, αλλά δεν σήκωνε προσβολές και αμφισβήτηση της δουλειάς του. Και κάπως έτσι «τα πήρε» στο πλήρες ιδεών κρανίο του κι αποχαιρέτησε «συνάδελφους» κι εκδότες για το κλεινόν άστυ κι αυτός. Εκεί, ο Γιώργος βρήκε πεδίον δράσεως να δείξει τη δύναμή του. Τέρας υπομονής κι αβάρετος στη δουλειά, εντυπωσίασε η προσφορά του. Πέραν απ’ τα βιβλία που εξέδωσε, έγινε εξπέρ στην τεκμηρίωση κι άφησε εποχή το έργο του στο «Συγκρότημα» Λαμπράκη.

Έτσι είχαν τα πράγματα και με το πλήρωμα του χρόνου ο Γιώργος βρίσκεται πια μόνιμα στα πάτρια εδάφη. Εκεί που ξαναβρήκε παλιούς συνάδελφους και φίλους και κάποιοι απ’ αυτούς (λέγε με Κ. Γκόγκα) του οργάνωσαν και την τιμητική βραδιά του. Βιάστηκαν; Δεν ξέρω. Ίσως να είχαν κάτι κατά νου το ΔΟΕΠΑΠ – ΔΕΠΕΘΕ, η Ένωση Συντακτών, ίσως και οι συνάδελφοί του Βολιώτες ποιητές και συγγραφείς και λόγιοι, εν γένει. Λέμε τώρα…
Ήταν κάτι σαν γενέθλια γιορτή. Μόνο κεράκια δεν έσβησε ο Γιώργος. Τα χρόνια του μετρήσαν τα βιβλία του, οι μεταφράσεις, τα ποιήματα, συγγράμματα και άλλα έργα του που μνημόνευσαν οι παρουσιαστές κι ομιλητές της τιμητικής βραδιάς του. Η «Χάρτα» θύμιζε κάτι από παρισινό «μπιστρό», με το ακορντεόν του Αστέρη Γκέκα να παίζει νοσταλγικούς ρυθμούς και με τη Ράνια και τη Νανά να τραγουδούν με την κιθάρα τους, δημιουργώντας ατμόσφαιρα όμορφη, φιλική, αληθινά ποιητική. Κοντά στους γνωστούς των ημερών ομιλητές (Θ. Βογιατζή, Αγγέλα Μπαρμπάτσαλου, Ν. Παρθένη, Κατερίνα Αντωνακάκη, Ελευθερία Νικολιάδη, Κερασία Γερογιάννη, Γιάννη Παπαδόπουλο, επιμελήθηκε την αφίσα), η εμφάνιση του Πατή Κουτσιάφτη και του Γιάννη Τράντα, μας έφερε στο νου, ηθελημένα κι αθέλητα, τη Θεατρική Λέσχη Βόλου. Και το τότε με το τώρα χάραξαν τις διαφορές τους…
Γεμάτο το καφέ – βιβλιοπωλείο στην εκδήλωση, ελάχιστοι οι ποιητές, ο εξής ένας: Μιχάλης Μπάστας. Και να σκεφτεί κανείς ότι έτσι και συνέλθουν εν σώματι οι ποιητές (και λόγιοι) της πόλεως, δεν θα χωρέσουν ούτε στο Πανθεσσαλικό! Για τους ποιητές (και τους λογίους) θα θυμηθώ και κάτι άλλο: Κάποιος απ’ αυτούς, ζηλεύοντας το έργο του Γιώργου Παναγιώτου (το ’χουν αυτό το χούι οι ποιητές και λόγιοι), του είπε ότι απλώς … παχύνεται! Κι όταν έγινε γνωστό το εκπληκτικό, είν’ αλήθεια, συγγραφικό του έργο και ρώτησα το Γιώργο (ενώπιον του κατηγόρου του) «Γιώργο πότε τα έκανες όλ’ αυτά;», με την απάντησή του ο Παναγιώτου έριξε τη χαριστική βολή του: «Γιάννη, όταν … «παχυνόμουν»!
Γιώργο, ήσουν ωραίος ανέκαθεν. Να’ σαι καλά παλιέ και διαχρονικέ μου, φίλε…

Υ.Γ.: Γιώργο, πιστεύω τώρα να ’σαι πολύ καλύτερα, εκεί στο κλαμπ των ποιητών του Παραδείσου. Έτσι δεν είναι;

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση